«Οι τράπεζες ανακεφαλαιοποιήθηκαν και προέβησαν σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου, ύψους 8,3 δισ. ευρώ. Οφείλουν συνεπώς να ανταποκριθούν, άμεσα και με επάρκεια, στον διαμεσολαβητικό τους ρόλο και να παράσχουν την απαραίτητη ρευστότητα στην πραγματική οικονομία, στηρίζοντας τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Σ’ αυτό τον ρόλο, εκτιμώ ότι θα ανταποκριθούν» επισήμανε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας στο Συνέδριο «GR FOR GROWTH- FUNDING SMEs».
Αναφερόμενος στη μείωση του κόστους δανεισμού είπε ότι αυτό γίνεται με την ενίσχυση της εμπιστοσύνης στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Ήδη, μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις άντλησαν 4,8 δισ. ευρώ από τις αγορές εταιρικών ομολόγων του εξωτερικού, αντισταθμίζοντας σε μεγάλο βαθμό τη μείωση της τραπεζικής χρηματοδότησης. Έδωσε επίσης έμφαση για την ακόμη ταχύτερη αξιοποίηση των ευρωπαϊκών και εθνικών πόρων.
«Ήδη, η χώρα μας, πέρυσι, κατετάγη 3η μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις απορροφήσεις του ΕΣΠΑ, από τη 18η θέση το 2012. Οι δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, στο σύνολό τους, θα ανέλθουν περίπου στα 33,5 δισ. ευρώ μέχρι το 2018. Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά το εθνικό σκέλος του Προγράμματος, οι διαθέσιμοι πόροι κατανέμονται περίπου ισόποσα στους Επενδυτικούς Νόμους, οι οποίοι αποτελούν σημαντικό εργαλείο άσκησης πολιτικής για την επιχειρηματικότητα και τις νέες επενδύσεις στη χώρα. Παράλληλα, έχουν επανεκκινήσει τα έργα στους τέσσερις μεγάλους αυτοκινητόδρομους. Και έχουν ενισχυθεί και άλλες δράσεις, όπως είναι τα 23 υπό υλοποίηση έργα ΣΔΙΤ» είπε.
Ο κ. Σταϊκούρας επισήμανε ότι η μεγιστοποίηση των διαθέσιμων χρηματοδοτικών πόρων και η προσφορά πιστώσεων, ιδίως προς τις επιχειρήσεις μικρού και μεσαίου μεγέθους, μπορεί να υποστηριχθεί από το Εθνικό Ταμείο Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, καθώς και το νεοϊδρυθέν Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο. Και αυτό θα γίνει μέσω της συγχρηματοδότησης τραπεζικών δανείων, αλλά και μέσω της παροχής εγγυήσεων για την κάλυψη των πιστώσεων που χορηγούν οι τράπεζες.
Σε ευρωπαϊκό, άλλωστε, επίπεδο προχωρούν οι τεχνικές προετοιμασίες, ώστε να υλοποιηθούν οι νέες πρωτοβουλίες για την ενθάρρυνση, μέσω της εγγύησης και τιτλοποίησης τραπεζικών δανείων, της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων μικρού και μεσαίου μεγέθους από τις τράπεζες.
Αναφέρθηκε επίσης στην άντληση κεφαλαίων από εναλλακτικές, πλην τραπεζικού δανεισμού, πηγές χρηματοδότησης. Σε αυτή την κατεύθυνση, η κυβέρνηση, στην προσπάθεια της να ενισχύσει τον ρόλο που διαδραματίζει η ελληνική κεφαλαιαγορά, προχώρησε στις αναγκαίες παρεμβάσεις για τη διαμόρφωση του κατάλληλου θεσμικού πλαισίου για την προσέλκυση επενδύσεων, μέσω των νέων επενδυτικών εργαλείων και της ενσωμάτωσης, στο Εθνικό Δίκαιο, των Οδηγιών για τις συλλογικές επενδύσεις.
Σήμερα, η ελληνική κεφαλαιαγορά προσφέρει στην επενδυτική κοινότητα τη δυνατότητα επένδυσης σε προϊόντα συλλογικών επενδύσεων διαφοροποιημένου προφίλ, όπως είναι τα Αμοιβαία Κεφάλαια Επιχειρηματικών Συμμετοχών, οι Εταιρείες Κεφαλαίου Επιχειρηματικών Συμμετοχών και οι Ανώνυμες Εταιρείες Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου, πρόσθεσε.
Έμφαση έδωσε στη σταδιακή μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης. «Αυτό θα επιτευχθεί με τη διασφάλιση περιβάλλοντος δημοσιονομικής σταθερότητας και με την ένταξη του “αφανούς” τμήματος της οικονομίας στο “εμφανές” πεδίο της, επιτυγχάνοντας τη φορολόγησή του. Είναι αλήθεια ότι στην Ελλάδα οι φορολογικοί συντελεστές, τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τα νοικοκυριά, είναι υψηλότεροι από το μέσο Ευρωπαϊκό επίπεδο. Είναι, όμως, επίσης αλήθεια ότι υπάρχει μεγάλο τμήμα του συνολικού προϊόντος της ελληνικής οικονομίας που δεν φορολογείται, παρά τη βελτίωση, κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, που καταγράφεται σε αυτό το πεδίο τα τελευταία χρόνια. Οφείλουμε, συνεπώς, να εντατικοποιήσουμε την προσπάθεια, εστιάζοντας στο χτύπημα της παραοικονομίας, στη διεύρυνση της φορολογικής βάσης και στην καταπολέμηση της φοροαποφυγής και της φοροδιαφυγής. Όσο περισσότερο προσεγγίζουμε αυτούς τους στόχους, τόσο διευρύνεται η ευχέρεια για ελάφρυνση των συνεπών φορολογουμένων, οι οποίοι όχι μόνο έχουν επιβαρυνθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια αλλά έχουν υποστεί και μείωση του εισοδήματός τους» είπε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών.