Στα ύψη εκτινάχθηκαν οι πωλήσεις των σούπερ μάρκετ, καθώς εισέπραξαν σχεδόν 900 εκατ. ευρώ επιπλέον το 2020 σε σχέση με το 2019, όπως προκύπτει από το «Πανόραμα των Ελληνικών Σούπερ Μάρκετ 2021» βάσει των ισολογισμών 34 αλυσίδων, που αποτελούν το δείγμα ανάλυσης.
Συγκεκριμένα, το 2020, οι 34 υπό μελέτη επιχειρήσεις κατέγραψαν πωλήσεις αξίας 9,98 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 868,77 εκατ. ευρώ ή 9,54% σε σχέση με τα 9,11 δισ. ευρώ του 2019. Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτή είναι η τέταρτη συνεχόμενη χρονιά σημαντικής αύξησης. Συνολικά αυτήν την τετραετία η αύξηση ξεπερνά το 28% και αντιπροσωπεύει επιπλέον ποσό ύψους 2,19 δισ. ευρώ, κάτι που αποδίδεται σε τρεις παράγοντες:
- στην πανδημία COVID-19 και τα επακόλουθα lockdown,
- στην ολοκλήρωση της επαναλειτουργίας του δικτύου καταστημάτων της Μαρινόπουλος,
- στην οργανική ανάπτυξη του κλάδου.
Σε κάθε περίπτωση, δεν πρέπει να υποβαθμίζεται η επίδραση της πανδημίας. Η καταγραφόμενη συνολική αύξηση της δαπάνης των νοικοκυριών σε είδη παντοπωλείου για το 2020 (3,70%, σύμφωνα με το ΙΕΛΚΑ) οφείλεται κυρίως στα lockdown της εξεταζόμενης χρονιάς, τις «αγορές πανικού» της άνοιξης του 2020 και το κλείσιμο της εστίασης για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Θα πρέπει τέλος να σημειωθεί και η αλματώδης αύξηση των online πωλήσεων του κλάδου, η οποία, σύμφωνα με τα στοιχεία της Convert Group, ήταν 260% σε σχέση με το 2019, διαμορφώνοντας τζίρο ύψους 163,30 εκατ. ευρώ.
Οι «Big Four» στην αύξηση πωλήσεων
Στην ανάλυση όπου εξετάζονται τα βασικά οικονομικά μεγέθη των 10 μεγαλύτερων σε πωλήσεις εταιρειών του κλάδου, λαμβάνοντας υπόψη και τους ενοποιημένους ισολογισμούς όσων εξ αυτών δημοσιεύουν, τις υψηλότερες πωλήσεις -αλλά και τη μεγαλύτερη αύξηση στον κλάδο-, καταγράφει ο όμιλος Ελληνικές Υπεραγορές Σκλαβενίτης, με 3,79 δισ. ευρώ, με αύξηση κατά 15,59% και επιπλέον 511,46 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2019. Πρόκειται για ένα πραγματικά τεράστιο ποσό, που αντιστοιχεί σε πωλήσεις υψηλότερες της 5ης επιχείρησης του δείγματος. Στη δεύτερη θέση βάσει κύκλου εργασιών βρίσκεται ο όμιλος Άλφα Βήτα Βασιλόπουλος με 2,02 δισ. ευρώ και αύξηση κατά 3,76% σε σχέση με το 2019 (μετά από 2 έτη μικρών μειώσεων), προσθέτοντας στον συνολικό του τζίρο 70,20 εκατ. ευρώ. Στην τρίτη θέση βρίσκεται η Μετρό, με σημαντική αύξηση πωλήσεων κατά 6,00%, φτάνοντας τα 1,36 δισ. ευρώ. Ακολουθεί η Δ. Μασούτης με 882,47 εκατ. ευρώ και μεγάλη αύξηση κατά 6,34%.
Αθροιστικά οι 10 μεγαλύτεροι όμιλοι και εταιρείες παρουσιάζουν το 2020 εντυπωσιακή αύξηση στα κέρδη σε σχέση με το 2019. Συνολικά οι 10 μεγαλύτεροι οργανισμοί του κλάδου εμφάνισαν το 2020 καθαρά αποτελέσματα προ φόρων (κέρδη) 171,73 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 167,56% σε σχέση με τα 64,18 εκατ. ευρώ του 2019. Ως εκ τούτου, ο δείκτης καθαρής κερδοφορίας των 10 μεγαλύτερων ομίλων και εταιρειών διαμορφώθηκε στο 1,76% έναντι 0,72% το 2019, μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ. H καθαρή κερδοφορία για το σύνολο των 34 υπό εξέταση επιχειρήσεων το 2020 είναι λίγο υψηλότερη, αλλά παρουσιάζει μικρότερη ποσοστιαία μεταβολή, λόγω της επίδρασης των μεγεθών των μεγαλύτερων εταιρειών. Συγκεκριμένα, τα καθαρά αποτελέσματα εμφανίζονται αυξημένα κατά 113,60% από 89,36 εκατ. ευρώ σε 190,87 εκατ. ευρώ. Το καθαρό περιθώριο κέρδους επομένως διαμορφώθηκε σε 1,91% έναντι 0,98% το 2019.
Η εξέλιξη αυτή είναι αποτέλεσμα της πλήρους αντιστροφής των ζημιών σε κέρδη που εμφάνισε το 2020 ο όμιλος Ελληνικές Υπεραγορές Σκλαβενίτης σε σχέση με το 2019 (και ακόμα περισσότερο σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια), καθώς επίσης και της γενικότερης τάσης αύξησης της κερδοφορίας των περισσότερων άλλων εταιρειών. Συγκεκριμένα, οι 8 από τις 10 μεγαλύτερες επιχειρήσεις-ομίλους καταγράφουν συνολικά αυξημένα κέρδη, όπως και οι 28 από τις 34 στο σύνολο.
Μία πιο ρεαλιστική εικόνα δίνει και ο δείκτης προ Χρηματοοικονομικού Κόστους και Αποσβέσεων (EBITDA), ο οποίος, ενσωματώνοντας την αυξητική τάση των αποσβέσεων, και ειδικά των αποσβέσεων μισθώσεων (που πρωτοεμφανίστηκαν το 2019), παρουσίασε μεγάλη αύξηση, από 5,50% σε 6,26% για τους 10 μεγαλύτερους ομίλους και εταιρείες, ενώ για το σύνολο των 34 εταιρειών και ομίλων αυξήθηκε από 5,69% σε 6,48%. Πρακτικά, μετά την εφαρμογή των νέων λογιστικών προτύπων, ο συγκεκριμένος δείκτης θα καταγράφεται πάντα σε υψηλότερο επίπεδο σε σχέση με το παρελθόν, κάτι που πρέπει πάντα να λαμβάνεται υπ’ όψιν.