Επιβράδυνση της ελληνικής οικονομίας «βλέπει» ο Οργανισμός για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ). «Βαρύ» το τίμημα από τον Πόλεμο στην Ουκρανία αλλά και τα lockdowns στην Κίνα, που επηρεάζουν σημαντικά τις επιδόσεις της διεθνούς οικονομίας. «Αν και οι πιέσεις από την πλευρά της προσφοράς έχουν αυξηθεί, η υπάρχουσα διαθέσιμη παραγωγική δυναμικότητα θα μετριάσει τις πιέσεις στις τιμές» αναφέρεται σε έκθεση του Οργανισμού.
Όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων «Οι αυξήσεις των παγκόσμιων τιμών, η αυξημένη αβεβαιότητα και οι πιο σφιχτές νομισματικές συνθήκες θα εξουδετερωθούν εν μέρει από τις δαπάνες του ελληνικού σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, τη δημοσιονομική στήριξη σε νοικοκυριά και εταιρείες και την ενίσχυση των εξαγωγών και των επενδύσεων», αναφέρει η έκθεση του ΟΟΣΑ (Economic Outlook).
Για τον πληθωρισμό, όπως υπολογίζεται με βάση τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή, ο ΟΟΣΑ προβλέπει ότι θα διαμορφωθεί στο 8,8% σε μέσα επίπεδα για να υποχωρήσει στο 3,4% το 2023. «Αν και οι πιέσεις από την πλευρά της προσφοράς έχουν αυξηθεί, η υπάρχουσα διαθέσιμη παραγωγική δυναμικότητα θα μετριάσει τις πιέσεις στις τιμές», σημειώνει.
Για την ανεργία προβλέπεται σημαντική μείωση φέτος στο 12,4% από 14,7% πέρυσι, ενώ για το 2023 εκτιμάται ότι θα κινηθεί περίπου στα ίδια επίπεδα (12,6%) καθώς η άνοδος της απασχόλησης αναμένεται να ανακοπεί προσωρινά λόγω της υψηλότερης αβεβαιότητας των εργοδοτών, των δυσκολιών για προσλήψεις εργαζομένων με τις ζητούμενες δεξιότητες και των αυξήσεων των μισθών.
Η έκθεση αναφέρει ότι ο κυβερνητικός σχεδιασμός για την επίτευξη ενός μικρού πρωτογενούς πλεονάσματος το 2023 θα βελτιώσει περαιτέρω τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών και θα στηρίξει, σε συνδυασμό με την αντιμετώπιση και των υπόλοιπων κόκκινων δανείων που έχουν μείνει στις τράπεζες, την απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας για τα ελληνικά ομόλογα.
«Τα ενισχυμένα από τις αυξημένες τιμές έσοδα και η ανάκαμψη θα βοηθήσουν την κυβέρνηση να επαναφέρει τον προϋπολογισμό σε πρωτογενές πλεόνασμα το 2023. Με τη χρήση των μη προγραμματισμένων εσόδων και αποταμιεύσεων για την επάνοδο σε δημοσιονομικό πλεόνασμα και τη διασφάλιση ότι τα μέτρα στήριξης θα είναι προσωρινά και στοχευμένα στα εισοδήματα των ευάλωτων νοικοκυριών παρά για την επιδότηση των τιμών, θα βελτιωνόταν περαιτέρω η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών», σημειώνει η έκθεση.
Ο ΟΟΣΑ τονίζει ότι η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει να ισορροπήσει μεταξύ των μέτρων στήριξης από τη μία πλευρά και της δημοσιονομικής βιωσιμότητας από την άλλη.
Σημειώνει ότι η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος «θα διατηρούσε τα ταμειακά διαθέσιμα της Ελλάδας για την κάλυψη ενδεχόμενων υποχρεώσεων και τη δημιουργία δημοσιονομικών μαξιλαριών και θα στήριζε τις προσπάθειες για την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας».
Ο Οργανισμός τάσσεται, επίσης, υπέρ του καθορισμού του κατώτατου μισθού μέσα από διαπραγματεύσεις των κοινωνικών εταίρων και όχι με κυβερνητική απόφαση. «Αναπτύσσοντας το σύστημα καθορισμού των μισθών με τρόπο, ώστε οι κοινωνικοί εταίροι να διαπραγματεύονται ευρείες συμφωνίες για τους όρους εργασίας που αντανακλούν την παραγωγικότητα και τις συνθήκες στην αγορά, παρά να υπάρχουν διοικητικές προσαρμογές στον κατώτατο μισθό, θα βελτίωνε την επίδοση της αγοράς εργασίας», αναφέρει.
Οι προβλέψεις για την παγκόσμια οικονομία
Ο κόσμος θα πληρώσει βαρύ τίμημα για τον πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, προειδοποιεί ο ΟΟΣΑ.
«Η έκταση που η ανάπτυξη θα μειωθεί και ο πληθωρισμός θα αυξηθεί θα εξαρτηθεί από την εξέλιξη του πολέμου αλλά είναι σαφές ότι οι φτωχότεροι θα πληγούν περισσότερο», σημειώνει.
Ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι η ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας θα επιβραδυνθεί στο 3% φέτος από 4,5% που προέβλεπε τον περασμένο Δεκέμβριο και στο 2,8% το 2023. Ο πληθωρισμός προβλέπεται να διαμορφωθεί σχεδόν στο 9% στις χώρες του ΟΟΣΑ το 2022, διπλάσιος σε σχέση με την προηγούμενη πρόβλεψη.
«Ο αυξημένος πληθωρισμός σε όλο τον κόσμο διαβρώνει το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και το βιοτικό επίπεδο, μειώνοντας την κατανάλωση. Η αβεβαιότητα αποθαρρύνει τις επιχειρηματικές επενδύσεις και απειλεί να μειώσει την προσφορά για τα επόμενα χρόνια. Ταυτόχρονα, η πολιτική της Κίνας για μηδενική ανοχή στα κρούσματα συνεχίζει να επηρεάζει αρνητικά τις παγκόσμιες προοπτικές, να μειώνει την εγχώρια ανάπτυξη και να διαταράσσει τις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες».
Οι ευρωπαϊκές οικονομίες πασχίζουν να απεξαρτηθούν από τα ρωσικά καύσιμα, αλλά «επειδή οι εναλλακτικές πηγές ενέργειας μπορεί να μην είναι εύκολο να βρεθούν γρήγορα, υπάρχει κίνδυνος υψηλότερων τιμών ή ακόμη και ελλείψεων. Αν ο πόλεμος κλιμακωθεί ή γίνει πιο παρατεταμένος, οι προοπτικές θα επιδεινώνονταν, ιδιαίτερα για τις χώρες χαμηλού εισοδήματος και την Ευρώπη», σημειώνει ο ΟΟΣΑ.
Ο Οργανισμός εκτιμά ότι λόγω των υψηλών επιπέδων πληθωρισμού και απασχόλησης δεν υπάρχει πλέον ανάγκη για χαλαρή νομισματική πολιτική. «Η άρση των μέτρων στήριξης είναι επομένως δικαιολογημένη σε όλο τον κόσμο, αλλά με ιδιαίτερη προσοχή στην Ευρώπη όπου κυριαρχεί ο πληθωρισμός από την πλευρά της προσφοράς».
Για τη δημοσιονομική πολιτική, ο ΟΟΣΑ σημειώνει ότι διαχείρισή της είναι ιδιαίτερα περίπλοκη και προσθέτει ότι «λόγω των σημερινών επιπέδων ανάπτυξης, απασχόλησης και πληθωρισμού, η ανάγκη για στήριξη των εισοδημάτων στο σύνολο της οικονομίας δεν υφίσταται πλέον και πρέπει να αντικατασταθεί από καλύτερα στοχευμένα μέτρα».