Μετά από έρευνα πέντε ετών, η οποία ξεκίνησε από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία για την Καταπολέμηση της Απάτης, και μια δικογραφία που χρειάστηκε φορτηγό για να μεταφερθεί στην Εισαγγελία Πρωτοδικών ασκήθηκαν κακουργηματικές διώξεις για σκάνδαλο ύψους 25 δισ. ευρώ στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στην υπόθεση εμπλέκονται και έλληνες υπάλληλοι της Κομισιόν ενώ παράλληλη έρευνα διεξάγεται σε όλη την Ευρώπη αφού αφορά τα κοινοτικά προγράμματα «Πολιτεία» και «Κοινωνία της Πληροφορίας» και τις επιδοτήσεις που δόθηκαν σε ερευνητικά και πιλοτικά προγράμματα. Στη χώρα μας φέρονται να εμπλέκονται εκπρόσωποι 4 ελληνικών εταιριών για τους οποίους ασκήθηκε ποινική δίωξη για τρία κακουργήματα, με ποσό ζημίας αρκετών εκατομμυρίων ευρώ. Η δικογραφία περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που συγκέντρωσε η Οικονομική Αστυνομία και το ΣΔΟΕ, με αντικείμενο, όπως αναφέρεται, «τη συστηματική απάτη σε βάρος κοινοτικών πόρων από ομάδα εταιρειών».
Συγκεκριμένα η δικογραφία έφτασε στην Εισαγγελία την 1η Οκτωβρίου και με εντολή του προϊσταμένου της Ηλία Ζαγοραίου, τη μελέτησαν οι Εισαγγελείς Χ. Ντζούρας και Γ. Καλούδης οι οποίοι άσκησαν ποινική δίωξη σε βάρος των 4 νομίμων εκπροσώπων και υπαλλήλων των εταιρειών που εμπλέκονται στην υπόθεση για:
1) Απάτη σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, με το συνολικό περιουσιακό όφελος και την βλάβη να υπερβαίνει τα 150.000 ευρώ,
2) Πλαστογραφία μετά χρήσεως, από δράστες που ενεργούν κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια, με το συνολικό σκοπούμενο περιουσιακό όφελος να υπερβαίνει τα 120.000 ευρώ,
3) Νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, από δράστες που ενεργούν κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια.
Η αρχική έρευνα είχε διενεργηθεί από τη Γενική Διεύθυνση « Κοινωνία των Πληροφοριών και Μέσων Ενημέρωσης» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής , που είναι υπεύθυνη για την προαγωγή της ανάπτυξης και χρήσης Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνίας μέσω χορήγησης επιχορηγήσεων για την επιλογή προγραμμάτων έρευνας. Από την έρευνα προέκυψαν ενδείξεις απάτης που συνίσταται στην ανάπτυξη και δραστηριότητα εταιρειών που σχετίζονται μεταξύ τους και συστηματικά κατέθεταν μεγάλο αριθμό προγραμμάτων έρευνας , τα οποία εγκρίνονταν και δημιουργούσαν αξιόλογα παράνομα κέρδη χρησιμοποιώντας εικονικές εταιρείες οι οποίες εμφάνιζαν διογκωμένα ή πλαστά παραστατικά εξόδων.
Ενδείξεις έχουν προκύψει και σε βάρος υπαλλήλων της Κομισιόν (και ελλήνων) που ενέκριναν αυτά τα προγράμματα. Οι υπάλληλοι της Κομισιόν προκειμένου να καρπωθούν κάποια από τα εκατομμύρια ευρώ που έδινε η ΕΕ έστηναν τα προγράμματα φωτογραφικά σε ότι αφορά τους όρους, τις προϋποθέσεις και το αντικείμενο, προκειμένου να τα «κτυπήσουν» οι δικοί τους άνθρωποι στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες κοινοτικές χώρες. Άλλωστε χρήματα μέσω αυτών των προγραμμάτων δεν δόθηκαν μόνο στην Ελλάδα αλλά σχεδόν σε όλες τις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η έρευνα μάλιστα έθεσε επί τάπητος περισσότερες από 20.000 περιπτώσεις επιδοτήσεων όπου τα κοινοτικά κονδύλια γίνανε βίλες, πολυτελή αυτοκίνητα ή καταθέσεις στο εξωτερικό. Για τους υπαλλήλους αυτούς έχει υποβληθεί από την ελληνική πλευρά αίτημα δικαστικής συνδρομής καθώς λόγω παράλληλης έρευνας που διενεργείται στις Βρυξέλλες υπάρχει εκκρεμοδικία. Αν προκύψουν επιπλέον στοιχεία τότε η δίωξη θα επεκταθεί και σε αυτούς, πιθανόν και για το αδίκημα της δωροδοκίας- δωροληψίας.
Την υπόθεση θα χειριστεί τακτικός ανακριτής.