Τρία αστέρια, αυτό σημαίνει στα κορεάτικα το όνομα Samsung και κάθε ένα από αυτά συμβολίζει, σύμφωνα με τον ιδρυτή της Lee Byung – Chul, το μέγεθος, την ποικιλία και τη δύναμη.
Στο δυτικό κόσμο η Samsung είναι άμεσα ταυτισμένη με την πώληση προϊόντων τεχνολογίας. Η εικόνα της πολυεθνικής, ωστόσο, αρχίζει να αλλάζει αν εξετάσει κανείς την αγορά της Νότιας Κορέας. Από ναυπηγία και τράπεζες μέχρι τηλεοράσεις και ασφάλειες υγείας, η Samsung παίζει βασικό ρόλο σε όλους τους τομείς της νοτιοκορεάτικης οικονομίας. Ποία είναι, όμως, η ιστορία του εμβληματικού επιχειρηματία που έθεσε τις βάσεις για τη μετατροπή της από απλό παντοπωλείο και εξαγωγέα νουντλς, σε μία πολυεθνική κολοσσό της οποίας τα συνολικά κεφάλαια, σύμφωνα με το Statista, αποτέλεσαν το 2022, το 22% του ΑΕΠ της νότιας Κορέας;
Από πωλητή παστού ψαριού σε ιδιοκτήτη τριών τραπεζών
Ο Lee Byung – Chul γεννιέται στην Κορέα στις 12 Φεβρουαρίου του 1910, λίγους μήνες πριν από την κατάληψη της χώρας από την Ιαπωνική αυτοκρατορία. Αν και γόνος εύπορων γαιοκτημόνων, συνειδητοποιεί από μικρή ηλικία, λόγω των κακουχιών της ιαπωνικής κατοχής, τη σημασία της προσαρμογής σε νέα δεδομένα.
Το 1931, λόγω αρρώστιας, εγκαταλείπει τις σπουδές πολιτικής οικονομίας στο πανεπιστήμιο Waseda University, στο Τόκιο και επιστρέφει στην Κορέα. Ο δημοσιογράφος Geoffrey Cain αναφέρει στο βιβλίο του, Samsung rising (η άνοδος της Samsung) πως κατά τη διάρκεια ταξιδιών του, εντός και εκτός της χώρας, ο Lee παρατηρεί πως τα φρέσκα προϊόντα στην πραγματικότητα δεν έφταναν στους καταναλωτές. To κενό αυτό προσπαθεί να καλύψει ιδρύοντας τη Samsung το 1938, σαν μία εταιρία που εμπορεύεται και πουλάει παστό ψάρι, noodles και άλλα είδη παντοπωλείου. Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος αυξάνει σημαντικά τη ζήτηση βασικών αγαθών και η Samsung εξελίσσεται σύντομα σε σημαντικό παίκτης της αγοράς. Το 1947 ο Lee ανοίγει καταστήματα στην κορεάτικη πρωτεύουσα, Seoul, αλλά αναγκάζεται να την εγκαταλείψει λόγω του κορεάτικου εμφυλίου πολέμου. Η μεταπολεμική εποχή της δεκαετίας του ’50 ήταν μία πολύ κερδοφόρα περίοδος για όσους επιχειρηματίες στη Νότια Κορέα, συμπεριλαμβανομένου και του Lee, ήταν σε θέση να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα.
Ο δαιμόνιος επιχειρηματίας αποφασίζει να ασχοληθεί με την επεξεργασία ζάχαρης και ιδρύει το πρώτο διυλιστήριο ζάχαρης της νότιας Κορέας, την Cheil Jedang, την 1η Αυγούστου 1953.
Σύμφωνα με τη The Chosun Daily, το εργοστάσιο παρήγαγε 6300 κιλά ζάχαρης και μείωσε δραστικά την εξάρτηση της νότιας Κορέας για εισαγωγές από 100%, σε 7% μέχρι το 1956. Τα σταθερά έσοδα του εγχειρήματος, επιτρέπουν στη Samsung να επεκταθεί στην παραγωγή και εξαγωγή κλωστοϋφαντουργικών αγαθών. Μέσα στην επόμενη δεκαετία, η οικονομική ανάπτυξη και ανοικοδόμηση της Νότιας Κορέας, ταυτίζεται με τον στρατηγικό σχεδιασμό επέκτασης και διαφοροποίησης εσόδων της Samsung. Η εταιρεία βρισκόταν στην προνομιακή θέση να εκμεταλλευτεί πλήρως τα προστατευτικά μέτρα της νοτιοκορεάτικης κυβέρνησης, που την προφύλασσαν από τον διεθνή ανταγωνισμό.
Εξαγορές τραπεζών, είσοδος στην κατασκευαστική και ασφαλιστική βιομηχανία και η παραγωγή λιπασμάτων, είναι μόνο μερικές από τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του Lee κατά τη διάρκεια των επόμενων δεκαετιών.
Η προδοσία του δευτερότοκου
Πολιτικό θρίλερ μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει τη δεκαετία του ’60 για την πορεία της Samsung. Το 1961, ο στρατηγός Park Chung Hee παίρνει την εξουσία με πραξικόπημα και ο, άλλοτε δικτυωμένος, Lee βρίσκεται ξαφνικά χωρίς κανένα φίλο στο νέο κυβερνών καθεστώς. Σύμφωνα με τον Cain, ο Lee είχε περισσότερα από 4 εκατομμύρια δολάρια (δολάρια ΗΠΑ) σε απλήρωτους φόρους. Για να αποφύγει τη φυλάκιση, αναγκάζεται να μεταφέρει το πλειοψηφικό μερίδιό του από τρεις τράπεζες στο κράτος και του επιτρέπει να αναλάβει πιο ενεργό ρόλο και στην εταιρία λιπασμάτων του.
Το 1966, ο δευτερότοκος γιός του Lee φυλακίζεται από την κυβέρνηση με την κατηγορία ότι έκλεψε 40.000 δολάρια, μέσω εκτροπής χημικών ουσιών που αγοράστηκαν για το εργοστάσιο λιπασμάτων σε μονάδα επεξεργασίας ζαχαρίνης. Για να εξαγοράσει την ελευθερία του, ο Lee συμφωνεί να δώσει το πλειοψηφικό μερίδιο και της εταιρίας λιπασμάτων στο κράτος. Μάλλον αχάριστο θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κανείς τον δευτερότοκο, ο οποίος αποφασίζει αργότερα να συνωμοτήσει με το δικτάτορα Park, αποκαλύπτοντας περεταίρω πληροφορίες σχετικά με τα περιουσιακά στοιχεία του πατέρα του, όταν αυτός δεν τον ορίζει διάδοχο της «οικογενειακή» επιχείρησης.
Ο Cain γράφει, πως οι σχέσεις μεταξύ γιού και πατέρα δεν αποκαταστάθηκαν ποτέ και το περιστατικό έκανε τον Lee ακόμα πιο αποφασισμένο να συνεχίσει να κρατάει τα ηνία της εταιρείας.
Η παγκόσμια άνοδος της Samsung
Τη γνώριμη σε μας μορφή της σαν κατασκευαστής ηλεκτρονικών συσκευών, αποκτά η Samsung, το 1969, με την ίδρυση της Samsung Electronics Industry που αργότερα μετονομάζεται απλά σε Samsung Electronics. Παρά τις αντιδράσεις των εγχώριων ανταγωνιστών, ο Lee Byung-cheol εκδίδει επιχειρηματική άδεια από την κυβέρνηση, υπό τον όρο ότι θα προμηθεύει μόνο ένα μικρό μέρος προϊόντων τεχνολογίας στην εγχώρια αγορά και θα εξάγει το υπόλοιπο, συμβάλλοντας, έτσι, στη βελτίωση του κορεάτικου εμπορικού ισοζυγίου. Το 1970, η Samsung παράγει τις πρώτες της ασπρόμαυρες τηλεοράσεις και επεκτείνεται στη ναυπηγική, τα πετροχημικά και τους κινητήρες αεροσκαφών. Μέχρι το 1974, η Samsung Heavy Industries έχει ήδη αναδειχθεί σε μία από τις μεγαλύτερες ναυπηγικές εταιρείες στον κόσμο. Ίσως ένα από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα της τελειομανίας και του αυταρχικού στυλ διοίκησης του Lee, είναι μία ιστορία της περιόδου. Κατά τη διάρκεια της επιθεώρησης μίας παρτίδας τηλεοράσεων, αφότου εντόπισε κάποιες ελαττωματικές συσκευές, κατέστρεψε ολοσχερώς ολόκληρη την παρτίδα τονίζοντας ότι όλα έπρεπε να είναι τέλεια.
Η δεκαετία του 1980 είναι κομβική για τη Samsung, καθώς αρχίζει να εστιάζει κυρίως στα ηλεκτρονικά και τους ημιαγωγούς. Η εταιρεία πραγματοποιεί σημαντικές επενδύσεις στην έρευνα και ανάπτυξη (R & D), και στα μέσα της δεκαετίας του 1980, μετατρέπεται σε σημαντικό παίκτη στη βιομηχανία των ημιαγωγών (ή chips). Ταυτόχρονα, η παρουσίαση της πρώτης της έγχρωμης τηλεόρασης, τη βοηθάει να καθιερωθεί παγκοσμίως.
Την ίδια δεκαετία, η Samsung εισέρχεται στη βιομηχανία των τηλεπικοινωνιών με την αγορά της Hanguk Jeonja Tongsin και στις αρχές της δεκαετίας, «ανοίγει μαγαζί» στη Γερμανία, την Πορτογαλία και τη Νέα Υόρκη.
Θάνατος και κληρονομία
Ο εμβληματικός επιχειρηματίας πεθαίνει το 1987 από καρκίνο του πνεύμονα. Οι New York Times, σε σχετικό άρθρο της εποχής, τον χαρακτηρίζουν πλουσιότερο άντρα της Κορέας και γνωστοποιούν ότι την ηγεσία της Samsung θα αναλάβει ο γιός του Lee Kun Hee. Η εταιρεία παρουσιάζει το πρώτο της κινητό τηλέφωνο στις αρχές της δεκαετίας του 1990, ενώ το λανσάρισμα της θρυλικής σειράς Galaxy, το 2009, την αναδεικνύει σε κύριο ανταγωνιστή της Apple.
Η σημασία της εταιρίας για την παγκόσμια οικονομία είναι αδιαμφισβήτητη. Σήμερα, η Samsung Group αποτελείται από περίπου 80 εταιρείες και θυγατρικές, οι οποίες δραστηριοποιούνται με κατασκευές, ηλεκτρονικά είδη ευρείας κατανάλωσης, χρηματοοικονομικές και ιατρικές υπηρεσίες, χημικά, τη βιοτεχνολογία και νανοτεχνολογία, την αεροδιαστημική και τη ναυπηγική. Ενώ, πιο κρίσιμες από ποτέ, είναι οι επενδύσεις της στον τομέα των chips και της τεχνητής νοημοσύνης.
Η πορεία της Samsung, από απλό πολυκατάστημα σε μία πολυεθνική άμεσα ταυτισμένη με την οικονομική ευημερία ενός ολόκληρου έθνους, μας δείχνει το λόγο που σίγουρα θα μελετάμε με προσοχή για πολλά ακόμα χρόνια τα μαθήματα επιχειρηματικότητας του Lee και των απογόνων του.