Στην έκθεση της αποστολής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην Κύπρο αναφέρεται πως «αν και ακόμα είναι βαθιά η ύφεση, αυτή συνέχισε να υποχωρεί κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους».
Μεταξύ άλλων, υπογραμμίζεται ότι «η ανεργία παραμένει σε υψηλά επίπεδα» επισημαίνοντας τον κίνδυνο του αποπληθωρισμού.
Έπειτα από την απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του ΔΝΤ, την περασμένη Δευτέρα, για την εκταμίευση της νέας δόσης του Ταμείου προς την Κύπρο, ύψους 84 εκατ. ευρώ, στο πλαίσιο της τέταρτης αξιολόγησης και της δήλωσης της Κριστίν Λαγκάρντ, με την οποία εξέφρασε τα συγχαρητήριά της στις κυπριακές Αρχές για την «μέχρι τώρα επιτυχή εκπλήρωση» των στόχων, προειδοποιώντας για «σημαντικούς κινδύνους» που εξακολουθούν να υπάρχουν, στην έκθεση του Ταμείου υπογραμμίζεται ιδιαίτερα το γεγονός ότι «αν και οι συνθήκες στον τραπεζικό τομέα ομαλοποιούνται, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια συνεχίζουν να είναι πολύ υψηλά, περιορίζοντας την ικανότητα των τραπεζών να παρέχουν δάνεια».
«Οι προοπτικές παραμένουν δύσκολες» επισημαίνεται στην περίληψη της έκθεσης, προσθέτοντας ότι «αναμένεται μία κάπως ηπιότερη συρρίκνωση της παραγωγής για φέτος, που θα ακολουθείται από μια πιο σταδιακή ανάκαμψη. Συνολικά, η οικονομία εξακολουθεί να επιβαρύνεται από μεγάλες ανάγκες του ιδιωτικού τομέα».
Στη συνέχεια, επισημαίνεται ότι το οικονομικό πρόγραμμα της Κύπρου «παραμένει σε καλό δρόμο» και «οι δημοσιονομικοί στόχοι για το πρώτο τρίμηνο εκπληρώθηκαν με σημαντικά περιθώρια και οι εθνικοί περιορισμοί πληρωμών ήρθησαν πλήρως».
Επίσης, υπογραμμίζεται ότι οι κυπριακές Αρχές ενίσχυσαν τις προσπάθειές τους για να ξεπεραστούν καθυστερήσεις για την εφαρμογή των διαρθρωτικών μέτρων, κάνοντας λόγο για τρεις βασικές προκλήσεις:
- Την αντιμετώπιση του υψηλού επιπέδου των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
- Τη διατήρηση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας.
- Την ενίσχυση των θεσμών για να στηρίξουν τις προσπάθειες δημοσιονομικής εξυγίανσης και μακροπρόθεσμης ανάπτυξης.
Τέλος, στην έκθεση αναφέρεται ότι «οι κίνδυνοι για το πρόγραμμα παραμένουν σημαντικοί, κυρίως εκείνοι που σχετίζονται με τις ακόμη ισχυρές μακροοικονομικές διασυνδέσεις».