Στο δρόμο της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας ο ΟΔΔΗΧ βάζει πλώρη για πρόωρη αποπληρωμή πρόωρη υφιστάμενων ακριβών δανειακών υποχρεώσεων που πηγάζουν από τα διακρατικά δάνεια που οφείλει η Ελλάδα στις χώρες της Ευρωζώνης από το πρώτο Μνημόνιο. Με την κίνηση αυτή, το Δημόσιο επιδιώκει να ενισχύσει τη βιωσιμότητα του χρέους και την εμπιστοσύνη των αγορών στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το «επιθετικό» σενάριο που βρίσκεται στο τραπέζι προβλέπει τη προεξόφληση των δανείων από το πρώτο μνημόνιο με την καταβολή δύο δόσεων ύψους 5,29 δις. ευρώ από το «μαξιλάρι» με τα ταμειακά διαθέσιμα των 36 – 37 δις. ευρώ. Υπάρχει και το «ήπιο» σενάριο που προβλέπει την εξαγορά των δανείων του 2024 ύψους 2,645 δισ. ευρώ με επαναχάραξη του σχεδιασμού ανάλογα με τις μακροοικονομικές εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο. Να σημειωθεί ότι θα είναι δεύτερη προεξόφληση μετά τα 2,645 δισ. ευρώ την άνοιξη του 2022.
Επισημαίνεται ότι τα δάνεια του πρώτου μνημονίου από την ευρωζώνη ανέρχονται σε 52,9 δισ. ευρώ με διάρκεια αποπληρωμής από το 2020 έως τα 2040 και με επιτόκιο Euribor 3 μηνών + 0,5%, γεγονός που τα καθιστά ακριβά καθώς το Euribor 3μηνου είναι 3,412%. Επίσης από φέτος τρέχει και η εξυπηρέτηση των δανείων του EFSF ύψους 141,8 δισ. ευρώ με αποπληρωμή το 2056 ενώ από το 2034 προστίθενται τα 86 δισ. ευρώ από τον ESM ως το 2060.
Πηγή του ΟΔΔΗΧ τόνιζε χαρακτηριστικά ότι τα ελληνικά ομόλογα διαπραγματεύονται αυτή την στιγμή ως τίτλοι με επενδυτική βαθμίδα και αυτό που υπολείπεται είναι η επίσημη σφραγίδα από ένα ξένο οίκο. Αν όχι από την Fitch, στις 9 Ιουνίου, τότε στις 8 Σεπτεμβρίου από την DBRS που είναι ο επόμενος σταθμός ενώ υπάρχει και το παράθυρο με την Scoop στις 4 Αυγούστου, εφόσον η ΕΚΤ ανάψει το πράσινος φως για να μπει στη λίστα με τους υπολοίπους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης.
Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας θα ανοίξει ταυτόχρονα τον δρόμο για μια ισχυρή σε ποσά και σε διάρκεια έκδοση που θα διευκολύνει τον σχεδιασμό για μια νέα εξαγορά ακριβών ευρωπαϊκών δανείων χαμηλώνοντας αισθητά τον πήχη για τις καθαρές χρηματοδοτικές ανάγκες τα επόμενα έτη που ανέρχονται σε 9,43 δισ. ευρώ το 2024, σε 9,29 δισ. ευρώ το 2025, ενώ το 2026 ανεβαίνουν στα 13,17 δισ. ευρώ.
Θετικό αντίκτυπο θα υπάρξει και στο προφίλ του δημόσιου χρέους καθώς θα το καταστήσει ακόμη πιο βιώσιμο μέχρι το 2032 ενώ οφέλη θα υπάρξουν και για τον προϋπολογισμό. Περίπου 40 εκατ. ευρώ ήταν η εξοικονόμηση για τα ταμεία από τις προηγούμενες πρόωρες αποπληρωμές καθώς τα επιτόκια στις αγορές ομολόγων βρίσκονταν σε ιστορικό χαμηλό με αποτέλεσμα να υπάρχει κέρδος από το κόστος δανεισμού από τις αγορές για την αναπλήρωση διαθεσίμων.