Η «επόμενη μέρα» του ελληνικού ξενοδοχείου μέσα από την αξιοποίηση των διαθέσιμων χρηματοδοτικών εργαλείων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης «Ελλάδα 2.0», συζητήθηκε σήμερα Τετάρτη (14/7) στην υβριδική ημερίδα με θέμα «Η επόμενη μέρα του Ελληνικού Ξενοδοχείου, αξιοποιώντας τα χρηματοδοτικά μέσα» που συνδιοργάνωσαν το υπουργείο Τουρισμού και το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο της Ελλάδος, στον Φάρο του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (Κ.Π.Ι.Σ.Ν.).
Στην ομιλία του, ο υπουργός Τουρισμού, Χάρης Θεοχάρης, επισήμανε τις ευκαιρίες που δίνουν οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης για τον ελληνικό τουρισμό, τονίζοντας ταυτόχρονα την ανάγκη για πρόοδο στον εμβολιασμό που έχει κρίσιμη σημασία για το φετινό καλοκαίρι.
Συγκεκριμένα, είπε: «Έχουμε χρέος – και είναι το πρωταρχικό χρέος – απέναντι στον εαυτό μας, τους οικείους μας και ευρύτερα την πατρίδα και τους ξένους φιλοξενούμενούς μας να εμβολιαστούμε. Φοβάμαι ότι υπάρχουν πολλοί ακόμη οι οποίοι δεν έχουν αντιληφθεί, ότι από την ταχύτερη δυνατή πρόοδο των εμβολιασμών εξαρτάται το φετινό καλοκαίρι για τον ελληνικό τουρισμό.
Η μηδαμινή θετικότητα στις πύλες εισόδου, μας δείχνει ξεκάθαρα ότι δεν είναι η αύξηση των κρουσμάτων Covid-19 στην Ελλάδα δεν σχετίζεται με τον τουρισμό. Και ακριβώς γι’ αυτό έχουμε ακόμη μεγαλύτερη υποχρέωση να συμβάλουμε με όλες μας τις δυνάμεις στην επιτάχυνση του εμβολιαστικού προγράμματος.
Η προστασία της υγείας με τη συμβολή όλων μας, είναι το απαραίτητο υπόβαθρο, πάνω στο οποίο μπορεί να κτιστεί στέρεα το μέλλον του ξενοδοχειακού και του τουριστικού κλάδου στην Ελλάδα. Η ευκαιρία που μας δίνει το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης από τις συνέπειες της πανδημίας, είναι μοναδική: Έχουμε στη διάθεσή μας 260 εκατ. ευρώ για να ξεκινήσουμε τον ουσιαστικό και μακρόπνοο μετασχηματισμό του ελληνικού τουρισμού».
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του ΞΕΕ Αλέξανδρος Βασιλικός, σε δήλωσή του σημειώνει ότι η ημερίδα πραγματοποιήθηκε στην «καρδιά» μιας απρόβλεπτης τουριστικής σεζόν, την οποία χαρακτήρισε «κινούμενη άμμο», υπογραμμίζοντας πως τις δύο τελευταίες εβδομάδες του Ιουνίου, η πληρότητα των ξενοδοχείων που κατάφεραν να ανοίξουν ανήλθε στο 34,5% και με αναγωγή στο σύνολο του ξενοδοχειακού δυναμικού, η πληρότητα ήταν στο 28,9%. Το ΞΕΕ, μέσω του ΙΤΕΠ, θα συνεχίσει την καταγραφή των δεδομένων της σεζόν και στο τέλος της, όπως είπε ο κ. Βασιλικός, θα καταθέσει ολοκληρωμένες προτάσεις για να απαντηθούν οι ανάγκες στήριξης των ξενοδοχείων που θα αποτυπωθούν αξιόπιστα.
Κατά τη διάρκεια της ημερίδας, παρουσιάστηκαν από τον γενικό διευθυντή του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ) καθηγητή Γιώργο Πετράκο, τέσσερεις πρωτογενείς μελέτες, οι οποίες αποτυπώνουν την κατάσταση και την πρόθεση επένδυσης των ελληνικών ξενοδοχείων στους τομείς της αειφορίας και της βιωσιμότητας, της απασχόλησης και της δια βίου μάθησης, της ψηφιακής μετάβασης και της προσβασιμότητας.
Τα ευρήματα των ερευνών αυτών, τροφοδότησαν ισάριθμα θεματικά πάνελ, στα οποία συζητήθηκε το πώς ο ξενοδοχειακός κλάδος θα αξιοποιήσει την ιστορική ευκαιρία του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης «Ελλάδα 2.0» για να δημιουργήσει νέες υπεραξίες, τόσο για τον ελληνικό τουρισμό, όσο και για την εθνική οικονομία, την απασχόληση, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, την περιφερειακή ανάπτυξη και τη βιώσιμη ευημερία των τοπικών κοινωνιών.
Σε ό,τι αφορά την έρευνα με θέμα «Απασχόληση στα ελληνικά ξενοδοχεία», τονίζεται μεταξύ άλλων ότι μία νέα θέση εργασίας απασχολείται για κάθε 2,5 δωμάτια ξενοδοχείου. Σε ό,τι αφορά το προσωπικό που απασχολήθηκε το 2020 όταν λειτούργησε το 60% των ξενοδοχείων, αυτό ανήλθε σε 107.259 εργαζόμενους, εκ των οποίων οι ενεργοί ήταν 78.534 και σε αναστολή οι 28.736.
Σε κάθε περίπτωση, ο τουρισμός δεν αποτελεί ιδιαίτερα επιθυμητό τομέα απασχόλησης σύμφωνα με την έρευνα. Η απασχόληση στα ελληνικά ξενοδοχεία προσδιορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τη διάρθρωση και τα χαρακτηριστικά του ξενοδοχειακού κλάδου. Η κατηγορία, το μέγεθος, αλλά και ο τύπος του ξενοδοχείου, προσδιορίζουν, όχι μόνο τον αριθμό των εργαζομένων, αλλά και το μορφωτικό τους επίπεδο. Τέλος, η απασχόληση στον ξενοδοχειακό κλάδο εξακολουθεί να έχει χαμηλή κοινωνική αποδοχή, καθώς δεν έχει ξεπεραστεί το σύνδρομο «γκαρσόνια της Ευρώπης».
Σε ό,τι αφορά την έρευνα για την αειφορία τονίζεται ότι το 85% των Ελλήνων ξενοδόχων είναι διατεθειμένοι να επενδύσουν σε τουλάχιστον μία δράση σχετική με την αειφορία, αν υπάρξουν κατάλληλα και ελκυστικά χρηματοδοτικά προγράμματα.
Για την έρευνα της προσβασιμότητας, καταγράφηκε ότι από τα 4.644 ξενοδοχεία που διαθέτουν πισίνα, επιθυμούν, ή ενδιαφέρονται να επενδύσουν σε αναβατόρια για άτομα με κινητικά προβλήματα 3.573 ξενοδοχεία, δηλαδή ποσοστό 76.9%. Από τα 1.951 ξενοδοχεία που διαθέτουν παραλία, επιθυμούν ή ενδιαφέρονται να επενδύσουν σε εγκαταστάσεις πρόσβασης των ΑμεΑ στην παραλία, 1.536, ήτοι ποσοστό 78,7%.
Τέλος, η έρευνα που ήταν επικεντρωμένη στην τεχνολογία, μεταξύ άλλων ανέδειξε ότι το 92% (9.158 ξενοδοχεία) διαθέτει ιστοσελίδα στο διαδίκτυο, ενώ πάνω από τα 3/4 των ξενοδοχείων έχουν παρουσία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.