Όταν πριν από περίπου δύο χρόνια, η low cost αεροπορική εταιρεία, Ryanair, ανακοίνωνε την πρόθεσή της να προσθέσει στο δίκτυό της και την Αθήνα, πολλοί ήταν αυτοί, που απόρησαν για τη χρονική συγκυρία, που επελέγη.
Ήταν τότε, που, ταυτόχρονα, οι εμπλεκόμενοι φορείς με τον τουρισμό, κάθονταν στο ίδιο τραπέζι, και οργάνωναν ένα μακροχρόνιο σχέδιο ανάκαμψης του τουρισμού στην πρωτεύουσα.
Είκοσι τέσσερις μήνες μετά, οι λόγοι της απόφασης των Ιρλανδών γίνονται με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο προφανείς:
Εκτίμησαν πολύ απλά – και σωστά – ότι οι αριθμοί για το τουριστικό προϊόν είχαν πιάσει πάτο και, βλέποντας και τις πρωτοβουλίες από τους εν Ελλάδι παράγοντες, διέκριναν πως το τουριστικό ρεύμα θα αρχίσει να επανακάμπτει προς την πρωτεύουσα.
Αυτός, άλλωστε, είναι και ο λόγος, που αυξάνεται διαρκώς και η κίνηση στις πτήσεις τους.
Δεν είναι η Ryanair ο λόγος, που ήρθαν περισσότεροι τουρίστες στην Αθήνα. Οι τουρίστες αυτοί, που επιλέγουν τις χαμηλού κόστους εταιρείες, θα έβρισκαν κάποια άλλη αεροπορική τέτοιου είδους για να επισκεφτούν την πρωτεύουσα. Απλά, οι Ιρλανδοί μπήκαν σφήνα στον ανταγωνισμό και πήραν κομμάτι από τη συγκεκριμένη και διαρκώς αυξανόμενη πίτα.
Ας μη λένε, λοιπόν, διαρκώς πως αυτοί είναι, που αύξησαν τους εισερχόμενους τουρίστες στο Ελευθέριος Βενιζέλος. Οι ξένοι θα έρχονταν ούτως ή άλλως. Και, αν δεν υπήρχε η Ryanair, θα χρησιμοποιούσαν την Easyjet και τις υπόλοιπες low cost.
Γι αυτό, λοιπόν, έκαναν αυτή τη στροφή 180 μοιρών το 2013, και άλλαξαν το μοντέλο ανάπτυξής τους, που περιλαμβάνει παρουσία σε περιφερειακά αεροδρόμια και μπήκαν σε αυτό της Αθήνας.
Γιατί είδαν την προοπτική της πρωτεύουσας στο μέλλον και τη σύνδεση, που μπορεί να προσφέρει με τη νησιωτική Ελλάδα.
Γι’ αυτό και ο εμπορικός τους διευθυντής δήλωσε χθες ότι θα συνεχίσουν να επενδύουν στην Αθήνα.
Γι’ αυτο και καταβάλλουν κανονικά τα τέλη και τους φόρους, που προβλέπονται, αν και στην αρχή ζητούσαν να μην πληρώνουν ούτε ένα ευρώ!
Η πρακτική τους, άλλωστε, είναι να ζητούν χρήματα από μικρά αεροδρόμια, για να προσγειώνονται εκεί τα αεροπλάνα τους, επικαλούμενοι τα οφέλη, που θα φέρουν οι πτήσεις τους στην τοπική κοινωνία (ό,τι έγινε δηλαδή και με την περίπτωση της Αγχιάλου), ενώ, μόλις προκύπτει το οποιοδήποτε πρόβλημα, εγκαταλείπουν το αεροδρόμιο εν μία νυκτί (βλ. περίπτωση περιφερειακού αερολιμένα στη Μαδρίτη)!
Αυτός, άλλωστε, είναι και ο βασικός λόγος, που η Ryanair αντιτίθεται στην παραχώρηση των περιφερειακών αεροδρομίων. Η αντίδρασή της αυτή έχει λογική, καθώς, όταν η τακτική της είναι να βάζει το μαχαίρι στο λαιμό -όπως κατηγορείται- σε φορείς και Δήμους, κάποιοι εκ των οποίων υποκύπτουν, θεωρώντας ότι αλλιώς θα χάσουν τουρίστες, με το μοντέλο διαχείρισης των ελληνικών μικρών αεροδρομίων από μία κοινοπραξία, οι Ιρλανδοί θα πρέπει να διαπραγματεύονται με ισχυρούς επενδυτές και να παίζουν με τους όρους της αγοράς και όχι με τη λογική, «αν δεν μου κάνεις το χατίρι, τα μαζεύω και φεύγω».
Επιπλέον, με δεδομένο ότι η σύμβαση παραχώρησης των αεροδρομίων προβλέπει τον πλήρη εκσυγχρονισμό τους, μέσω μεγάλου σχεδίου επενδύσεων, οι Ιρλανδοί θα απωλέσουν και το επιχείρημά τους πως στηρίζουν αεροδρόμια, ακόμα και αν δεν είναι και τα πλέον σύγχρονα και είναι απαξιωμένα, και φέρνουν τουρίστες, σε προορισμούς, που άλλες εταιρείες απέχουν, λόγω της κατάστασης των αερολιμένων.