Με πρωτοφανή στην ιστορία της μέτρα, που αναμένεται να εγκρίνει την προσεχή Πέμπτη, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) επιδιώκει να δώσει ώθηση στην ανάπτυξη και να αποτρέψει τον κίνδυνο του αποπληθωρισμού που πλανάται πάνω από την ευρωζώνη.
Ένας από τους σημαντικότερους στόχους της ΕΚΤ είναι να τροφοδοτήσει με πιστώσεις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου,όπως αναφέρει η Deutsche Welle, αποσκοπώντας στην αναθέρμανση της οικονομίας. Το διευθυντήριο της «ευρωτράπεζας» προσδοκά ότι με τον τρόπο αυτό θα σταματήσει ο κατήφορος των τιμών, που τροφοδοτεί τον φόβο του αποπληθωρισμού στην Ευρώπη. Σύμφωνα με πρωτοσέλιδο δημοσίευμα της Frankfurter Allgemeine Sonntagszeitung, που επικαλείται πηγές της ΕΚΤ, το διευθυντήριο θα εγκρίνει την περαιτέρω μείωση του βασικού επιτοκίου, που σήμερα ανέρχεται στο 0,25%, στο 0,15% ή 0,10%. Μάλιστα για τις τράπεζες εκείνες που «παρκάρουν» τα χρήματα τους στην ΕΚΤ, το επιτόκιο θα διαμορφωθεί με αρνητικό πρόσημο.
Ειδικό πρόγραμμα ύψους 40 δισ. ευρώ
Ηγετικά στελέχη της ΕΚΤ προβλέπουν στους σχεδιασμούς την εκπόνηση ενός ειδικού προγράμματος για την ενίσχυση των επιχειρήσεων σε χώρες της νότιας Ευρώπης. Σύμφωνα με το σχέδιο, οι νοτιοευρωπαϊκές τράπεζες θα διασφαλίσουν ρευστότητα από την ΕΚΤ, με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους, εφόσον δεσμευθούν ότι θα προωθήσουν τις πιστώσεις σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Όπως αναφέρει η εφημερίδα, το εύρος του προγράμματος θα κινείται στα 40 δισ. ευρώ. Άλλες πληροφορίες κάνουν λόγο για 30 δισ. ευρώ.
Κατά την πρώτη και δοκιμαστική φάση της εφαρμογής του, το πρόγραμμα της ΕΚΤ θα προβλέπει τη διάθεση μικρότερων ποσών στις τράπεζες προκειμένου να διαπιστωθούν οι επιδράσεις του. Εάν η εμπειρία είναι θετική, θα διατεθεί και το υπόλοιπο ποσό. Από το εν λόγω πρόγραμμα της ΕΚΤ για την ενίσχυση της ρευστότητας στον Νότο δεν αποκλείονται οι τράπεζες άλλων χωρών. Ωστόσο, στον Βορρά το ενδιαφέρον είναι περιορισμένο, με δεδομένο ότι εκεί η ρευστότητα είναι υψηλή. Αντίθετα, στην Ισπανία το πρόβλημα είναι μεγάλο, καθώς η μία στις τέσσερις ισπανικές τράπεζες αντιμετωπίζει πρόβλημα χρηματοδότησης και στην Πορτογαλία, η μία στις τρεις. Και όπως έχει υπογραμμίσει ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, «η πιστωτική στενότητα φρενάρει την ανάκαμψη της οικονομίας στις προβληματικές χώρες».
Συμφωνεί και ο Βάιντμαν
Σε κάθε περίπτωση, το θέμα αυτό έχει προκαλέσει προβληματισμό στις κεντρικές τράπεζες των βορείων χωρών της ΕΕ και η συζήτηση στο διευθυντήριο της ΕΚΤ αναμένεται να είναι έντονη. Και αυτό γιατί με το ειδικό πρόγραμμα ρευστότητας, «η ΕΚΤ πατάει σε άγνωστο έδαφος», παρατηρεί η FAS, διευκρινίζοντας ότι οι περισσότερες κεντρικές τράπεζες του κόσμου διαθέτουν πιστώσεις χωρίς όρους στις τράπεζες των χωρών τους, καθώς φοβούνται το ενδεχόμενο πρόκλησης στρεβλώσεων στις χρηματαγορές σε περίπτωση επιβολής όρων.
Σύμφωνα με την ίδια πηγή, «οι λεπτομέρειες είναι διαφιλονικούμενες, μολονότι υπάρχει συναίνεση μεταξύ των στελεχών του διευθυντηρίου στις γενικές γραμμές του προγράμματος». Ακόμη και ο πρόεδρος της γερμανικής Bundesbank Γενς Βάιντμαν φέρεται διατεθειμένος να στηρίξει ένα τέτοιο ειδικό πρόγραμμα ενίσχυσης της ρευστότητας, στο Νότο.
Με νομισματικά εργαλεία θα εφαρμοσθούν οι στόχοι των «28»;
Σύμφωνα με πληροφορίες της Deutsche Welle, τα μέτρα της ΕΚΤ θα αποτελέσουν τα βασικά εργαλεία για την εφαρμογή του σχεδίου προτεραιοτήτων που θα καταθέσει τις επόμενες ημέρες ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Χέρμαν φαν Ρομπάι και το οποίο θα συζητηθεί και θα αποφασισθεί στην προσεχή Σύνοδο Κορυφής στις 26-27 Ιουνίου. Στο επίκεντρο των μέτρων που αναμένεται να εγκριθούν θα βρίσκεται η ενίσχυση της ανάπτυξης, της απασχόλησης και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Όλα αυτά χωρίς τη δημιουργία νέων χρεών για τις χώρες μέλη, όπως επαναλαμβάνει διαρκώς το Βερολίνο.
Με αυτά τα δεδομένα, οι νομισματικές πρωτοβουλίες της ΕΚΤ, που θα ανακοινωθούν την Πέμπτη, θα διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στην προσπάθεια των «28» να αλλάξουν πολιτική, απαντώντας στην διόγκωση του ευρωσκεπτικιστικού ρεύματος στις χώρες της Ευρώπης, που κατεγράφη κατά τις πρόσφατες ευρωεκλογές. Το στοίχημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης δεν είναι δυνατόν να κερδηθεί όσο διογκώνονται τα κοινωνικά προβλήματα και η ανεργία καλπάζει, κυρίως στις χώρες της κρίσης.