Ο Γάλλος υπουργός Οικονομίας Μπρουνό Λεμέρ συνέκρινε «σε ένταση, σε βαναυσότητα» την τωρινή ενεργειακή κρίση που χαρακτηρίζεται από εκτόξευση των τιμών «με το πετρελαϊκό σοκ του 1973». Η τιμή του πετρελαίου και του αερίου εκτινάχθηκαν από την αρχή της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, στις 24 Φεβρουαρίου, και μετά τις κυρώσεις της Δύσης που στοχοθετούν τη Μόσχα.

Το πετρέλαιο κινείται αυτή τη στιγμή πάνω από τα 120 δολάρια, όχι μακριά από τα ιστορικά του ρεκόρ, ενώ το αέριο έχει φθάσει σε πρωτόγνωρα επίπεδα.

Ο Λεμέρ, οι δηλώσεις του οποίου έγιναν κατά την έναρξη συνεδρίου για την ενεργειακή ανεξαρτησία, εκτίμησε ωστόσο ότι ένα δεύτερο σχέδιο μαζικής κρατικής στήριξης στη χώρα, ύστερα από αυτό που τέθηκε σε εφαρμογή κατά την κρίση της Covid-19, «απλά θα τροφοδοτήσει την αύξηση των τιμών».

«Θα ήταν σαν να ρίχνουμε βενζίνη στη φωτιά», δήλωσε ο υπουργός. «Το 1973, αυτή η απάντηση προκάλεσε το πληθωριστικό σοκ που γνωρίζετε, οδήγησε τις κεντρικές τράπεζες να αυξήσουν μαζικά τα επιτόκια, κάτι που σκότωσε την ανάπτυξη».

«Αυτό έχει όνομα, στασιμοπληθωρισμός, είναι αυτό ακριβώς που δεν θέλουμε να ξαναζήσουμε το 2022», δήλωσε ο υπουργός στην έναρξη του συνεδρίου που συγκεντρώνει στο Παρίσι πολιτικούς, επιχειρηματίες, ειδικούς σε θέματα ενέργειας και οικονομολόγους.

Η Ευρώπη εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τη ρωσική ενέργεια και προσπαθεί να βρει λύση για τους επόμενους μήνες.

«Η σωστή απάντηση που γνωρίζουμε είναι η απόλυτη ανεξαρτησία», δήλωσε ο Λεμέρ.

Απέναντι στη σύγκρουση της Ουκρανίας, η Ουάσινγκτον αποφάσισε χθες, Τρίτη, να απαγορεύσει τις εισαγωγές ρωσικών υδρογονανθράκων και το Ηνωμένο Βασίλειο ανακοίνωσε το τέλος των εισαγωγών ρωσικής ενέργειας έως το τέλος του 2022.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση προς το παρόν αρνείται να θεσπίσει εμπάργκο στις ρωσικές εισαγωγές, που διασφαλίζουν το 40% των αναγκών της σε φυσικό αέριο και το 30% για το πετρέλαιο.

Τέσσερις στους 5 Αμερικανούς υποστηρίζουν τον τερματισμό των εισαγωγών ρωσικής ενέργειας

Μία μεγάλη πλειοψηφία των Αμερικανών υποστηρίζει τον τερματισμό των εισαγωγών ρωσικής ενέργειας, αντιδρώντας στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, παρά την αύξηση στις τιμές της βενζίνης, σύμφωνα με τα αποτελέσματα δημοσκόπησης (Reuters/Ipsos).

Η δημοσκόπηση πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα και την Τρίτη, ενώ δείχνει ότι ο Δημοκρατικός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έχει ευρεία υποστήριξη από τους ψηφοφόρους του κόμματός του και από Ρεπουμπλικάνους για την απαγόρευση των εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου στις ΗΠΑ.

Ποσοστό 80% των συμμετεχόντων στη δημοσκόπηση -συμπεριλαμβανομένων και διακομματικών πλειοψηφιών- δηλώνουν ότι οι Αμερικανοί δεν πρέπει να αγοράσουν πετρέλαιο και φυσικό αέριο από τη Ρωσία στη διάρκεια των πολεμικών συγκρούσεων, παρά το γεγονός ότι η στάση αυτή προκαλεί αύξηση στις τιμές της βενζίνης. Το συνολικό επίπεδο υποστήριξης παρέμεινε σταθερό από τη δημοσκόπηση της προηγούμενης εβδομάδας, παρά το γεγονός ότι η μέση τιμή των καυσίμων στις ΗΠΑ αυξήθηκε χθες στην τιμή ρεκόρ των 4,17 δολαρίων (3,82 ευρώ) το γαλόνι.

Πριν από τη χθεσινή ανακοίνωση του Μπάιντεν για τον τερματισμό της αγοράς ρωσικής ενέργειας στις ΗΠΑ, μία κλιμάκωση των ρωσικών βομβαρδισμών κατά ουκρανικών πόλεων άσκησε πίεση στον Αμερικανό πρόεδρο για την επιτάχυνση της εφαρμογής κυρώσεων κατά της Μόσχας.

Ποσοστό περίπου 63% των συμμετεχόντων στη δημοσκόπηση δήλωσαν ότι η αύξηση στην τιμή τον καυσίμων αξίζει το οικονομικό τίμημα για την υπεράσπιση μιας άλλης δημοκρατίας. Περίπου τα 2/3 των συμμετεχόντων δήλωσαν ότι θα ήταν διατεθειμένα να πληρώσουν περισσότερα από άλλο ένα δολάριο το γαλόνι για τη βενζίνη. Ωστόσο, η άποψη αυτή, ήταν περισσότερο κοινή μεταξύ των Δημοκρατικών παρά μεταξύ των Ρεπουμπλικάνων.

Ποσοστό 73% των συμμετεχόντων στη δημοσκόπηση δήλωσαν ότι θα υποστήριζαν μία κίνηση από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους στο ΝΑΤΟ για την επιβολή μιας ζώνης απαγόρευσης πτήσεων πάνω από την Ουκρανία, στο πλαίσιο μιας προσπάθειας προστασίας των Ουκρανών από τις ρωσικές αεροπορικές επιθέσεις. Η άποψη αυτή εκφράστηκε στη δημοσκόπηση, παρά το γεγονός ότι μπορεί να φέρει σε άμεση σύγκρουση το ΝΑΤΟ με τις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις.

Το ΝΑΤΟ έχει απορρίψει τα αιτήματα για την επιβολή μιας ζώνης απαγόρευσης πτήσεων, εξαιτίας των ανησυχιών που υπάρχουν για έναν πόλεμο με τη Ρωσία, που είναι πυρηνική δύναμη. Οι διακομματικές πλειοψηφίες στη δημοσκόπηση δήλωσαν ότι είναι αντίθετες στην ιδέα χρήσης αεροπορικών πληγμάτων από τις ΗΠΑ ή της αποστολής Αμερικανών στρατιωτών στην Ουκρανία.

Η διαχείριση της κρίσης από τον Μπάιντεν έλαβε καλύτερα ποσοστά τις προηγούμενες εβδομάδες, με ποσοστό αποδοχής 45% στην πιο πρόσφατη δημοσκόπηση, έναντι ποσοστού 34% στη δημοσκόπηση που είχε ολοκληρωθεί την παραμονή της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία (24 Φεβρουαρίου), όπως μεταδίδει το Reuters και αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Μία ξεχωριστή δημοσκόπηση (Reuters/Ipsos) που ολοκληρώθηκε χθες Τρίτη έδειξε ότι το ποσοστό των Αμερικανών που δεν εγκρίνουν την προεδρία του Μπάιντεν μειώθηκε κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες από την προηγούμενη εβδομάδα στο 49%, για πρώτη φορά κάτω από 50% από τον Δεκέμβριο.

Το ποσοστό αποδοχής του Μπάιντεν, που ήταν κάτω από το 50% από τον Αύγουστο και παραμένει κοντά στο χαμηλότερο ποσοστό της προεδρίας του, αυξήθηκε στο 45% από 43% την προηγούμενη εβδομάδα.

Οι δύο δημοσκοπήσεις πραγματοποιήθηκαν διαδικτυακά και στα αγγλικά σε παναμερικανικό επίπεδο, ενώ συγκέντρωσαν τις απόψεις 1.005 συμμετεχόντων με ποσοστό ακρίβειας γύρω στο 4%.