Η έλλειψη χρηματοδότησης και η συσσώρευση ζημιών αποτελούν την «ταφόπλακα» για τις ελληνικές επιχειρήσεις, στην περίοδο της κρίσης.
Έρευνα που δημοσιεύεται στο τελευταίο Δελτίο Οικονομικής Ανάλυσης της Τράπεζας της Ελλάδος, αναφέρει πως οι δύο αυτοί παράγοντες συμπιέζουν τις δυνατότητες των επιχειρήσεων να υλοποιήσουν τα επιχειρηματικά τους σχέδια, αλλά και να αντιμετωπίσουν τις ταμειακές τους ανάγκες. Επομένως, ένας αριθμός επιχειρήσεων είναι πιθανόν να οδηγείται σε πτώχευση.
Μοχλό για την αναδιάρθρωση της ελληνικής οικονομίας μπορεί να αποτελέσουν οι δυσκολίες στην χρηματοδότηση των επιχειρήσεων που προέκυψαν εξαιτίας της κρίσης, συμπεραίνει η έρευνα.
Ήδη παρατηρείται σημαντική μείωση του αριθμού των επιχειρήσεων και μικρή αύξηση του βαθμού συγκέντρωσης, η οποία συνεχίζεται και κατά τη διάρκεια της κρίσης. Αν και είναι πρόωρο να συναχθούν σαφή συμπεράσματα για το κατά πόσον η κρίση οδήγησε σε αύξηση του βαθμού συγκέντρωσης των αγορών, η υπό εξέλιξη αναδιάρθρωση ενδέχεται να βοηθήσει τις επιχειρήσεις που επιβιώνουν να αποκτήσουν μεγαλύτερη πρόσβαση σε εξωτερική χρηματοδότηση, καθώς θα έχουν αυξήσει το μέγεθός τους και θα έχουν βελτιώσει την κερδοφορία τους.
Επιπλέον, δεδομένου ότι βραχυπρόθεσμα οι δυνατότητες για πιστωτική επέκταση ενδέχεται να παραμείνουν περιορισμένες, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να στραφούν προς άλλες μορφές χρηματοδότησης (όπως ομόλογα, μετοχές, ιδιωτικές τοποθετήσεις και άλλα χρηματοοικονομικά εργαλεία) για να χρηματοδοτήσουν την ανάπτυξη τους.
Η έρευνα διαπιστώνει ακόμη ότι η κρίση επέδρασε σημαντικά στο δανειακό προφίλ των επιχειρήσεων και οδήγησε στην αναπροσαρμογή του ύψους και του είδους της χρηματοδότησης για το σύνολο των επιχειρήσεων του δείγματος που εξετάστηκε.
Έτσι, στην περίπτωση των μεγάλων επιχειρήσεων, οι δυσχερέστερες συνθήκες χρηματοδότησης από το 2009 και έπειτα μεταφράστηκαν σε αντικατάσταση του μακροπρόθεσμου δανεισμού με βραχυπρόθεσμο. Αντίθετα, οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις αντιμετώπισαν μεγαλύτερες δυσκολίες εξεύρεσης κεφαλαίων και, στο βαθμό που ήταν εφικτό, προσπάθησαν να υποκαταστήσουν την εξωτερική χρηματοδότηση με ίδια κεφάλαια. Ωστόσο, όπως επισημαίνεται, εμπειρικές ενδείξεις καταδεικνύουν ότι η χρηματοδότηση της ανάπτυξης των ελληνικών επιχειρήσεων αποκλειστικά με τη χρήση εσωτερικών πόρων είναι εξαιρετικά δύσκολη. Οι συνέπειες της πιστωτικής στενότητας για τη βιωσιμότητα του ελληνικού επιχειρηματικού κλάδου είναι επομένως ιδιαίτερα σημαντικές.
Συμπερασματικά, το μέγεθος των επιχειρήσεων, η κερδοφορία και το χαμηλό λειτουργικό κόστος υπήρξαν σημαντικοί παράγοντες διατήρησης της πρόσβασης σε χρηματοδότηση σε ένα περιβάλλον αυξημένης αποφυγής κινδύνων και στενότητας χρηματοδοτικών πόρων.
Όσον αφορά στη χρηματοδότηση των επιμέρους κλάδων η έρευνα παρατηρεί ότι η κρίση είχε ως συνέπεια τη μείωση του δανεισμού για σχεδόν όλους τους κλάδους, με σημαντικότερες επιπτώσεις στον κλάδο του εμπορίου, όπου τόσο ο βραχυπρόθεσμος όσο και ο μακροπρόθεσμος δανεισμός εμφανίζονται αρνητικοί. Ταυτόχρονα, ο βαθμός μόχλευσης μειώνεται σταδιακά σε όλους τους κλάδους από το 2009, μετά την αύξηση που είχε σημειώσει την περίοδο της πιστωτικής επέκτασης. Κατά συνέπεια, η έρευνα διαπιστώνει ότι συνέπεια, είναι επόμενο οι κλάδοι που εμφανίζουν μεγάλη εξάρτηση από ξένα κεφάλαια, όπως το εμπόριο, να αντιμετωπίζουν μεγαλύτερα προβλήματα επιβίωσης των επιχειρήσεων σε σχέση με κλάδους με μικρότερο βαθμό μόχλευσης και υγιέστερη χρηματοοικονομική κατάσταση.
Την έρευνα πραγματοποίησαν οι : κυρίες Δήμητρα Δημητροπούλου, Αναστασία Κουτσομανώλη-Φιλιππάκη, οι κ.κ Ευάγγελος Χαραλαμπάκης και Γεώργιος Αγγέλης.