Από τη στιγμή που έρευνα έδειξε ότι παρακαταθήκες έμειναν αδρανείς για δεκαετίες το υπουργείο Οικονομικών αποφάσισε να προχωρήσει στην αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου που διέπει τις αυτούσιες παρακαταθήκες, με στόχο την τροποποίηση και τον εκσυγχρονισμό του.
Συγκεκριμένα, όπως ανακοίνωσε πριν λίγο ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας: η κυβέρνηση, για πρώτη φορά στην εκατονταετή ιστορία του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, ανέλαβε την πρωτοβουλία καταγραφής, κατηγοριοποίησης, εκτίμησης και αξιοποίησης παρακαταθηκών που φυλάσσονται σε αυτό.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, από το 1878 μέχρι σήμερα, μόνο μία φορά, το 1984, το Ταμείο προέβη στην κήρυξη ως αζήτητων των αυτούσιων παρακαταθηκών της περιόδου 1878 έως 1920, με αποτέλεσμα, όλες οι ανεξόφλητες αυτούσιες παρακαταθήκες από το 1920 μέχρι σήμερα, να μην έχουν κηρυχθεί αζήτητες και να μην έχουν ρευστοποιηθεί αλλά να παραμένουν στα θησαυροφυλάκια της Κεντρικής Υπηρεσίας του Ταμείου και στα Περιφερειακά Καταστήματα και Γραφεία Παρακαταθηκών.
Συνεπώς, η πρωτοβουλία της κυβέρνησης έρχεται ως αποτέλεσμα της ανάγκης για την αντιμετώπιση προβλημάτων και δυσλειτουργιών που υφίστανται στη λειτουργία, διαχείριση και εποπτεία των παρακαταθηκών. Κυρίως λόγω της ύπαρξης ενός απαρχαιωμένου, και εν πολλοίς παρωχημένου, νομικού πλαισίου που διέπει τις παρακαταθήκες.
Και για το οποίο απαιτείται συνεκτική και συντονισμένη προσπάθεια προκειμένου αυτό να αντικατασταθεί από ένα νέο, που θα εκσυγχρονίζει, θα εξορθολογίζει και θα επιταχύνει τις διαδικασίες για την αποτελεσματικότερη διαχείριση των παρακαταθηκών, προς όφελος του κοινωνικού συνόλου.
Σε αυτή την κατεύθυνση, με απόφαση του αναπληρωτή θπουργού Οικονομικών, στις 19 Δεκεμβρίου 2013, συγκροτήθηκε 5μελής Ειδική Επιτροπή, με τη συμμετοχή έγκριτων νομικών και υπηρεσιακών παραγόντων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων.
Βασικός σκοπός της Επιτροπής ήταν η καταγραφή και η κατηγοριοποίηση των υφιστάμενων αυτούσιων και χρηματικών παρακαταθηκών που βρίσκονται τόσο στην κεντρική όσο και στις περιφερειακές υπηρεσίες του Ταμείου.
Ειδικότερα, έργο της Επιτροπής ήταν:
1ον. Να εξετάσει το ισχύον νομικό καθεστώς που διέπει τις αυτούσιες παρακαταθήκες και να εισηγηθεί τον εκσυγχρονισμό του νομικού πλαισίου ως προς τη διαδικασία εκτίμησης και αξιοποίησης των λιμναζουσών παρακαταθηκών.
2ον. Να καταμετρηθούν σε αριθμό και να κατηγοριοποιηθούν σε είδος οι αυτούσιες παρακαταθήκες που παραμένουν ανεξόφλητες ανά την Ελλάδα.
3ον. Να καταγραφούν οι παλαιές χρηματικές παρακαταθήκες αλλά και οι παρακαταθήκες απαλλοτρίωσης, με σκοπό την ταχύτερη απόδοση στους δικαιούχους.
«Η Επιτροπή, μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, ολοκλήρωσε και κατέθεσε το πόρισμά της. Και για αυτό θέλω δημόσια να την ευχαριστώ, μέσω του Συντονιστή της κο. Σουλιώτη (πρώην Αντιπρόεδρο ΝΣΚ και νυν Επίτιμο Αντιπρόεδρο ΝΣΚ)», σημείωσε ο κ.Σταϊκούρας.
Σύμφωνα με το πόρισμα, στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, από την ίδρυση του μέχρι και τις 29 Ιανουαρίου 2014, υπάρχουν 36.172 αυτούσιες παρακαταθήκες.
-Από το 1920 έως το 1991, οι μεγαλύτερες κατηγορίες αυτούσιων παρακαταθηκών περιλαμβάνουν 5.423 παρακαταθήκες σε τιμαλφή, 4.444 σε ανοιχτούς φακέλους (που περιλαμβάνουν κυρίως συνάλλαγμα και βιβλιάρια ταμιευτηρίου) και 8.697 ομολογιακά δάνεια.
-Από το 1991 έως και τις 29 Ιανουαρίου 2014, εντοπίστηκαν 6.292 αυτούσιες παρακαταθήκες, από τις οποίες 2.712 σε τιμαλφή και 3.133 σε ανοιχτούς φακέλους.
Επίσης, υπάρχουν 9.975 παρακαταθήκες που προέρχονται από τα κατά τόπους καταστήματα του Ταμείου, ενώ βρέθηκαν και κλειδιά, μετοχές, λαχειοφόρα δάνεια και ομόλογα.
Επιπρόσθετα, χρήσιμα συμπεράσματα του πορίσματος είναι:
-Με το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, η κήρυξη των παρακαταθηκών ως αζήτητων και η παραγραφή τους απαιτεί την εξέταση καθεμίας παρακαταθήκης ξεχωριστά.
-Δεδομένου του όγκου των ανεξόφλητων παρακαταθηκών, απαιτείται μεγάλο χρονικό διάστημα για την εξέταση της συνδρομής ή μη των προϋποθέσεων της παραγραφής.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι οι αυτούσιες παρακαταθήκες κηρύσσονται αζήτητες μετά την πάροδο 10 ή 20 ετών, ανάλογα με το περιεχόμενό τους, οπότε, μετά από εκτίμηση, εκποιούνται. Με το προϊόν της εκποίησης συστήνεται νέα χρηματική παρακαταθήκη, από τη σύσταση της οποίας επανεκκινεί και ο χρόνος παραγραφής της.
Τα κεφάλαια από χρηματικές παρακαταθήκες παραγράφονται υπέρ του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων μετά από 15 χρόνια από τότε που κατέστησαν απαιτητές, δηλαδή είτε από τη σύσταση είτε, για παράδειγμα, από την έκδοση της απαραίτητης για την απόδοση δικαστικής απόφασης.
Λαμβάνοντας υπόψη αυτά τα συμπεράσματα του πορίσματος, το υπουργείο Οικονομικών ήδη επεξεργάζεται την αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου που διέπει την ισχύουσα σήμερα διαδικασία, με στόχο την τροποποίηση και τον εκσυγχρονισμό του.
«Η υιοθέτηση αποτελεσματικότερης διαδικασίας διαχείρισης και αξιοποίησης των χρηματικών και αυτούσιων, επί μακρού αδρανών, παρακαταθηκών, και ως εκ τούτου αξιοποίησης του σχετικού προϊόντος, αποτελούν το βασικό σκοπό αυτής της πρωτοβουλίας, προς όφελος της Ελληνικής οικονομίας και του κοινωνικού συνόλου», καταλήγει η ανακοίνωση του κ. Σταϊκούρα.