Τα σχέδια του οικονομικού επιτελείου για την επόμενη έξοδο του ελληνικού δημοσίου στις αγορές «πάγωσε» μέχρι νεωτέρας η ανοδική τροχιά των επιτοκίων. Η απόδοση του δεκαετούς ομολόγου έσπασε το φράγμα του 2% την Παρασκευή (4/2), ξεπέρασε το 2,3% χθες (7/2) και συνεχίζει. Τον περασμένο Ιούνιο το επιτόκιο για την έκδοση 10ετούς ομολόγου ήταν στο 0,88%, οπότε σε σχέση με τη νέα τιμή απόδοσης καταγράφεται άνοδος 160% ενώ σε υψηλές πτήσεις κινούνται και οι αποδόσεις στο 5ετές που φθάνουν στην περιοχή του 1,4%.

Οι ολοένα και εντεινόμενες πιέσεις στα επιτόκια στις διεθνείς αγορές φέρνουν αναδιάταξη των επιλογών και του χρονοδιαγράμματος δανεισμού για το 2022 με τους αναλυτές να προεξοφλούν το τέλος του «φθηνού χρήματος» λόγω του πληθωριστικού κύματος.

Ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους «πρόλαβε» και άντλησε 3 δισ. ευρώ τον Ιανουάριο μέσω έκδοσης δεκαετούς ομολόγου με κόστος κοντά στο 1,8%. Το τοπίο για την επόμενη έξοδο όσο διαρκεί η αναταραχή παραμένει θολό.

Τα ταμειακά διαθέσιμα του ελληνικού δημοσίου ακόμα και μετά τη σχεδιαζόμενη διπλή πρόωρη αποπληρωμή διμερών δανείων και ΔΝΤ συνολικού ύψους 7 δισ. ευρώ, παραμένουν σε επίπεδο ασφαλείας, άνω των 30 δισ. ευρώ. Η εξέλιξη αυτή, επιτρέπει στον ΟΔΔΗΧ να παρακολουθεί από απόσταση ασφαλείας τις εξελίξεις χωρίς να βιάζεται να δοκιμάσει μια νέα έξοδο στις αγορές. Σε ένα ακραίο σενάριο, θα μπορούσε ακόμα και να μην εκτελέσει πλήρως το πλάνο δανεισμού των 12 δισ. ευρώ στο σύνολο του έτους (απομένουν 9 δισ. ευρώ).

Πάντως το σκηνικό δημιουργεί σοβαρούς δημοσιονομικούς κινδύνους καθώς η «κούρσα» των επιτοκίων επιβαρύνει το κόστος δανεισμού, αποτελεί τροχοπέδη για την ανάπτυξη και δυσχεραίνει την ανάκτηση επενδυτικής βαθμίδας για τα ελληνικά ομόλογα.

Αρμόδια στελέχη κάνουν λόγο για σύννεφα στον ορίζοντα καθώς η FED ανοίγει κύκλο αύξησης των επιτοκίων για τη συγκράτηση του πληθωρισμού ενώ το σήμα που εκπέμπει η ΕΚΤ παραπέμπει σε σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής. Μάλιστα, οι αναλυτές εκτιμούν ότι η ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα δεν αποκλείεται να προχωρήσει σε αναπροσαρμογή επιτοκίων ακόμα και μέσα στο δεύτερο τρίμηνο του έτους μετά τις αναθεωρημένες επί τα χείρω προβλέψεις για την ένταση και τη διάρκεια των πληθωριστικών πιέσεων.

Καμπανάκι για την άνοδο των επιτοκίων έχει χτυπήσει ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θόδωρος Σκυλακάκης σημειώνοντας ότι «φέτος τελειώνει η έκτακτη στήριξη της ΕΚΤ και η χώρα πρέπει να δανειστεί από τις αγορές, καθώς πρέπει να πάει την επενδυτική βαθμίδα…Υπάρχει μια αύξηση γενικότερη των επιτοκίων, η αύξηση των επιτοκίων είναι συνάρτηση της αύξησης του πληθωρισμού και συνεπώς σε μια περίοδο αύξηση των επιτοκίων μια χώρα με πολύ μεγάλο χρέος πρέπει να είναι διπλά προσεκτική».

Με βάση τον ΟΔΔΗΧ το δανειακό πρόγραμμα για το 2022 θα κινηθεί στα 12 δισ. ευρώ έναντι 15,8 δισ. ευρώ το προηγούμενο έτος ενώ ο προγραμματισμός προβλέπει την έκδοση προς το τέλος της χρονιάς «πράσινου» ομολόγου μέσης η μακροπρόθεσμης διάρκειας. Στρατηγικός στόχος είναι η συνεχής παρουσία στις διεθνείς αγορές χρέους η του κόστους δανεισμού και της αναλογίας του χρέους ως προς το ΑΕΠ και η διασφάλιση υψηλής ρευστότητας με διαφύλαξη της δεξαμενής των ταμειακών διαθεσίμων. Σύμφωνα με τον ΟΔΔΗΧ οι δανειακές ανάγκες ανέρχονται φέτος σε 24,8 δισ. ευρώ και αφορούν αποπληρωμές ομολόγων (8 δισ. ευρώ) τόκους (4,7 δισ. ευρώ), χρηματοδότηση ελλείμματος (2,7 δισ. ευρώ) πρόωρες αποπληρωμές (έντοκα, οφειλές σε ΔΝΤ και διμερή δάνεια ύψους 5,2 δισ. ευρώ), και άλλες υποχρεώσεις (4,3 δισ. ευρώ).