Ο αριθμός των προαπαιτούμενων που θέτει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προκειμένου να χορηγεί δάνεια έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια παρά τις υποσχέσεις του οργανισμού ότι θα περιορίσει τις προϋποθέσεις που χαρακτηρίζονται «επαχθείς όροι» από τους επικριτές του.
Σύμφωνα με μια μελέτη του Eurodad (Ευρωπαϊκό Δίκτυο Χρέους και Ανάπτυξης), ενός δικτύου 48 μη κυβερνητικών οργανώσεων από 19 ευρωπαϊκά κράτη, οι χώρες που αναζητούν απεγνωσμένα ρευστότητα βρίσκονται σε δυσμενή θέση στις συζητήσεις τους με το ΔΝΤ οι οποίες θυμίζουν διαπραγμάτευση «με το πιστόλι στον κρόταφο».
Τα τελευταία δύο χρόνια το ΔΝΤ έθεσε περίπου 20 όρους, κατά μέσο όρο, σε καθένα από τα δάνεια που ενέκρινε. Ο αριθμός αυτός είναι μεγαλύτερος από εκείνος που είχε υπολογίσει το Eurodad σε δύο προηγούμενες εκθέσεις του.
Στην μελέτη του που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα ασχολήθηκε με 23 δάνεια που χορηγήθηκαν από τον Οκτώβριο του 2011 μέχρι τον Αύγουστο του 2013.
Εξάλλου, πολλές από τις προϋποθέσεις επικεντρώνονται σε πολιτικά ευαίσθητα θέματα, όπως είναι οι περικοπές στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων ή η μεταρρύθμιση του ιδιωτικού τομέα.
Σε μια έκθεσή του το 2011 το ΔΝΤ είχε υποσχεθεί ότι θα είναι «φειδωλό» στους όρους που θέτει και ότι θα επικεντρωθεί περισσότερο σε κρίσιμα μακροοικονομικά ζητήματα. Ωστόσο το Eurodad υποστηρίζει ότι το ταμείο κάνει βήματα προς τα πίσω, καθώς «αυξάνει τον αριθμό των διαρθρωτικών όρων που επιτάσσουν αλλαγές πολιτικής ανά δάνειο και παραμένει σε μεγάλο βαθμό επικεντρωμένο σε ιδιαίτερα ευαίσθητους τομείς της πολιτικής».
Τα αποτελέσματα της μελέτης αυτής ωστόσο ενδέχεται να εμφανίζονται διαστρεβλωμένα λόγω των μεγάλων δανειακών προγραμμάτων στα οποία προχώρησε το ΔΝΤ κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Τα δάνεια προς την Κύπρο, την Ελλάδα και την Τζαμάικα αποτέλεσαν το 87% των συνολικών δανείων που εγκρίθηκαν και το καθένα τους συνοδεύτηκε από 35 όρους, κατά μέσο όρο. Στην περίπτωση της Ελλάδας και της Κύπρου τα προγράμματα καταρτίστηκαν από το υπό ευρωπαϊκή κυριαρχία Εκτελεστικό Συμβούλιο του διεθνούς οικονομικού οργανισμού που απαίτησε σκληρές περικοπές σε αντάλλαγμα για την παροχή βοήθειας, όπως επισήμανε ο διευθυντής του Eurodad Τζέσε Γκρίφιθς.
Πριν από έξι χρόνια η εσωτερική επιτροπή ελέγχου του ΔΝΤ είχε καλέσει το Ταμείο να περιορίσει δραστικά τις προϋποθέσεις που θέτει για τα δάνεια, με το επιχείρημα ότι δεν είναι πάντα αποτελεσματικές. Οι δανειακοί όροι αποτελούσαν ανέκαθεν τον πονοκέφαλο των κυβερνήσεων και πολλών τοπικών οργανώσεων που υποστηρίζουν ότι είναι υπερβολικοί και επιζήμιοι για τις πιο αδύναμες οικονομικά ομάδες. Πολλές κυβερνήσεις εξέφρασαν παράπονα ότι οι όροι δεν είναι προσαρμοσμένοι στις ανάγκες της κάθε χώρας, στις συνθήκες και τους πολιτικούς περιορισμούς που αντιμετωπίζει ενώ μπορεί να συνοδεύονται και από μη ρεαλιστικές προθεσμίες. Τέτοιου είδους όροι, τονίζουν, αποδυναμώνουν τη δυνατότητα μιας χώρας να ελέγχει με αποτελεσματικότητα τα οικονομικά προγράμματά της.
Ο Γκρίφιθς επισήμανε ότι οι χώρες που αντιμετωπίζουν δυσκολίες είναι σε μειονεκτική θέση όταν διαπραγματεύονται με το ΔΝΤ. Προσπαθούν απεγνωσμένα να βρουν ρευστό και να δείξουν στις αγορές και τους άλλους δωρητές ότι οι πολιτικές τους έχουν την έγκριση του Ταμείου. Για παράδειγμα, η Ουκρανία αρνιόταν επί μεγάλο χρονικό διάστημα τους δανειακούς όρους του ΔΝΤ αλλά τελικά τους αποδέχτηκε φέτος, όταν παραδέχτηκε ότι βρίσκεται στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Ο πρωθυπουργός της χώρας μάλιστα είπε ότι η κυβέρνησή του εκτελεί μια αποστολή «αυτοκτονίας» με τη λήψη οδυνηρών αποφάσεων.
«Είναι σαν να σου βάζουν το πιστόλι στον κρόταφο. Αυτές οι αποφάσεις είναι πολιτικές και πρέπει να λαμβάνονται με την ετυμηγορία του λαού αυτών των χωρών και όχι μέσω διαπραγματεύσεων με το ΔΝΤ», τόνισε ο Γκρίφιθς.
Το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι οι προϋποθέσεις που θέτει είναι απαραίτητες ώστε να επανέλθουν στο σωστό δρόμοι οι οικονομίες αυτών των χωρών αλλά και για να διασφαλίσει ότι θα πάρει πίσω τα χρήματα που δανείζει. Το Eurodad ωστόσο διαπίστωσε ότι οι περισσότερες χώρες δανείζονται κατ’ επανάληψη. Οι 20 από τις 22 χώρες που εντάχθηκαν σε νέα δανειακά προγράμματα μεταξύ 2011-13 είχαν δανειστεί ξανά την περασμένη δεκαετία, οι περισσότερες μάλιστα είχαν λάβει δάνεια κατά την προηγούμενη τριετία.