Τα κράτη μέλη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου προειδοποίησαν σήμερα για τους κινδύνους που αντιμετωπίζει η παγκόσμια οικονομία εξαιτίας των απότομων μεταβολών των συναλλαγματικών ισοτιμιών και των γεωπολιτικών εντάσεων, ενώ παράλληλα σημείωσαν τη «μέτρια» παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη και τις «άνισες προοπτικές».
Αν και οι οικονομίες των αναπτυσσόμενων χωρών έχουν ενισχυθεί, ορισμένες αναδυόμενες οικονομίες πλήττονται από τις χαμηλότερες τιμές των πρώτων υλών και των εξαγωγικών τους προϊόντων, επισήμανε η Διεθνής Οικονομική και Νομισματική Επιτροπή (ΔΝΟΕ) του ΔΝΤ σε ανακοίνωσή της.
Καθώς η ομοσπονδιακή κεντρική τράπεζα των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής αναμένεται να αυξήσει το αμέσως προσεχές διάστημα τα επιτόκιά της, η επιτροπή αυτή, η οποία εκφράζει τα 188 κράτη-μέλη του ΔΝΤ, επισήμανε ότι οι κινήσεις προς την «εξομάλυνση της πολιτικής» των κεντρικών τραπεζών χρειάζεται να γνωστοποιηθεί έγκαιρα και αποτελεσματικά ώστε να μειωθούν οι αρνητικές επιπτώσεις για τις άλλες οικονομίες.
Ακόμη, σημείωσε ότι η «πιθανότητα χαμηλότερης αναπτυξιακής προοπτικής» εξελίσσεται σε μια σημαντική πρόκληση σε παγκόσμιο επίπεδο, κάτι που ο πρόεδρος της επιτροπής τόνισε ότι ήταν ανάμεσα στα κεντρικά ζητήματα που συζητήθηκαν χθες Σάββατο.
«Βγαίνω από τη συνάντηση αυτή με μια αίσθηση αισιοδοξίας», τόνισε ο πρόεδρος της επιτροπής, ο υπουργός Οικονομικών του Μεξικού Αγκουστίν Κάρστενς.
«Το γεγονός είναι ότι μεγάλο μέρος της συζήτησης βασικά περιστράφηκε γύρω από το πώς θα τονωθεί η ανάπτυξη […] και όχι μόνο στη συζήτηση για τους κινδύνους, θεωρώ ότι αυτό είναι ένα πολύ καλό σημάδι», είπε ο Κάρστενς.
Οι εαρινές σύνοδοι του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, οι οποίες ολοκληρώνονται σήμερα Κυριακή, διεξάγονται εν μέσω των ανησυχιών για ενδεχόμενη αποτυχία στις διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην Ελλάδα και τους διεθνείς πιστωτές της, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, όσον αφορά την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που θα οδηγήσουν στην εκταμίευση της τελευταίας δόσης του τρέχοντος προγράμματος στήριξης της οικονομίας της.
Ταυτόχρονα, οι κίνδυνοι που εγείρει η ισχυροποίηση του δολαρίου και η μείωση των τιμών των πρώτων υλών στις διεθνείς αγορές πλήττουν τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, ιδίως διότι παράλληλα επιβραδύνεται ο ρυθμός ανάπτυξης της Κίνας.
Ο χαμηλός πληθωρισμός παραμένει μια ανησυχία για πολλές αναπτυσσόμενες οικονομίες, παρά τις ενδείξεις ότι το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης που έχει θέσει σε εφαρμογή η ΕΚΤ έχει τονώσει την οικονομία της ευρωζώνης. Στην ανακοίνωση διατυπώνεται η έκκληση να εφαρμόζεται χαλαρή νομισματική πολιτική όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο.
«Οι παγκόσμιες ανισορροπίες μειώθηκαν εν σχέσει με τα προηγούμενα χρόνια, αλλά χρειάζεται ακόμη περαιτέρω επανεξισορρόπηση της ζήτησης», σύμφωνα με την ανακοίνωση. Η φράση αυτή μοιάζει να αποτελεί μια νύξη που αντηχεί τις ανησυχίες των ΗΠΑ για το πλεόνασμα των τρεχουσών εμπορικών συναλλαγών της Γερμανίας, καθώς και άλλων χωρών.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, οι κινήσεις της ομοσπονδιακής κεντρικής τράπεζας, της Fed, που υποδεικνύουν ότι ο θεσμός κινείται προς την αύξηση των βασικών επιτοκίων έχει οδηγήσει σε μεγάλη αύξηση το δολάριο, και αξιωματούχοι από χώρες σε όλο τον κόσμο προειδοποίησαν ότι ο κίνδυνος να υπάρξει αναστάτωση στις αγορές και να πληγούν οικονομίες εντείνεται, όσο η πορεία που ακολουθούν οι σημαντικότερες κεντρικές τράπεζες σε διεθνές επίπεδο αποκλίνει.
Ο καναδός υπουργός Οικονομικών Τζο Όλιβερ ανέφερε σε μια ανακοίνωσή του προς την επιτροπή αυτή του ΔΝΤ ότι «ανάμεσα στους πιο σημαντικούς πτωτικούς κινδύνους (είναι) η πιθανότητα χρηματοοικονομικής αστάθειας η οποία σχετίζεται με την εφαρμογή ασύγχρονων νομισματικών πολιτικών σε συστημικά σημαντικές οικονομίες».
Αν και ελάχιστες ενδείξεις υπήρξαν στις συνόδους περί επαπειλούμενης αναζωπύρωσης των «νομισματικών πολέμων», παρά την άνοδο της συναλλαγματικής ισοτιμίας του δολαρίου έναντι του ευρώ και του γεν, η αυξανόμενη οικονομική επιρροή της Κίνας επισκίασε τις συνομιλίες.
Το Πεκίνο προσπαθεί να προωθήσει τη δική της αναπτυξιακή τράπεζα, η οποία μπορεί να αναδειχθεί σε αντίπαλο των θεσμών της Ουάσινγκτον, ενώ πιέζει επίσης για να ενταχθεί το γιούαν στο λεγόμενο καλάθι νομισμάτων του ΔΝΤ, γεγονός το οποίο θα αντανακλά την οικονομική της ισχύ.