Στόχος της ευρωζώνης είναι η έξοδος της Ελλάδας από το πρόγραμμα προσαρμογής να είναι συνετή, βιώσιμη και αξιόπιστη, επισημαίνει σε ανάλυσή του το έντυπο ευρωπαϊκής ενημέρωσης Agence Europe.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, η «εργαλειοθήκη» του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας θα περιλαμβάνει μια προληπτική γραμμή πίστωσης στα μέτρα της Ελλάδας, ενώ ιδιαίτερη σημασία έχει, όπως υπογραμμίζεται, το ζήτημα της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.
Η βιωσιμότητα του χρέους απασχολεί περισσότερο το ΔΝΤ, αναφέρεται στην ανάλυση, ενώ υπενθυμίζεται ότι τον Ιούνιο του 2014, ερωτηθείς αν θεωρεί βιώσιμο το ελληνικό χρέος, σύμβουλος επικοινωνίας του ΔΝΤ αρκέστηκε στην εξής απάντηση: «Υπάρχει ένα συμφωνημένο πλαίσιο με τους Ευρωπαίους εταίρους για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, που προβλέπει την παροχή οποιασδήποτε πρόσθετης ελάφρυνσης απαιτείται για να επανέλθει το χρέος στο 124% του ΑΕΠ μέχρι το 2020, και ουσιαστικά κάτω από το 110% του ΑΕΠ ως το 2022, εφόσον η Ελλάδα συνεχίζει να ανταποκρίνεται στις δεσμεύσεις του προγράμματός της».
Στο δημοσίευμα αναφέρεται ότι «η γενική αίσθηση που καταγράφεται στο Eurogroup είναι ότι η Ελλάδα πρέπει να ενταχθεί στη γραμμή πίστωσης, όταν αποχωρήσει από το πρόγραμμα βοήθειας», ωστόσο εκτιμάται πως «θα γίνει δύσκολα αποδεκτό από την ελληνική κυβέρνηση, δεδομένου ότι μια τέτοια γραμμή πίστωσης θα συνοδεύεται από μια συμφωνία που θα προβλέπει τη λήψη “διορθωτικών μέτρων” για την αντιμετώπιση των υφιστάμενων αδυναμιών». Θα προβλέπει δε, σύμφωνα με το δημοσίευμα, ισχυρή επιτήρηση, με τακτικές αποστολές επιτήρησης (θεωρητικά, κάθε τρίμηνο όπως ισχύει και τώρα).
Τέλος, αναφέρεται ότι το κόστος της γραμμής πίστωσης συνδέεται με το αν εν τέλει αυτή θα χρησιμοποιηθεί, γιατί ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας πρέπει να διατηρήσει ρευστότητα, σε περίπτωση που αυτή χρειαστεί. Για τον λόγο αυτό θα υπάρξει «χρέωση “προμήθειας” (commitment fee), καθώς και ένα μικρό περιθώριο ύψους 0,35% για μια προληπτική γραμμή πίστωσης, το οποίο θα πληρωθεί ταυτόχρονα με τους τόκους».