Την επίλυση του ζητήματος των επιστροφών ΦΠΑ στις εξαγωγικές επιχειρήσεις και την άρση των αντικινήτρων για την εξωστρέφεια των επιχειρήσεων εξετάζει ειδική ομάδα εργασίας αποτελούμενη από υπηρεσιακούς παράγοντες του υπουργείου Οικονομικών και εκπροσώπους του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων.
Η δημιουργία της ομάδας εργασίας αποτέλεσε την απάντηση του υφυπουργού Οικονομικών, Δ. Κουσελά, στη χθεσινή συνάντηση που είχε με το προεδρείο του ΠΣΕ. Ο κ. Κουσελάς, αφού παρέλαβε σχετικό υπόμνημα του ΠΣΕ, με προτάσεις για την άρση αντικινήτρων στις εξαγωγές και την καθιέρωση κινήτρων προς τις εξωστρεφείς επιχειρήσεις, έδωσε εντολή στους υπηρεσιακούς παράγοντες του υπουργείου να δώσουν «άμεση προτεραιότητα, προκειμένου να ενισχυθεί η εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας, ως προτεραιότητα της αναπτυξιακής πολιτικής της κυβέρνησης».
Παράλληλα, αναγνωρίζοντας την ανάγκη τόνωσης της ρευστότητας της αγοράς και των εξαγωγικών επιχειρήσεων ειδικότερα, o υφυπουργός προανήγγειλε ρύθμιση ενόψει στα πλαίσια της φορολογικής μεταρρύθμισης, με την οποία θα προκύψει η φόρμουλα για ταχύτερες επιστροφές ΦΠΑ στους εξαγωγείς.
Η Ομάδα Εργασίας του ΥΠΟΙΚ θα εξετάσει τις επόμενες ημέρες τις προτάσεις του ΠΣΕ, που κινούνται σε δύο άξονες: την άρση συγκεκριμένων αντικινήτρων και την καθιέρωση κινήτρων εξωστρέφειας.
Τα αντικίνητρα που περιορίζουν σημαντικά το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα των ελληνικών εξαγωγικών επιχειρήσεων, σύμφωνα με τον ΠΣΕ, είναι:
– Οι καθυστερήσεις στην επιστροφή ΦΠΑ των εξαγωγών και των πιστωτικών υπολοίπων. Το όριο επιστροφών που έχει τεθεί στο 90% για εξαγωγές ως 30.000 ευρώ ανά μήνα, είναι εξαιρετικά χαμηλό και ουσιαστικά «τιμωρεί» όσους πραγματοποιούν αυξημένες εξαγωγές».
– Στο πλαίσιο της περαίωσης, ο ΠΣΕ ζήτησε τροπολογία για την εξαίρεση των εξαγωγικών, εφοδιαστικών, ενδοκοινοτικών και επανεξαγωγικών δραστηριοτήτων από τον υπολογισμό του συντελεστή αναλογικότητας επί του τζίρου, όπως συνέβη με τα ταξιδιωτικά γραφεία-πρακτορεία. Η εξαίρεση αυτή θα αποτελέσει κίνητρο προς τις εν λόγω επιχειρήσεις για συμμετοχή στην περαίωση, ενώ με την ισχύουσα μορφή «τιμωρεί» τις αυξημένες εξαγωγές.
– Κατάργηση της εισφοράς 0,6% του Ν. 128/75, στις συναλλαγές με τις Τράπεζες για τις εξαγωγικές επιχειρήσεις.
– Επανεξέταση της άδικης ρύθμισης επί των Εγγυήσεων ΕΦΚ εξαγωγέων-εφοδιαστών. Με δεδομένη την αύξηση του ΕΦΚ και του ΦΠΑ κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες το τελευταίο εξάμηνο, αλλά και της απαίτησης εκ μέρους των Τραπεζών για καταβολή εγγυήσεων σε ρευστό, προκύπτει αναλογική αύξηση ως και 157% σε σχέση με το 2009, ενώ αποτρέπεται η ανάληψη εξαγωγικής δραστηριότητας σε επιχειρήσεις που διαθέτουν προϊόντα τους ταυτόχρονα και στην εσωτερική αγορά.
– Κατάργηση του φόρου πολυτελείας 10% στους κατασκευαστές και εξαγωγείς κοσμημάτων, που σε αντίθεση με το ΦΠΑ δεν επιστρέφεται στους εξαγωγείς κοσμημάτων, αποδυναμώνοντας τον εξωστρεφή προσανατολισμό του κλάδου.
– Περιορισμός κόστους ελέγχων από Κρατικά Εργαστήρια και Αρχές Ελέγχου. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι απαιτείται Διασάφηση Τελωνείου κόστους 60 ευρώ ανά είδος-κωδικό προϊόντος, ενώ ανά κωδικό κοστολογούνται και οι εξετάσεις ραδιενέργειας από τα Εργαστήρια του Δημόκριτου (περίπου 1.000 ευρώ ανά κωδικό προϊόντος). Αντίστοιχες συνεχείς χρεώσεις και γραφειοκρατικές διαδικασίες προκύπτουν για τους ελέγχους Νομαρχιακών Αρχών, ενώ μόνο για τους ελέγχους καταλληλότητας αγροτικών προϊόντων-τροφίμων προκύπτει πρόσθετο κόστος 1 ευρώ/τόνο υπέρ των ελεγκτών γεωπόνων.