Μειωμένος κατά 1,976 εκατομμύρια ευρώ σε σχέση με αυτόν του 2014 είναι ο προϋπολογισμός της Βουλής για το 2015, ο ο οποίος αναμένεται να ψηφιστεί σήμερα το βράδυ στην Ολομέλεια της Βουλής. Ο προϋπολογισμός φτάνει τα 139,922 εκατομμύρια ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι χθες υπερψηφίστηκε στην Επιτροπή Οικονομικών, το σχέδιο προϋπολογισμού της Βουλής για το έτος 2015.
Το σχέδιο προϋπολογισμού του 2015 υπερψηφίστηκε στην Επιτροπή από τα κόμματα της συγκυβέρνησης και καταψηφίστηκε από το ΚΚΕ. Ο ΣΥΡΙΖΑ και η Χρυσή Αυγή επιφυλάχθηκαν να τοποθετηθούν κατά τη συζήτηση του σχεδίου στην Ολομέλεια, η ΔΗΜΑΡ δήλωσε «παρών», ενώ οι Ανεξάρτητοι Έλληνες και οι ανεξάρτητοι βουλευτές έδωσαν λευκή ψήφο.
Η διαφορά των 1,976 εκ. ευρώ στους προϋπολογισμούς του 2014 και του 2015, οφείλεται σε σειρά περικοπών που αποφάσισε η ίδια η Βουλή, καθώς και σε αντικειμενικούς παράγοντες, όπως η εναρμόνιση των μισθολογίων των υπαλλήλων της Βουλής με τα ειδικά μισθολόγια του Δημοσίου (κάτι που δεν είχε αποτυπωθεί έγκαιρα στον προϋπολογισμό του 2014), η ανάληψη της μισθοδοσίας όλων των ευρωβουλευτών από την Ευρωβουλή, και η επιβάρυνση του προϋπολογισμού του 2014 από την ανάληψη της Ευρωπαϊκής Προεδρίας εκ μέρους της Ελλάδας. Ειδική αναφορά αξίζει στην αφιέρωση 1 επιπλέον εκατομμυρίου ευρώ, στον κωδικό του “Εκτάκτου Αποθεματικού Βουλής”, ανεβάζοντας το συνολικό ποσόν του αποθεματικού για το έτος 2015, στο 1,5 εκ. ευρώ. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο σχέδιο, “η αύξηση του αποθεματικού κρίνεται αναγκαία για την αντιμετώπιση απρόβλεπτων δαπανών, που μπορούν σε διαρκώς μειούμενους προϋπολογισμούς, να προκαλέσουν σημαντικές επισφάλειες”.
Οι πιστώσεις της Βουλής για τις βουλευτικές αποζημιώσεις το έτος 2014, ανήλθαν σε 20.952.000 ευρώ και αναμένεται να μειωθούν το 2015 κατά 411.000, εξ αιτίας της ανάληψης εκ μέρους του Ευρωκοινοβουλίου, της μισθοδοσίας όλων των ελλήνων ευρωβουλευτών (και των έξι που διατηρούσαν τα μισθοδοτικά τους δικαιώματα στην Ελλάδα). Με βάση τα στοιχεία του προϋπολογισμού του 2015, οι μέσες μισθοδοτικές αποδοχές ενός βουλευτή (αποζημίωση και συμμετοχή σε Επιτροπές και Θερινά Τμήματα) θα ανέλθουν το έτος 2015 σε 6100 ευρώ – ενώ μαζί με τα επιδόματα γραφείου, οικογενειακής παροχής και εξόδων κίνησης, ανέρχονται σε 8310 ευρώ.
Το τακτικό προσωπικό της Βουλής, αποτελείται από 588 μόνιμους υπαλλήλους, 605 υπαλλήλους αορίστου χρόνου και 130 μετακλητούς υπαλλήλους. Η βασική τους μισθοδοσία εμφανίζεται αυξημένη κατά 221.000 ευρώ λόγω ωρίμανσης – και συνυπολογιζόμενων των επιδομάτων χρόνου υπηρεσίας, οικογενειακής παροχής και θέσης ευθύνης, (που παραμένουν περίπου στα ίδια επίπεδα), συνιστά έναν μέσο βασικό μισθό ύψους 1368 ευρώ.
Στο ποσόν αυτό, προστίθεται το αναλογούν ποσό από κονδύλια ύψους 14.547.000 ευρώ, που αφορούν την υπαγωγή των περισσοτέρων υπαλλήλων της Βουλής και των ειδικών της φρουρών, στο άρθρο 29 του ν. 4024/11 για την “υπερβάλλουσα μείωση” των αποδοχών τους από την εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου στο Δημόσιο. Επίσης, προστίθεται το αναλογούν ποσό από το κονδύλιο των 6.876.000 ευρώ που αφορά τις όποιες υπερωρίες των υπαλλήλων της Βουλής, των μελών των Σωμάτων Ασφαλείας και των Ενόπλων Δυνάμεων που φρουρούν το Κοινοβούλιο. Το ίδιο προσωπικό, μαζί και με τους επιστημονικούς συνεργάτες των βουλευτών, δικαιούται και αποζημίωσης για τα έξοδα κίνησής του, σε περίπτωση που απασχοληθεί τόσο τις πρωινές, όσο και τις απογευματινές-βραδινές ώρες (μετά τις 5 το απόγευμα) την ίδια ημέρα – και το σχετικό ποσόν, προστιθέμενο και σε άλλες αποζημιώσεις συλλογικών οργάνων, υπολογίζεται σε ενιαίο κωδικό με κονδύλι ύψους 3,6 εκ. ευρώ.
Με βάση τα παραπάνω, οι μέσες αποδοχές ενός υπαλλήλου της Βουλής, ανέρχονται το 2015 σε 2238 ευρώ το μήνα, εκτός των ενδεχόμενων υπερωριών και των εξόδων κινήσεως. Περισσότερες διευκρινίσεις, είναι πιθανόν να δοθούν αύριο από τον γενικό της γραμματέα.
Αξίζει πάντως να σημειωθεί, πως ο συνολικός αριθμός των ατόμων που ανήκουν στο προσωπικό της Βουλής (μόνιμοι υπάλληλοι, υπάλληλοι ιδιωτικού δικαίου και μετακλητοί, καθώς και ειδικοί φρουροί με σχέση δημοσίου δικαίου), ανέρχεται σε 1395 άτομα, έναντι 1852 προβλεπόμενων θέσεων.
Σημαντική αύξηση κονδυλίων προβλέπεται για την προμήθεια εκτυπωτικού και βιβλιοδετικού μηχανήματος (1.739.000 ευρώ), προμήθεια καυσίμων και λιπαντικών (132.000 ευρώ), αμοιβές για εκπαίδευση, μετεκπαίδευση και επιμόρφωση (365.000 ευρώ), υπερωρίες συνεργατών βουλευτών (63000 ευρώ συνολικά) και έξοδα κίνησης υπαλλήλων, φρουράς της Βουλής (50.000 ευρώ συνολικά), αμοιβές υπαλλήλων με σχέση ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου και ειδικών κατηγοριών (212.000 ευρώ). Σημειώνεται επίσης, πως οι πιστώσεις για τους συνεργάτες των βουλευτών, εμφανίζονται αυξημένες το 2015 κατά 216.000 ευρώ (συνολικό κονδύλιο 11.990.000 ευρώ), καθώς, όπως σημειώνεται στο σχέδιο, παρατηρείται “διαρκής μείωση” του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων που επιθυμούν να αποσπαστούν σε βουλευτικά γραφεία – και ως εκ τούτου, οι υπάλληλοι αυτοί αντικαθίστανται από νέους επιστημονικούς συνεργάτες.
Τα παραπάνω ωστόσο, υπερβαίνονται από μειώσεις δαπανών που καταγράφονται στα έξοδα μετακίνησης μελών του Κοινοβουλίου από το εσωτερικό στο εξωτερικό και αντίστροφα (από 1 εκ. ευρώ το σχετικό κονδύλι περιορίζεται στα 770.000 ευρώ το 2015), στα έξοδα για τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες (-448.700 ευρώ), στις δαπάνες χρηματοδοτικής μίσθωσης (-530.000 ευρώ), εκδόσεων και εκτυπώσεων (-120.000 ευρώ), εκθέσεων και οργανώσεων συνεδρίων (-155.000 ευρώ), προμήθεια βιβλίων, συγγραμμάτων και περιοδικών (-100.000 ευρώ), προμήθεια συσκευών θέρμανσης και κλιματισμού (-496.000 ευρώ), προμήθεια ηλεκτρονικών υπολογιστών και προγραμμάτων (-360.000 ευρώ), αμοιβές για συντήρηση και επισκευή κτηρίων (-280.000 ευρώ), αμοιβές φυσικών προσώπων (-263.000 ευρώ, που αφορούν μεταξύ άλλων, τους ορκωτούς λογιστές που πραγματοποιούν έλεγχο πόθεν έσχες από το 1974 μέχρι σήμερα, και οι οποίοι έλαβαν 600.000 ευρώ το 2014 – και με την ολοκλήρωση του έργου τους το 2015 θα λάβουν τα υπόλοιπα 200.000 ευρώ που προβλέπει η συμφωνία ανάθεσης), εισφορές στο ΙΚΑ (-100.000 ευρώ). Σημαντικότατη μείωση δαπανών ύψους 732.000 ευρώ, αποφέρει τέλος, η εναρμόνιση των μισθολογίων της Βουλής με τα ειδικά μισθολόγια του Δημοσίου, η οποία δεν είχε αποτυπωθεί έγκαιρα στον προϋπολογισμό της Βουλής του 2014.