Την πλήρη αντίθεσή τους στη νέα αρνητική πρωτοβουλία της ηγεσίας του υπουργείου Περιβάλλοντος η οποία σε καμία περίπτωση δεν εξυγιαίνει τον ελλειμματικό λογαριασμό του ΛΑΓΗΕ, εξέφρασαν όλοι οι φορείς που παρευρέθησαν σε συνάντηση που διοργάνωσε ο ΣΥΡΙΖΑ με αφορμή την κατάθεση από το
υπουργείο Περιβάλλοντος του νομοσχεδίου για το New Deal (ΕΛΕΤΑΕΝ, ΑΣΠΗ,
ΕΣΥΑΠΕ, ΣΠΕΦ, ΣΕΦ, ΗΛΙΟΣ, εκπρόσωποι των οικιακών φωτοβολταϊκών κτλ).
Διαπιστώθηκε λοιπόν ότι οι προτάσεις του ΥΠΕΚΑ στερούνται αναλογικότητας και δίκαιης κατανομής των βαρών σε όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά ηλεκτρισμού η οποία είναι ενιαία και ζητήματα του ενός επηρεάζουν άμεσα τη συμπεριφορά και την «τύχη» των άλλων. Έτσι δεν μπορεί να επιβαρύνονται εξ ολοκλήρου οι 50.000 οικογένειες κυρίως μικροπαραγωγών ΑΠΕ για τις υπαρκτές και πανθομολογούμενες στρεβλώσεις της συγκεκριμένης αγοράς, ενώ πρέπει να κατανέμονται τα βάρη και στους ιδιώτες παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας που συνεισφέρουν σημαντικά στην αύξηση του ελλείμματος, μέσω διαφόρων μηχανισμών.
Είναι γνωστό ότι οι παραγωγοί έργων ΑΠΕ έχουν επενδύσει διαχρονικά βάσει ενός συγκεκριμένου θεσμικού πλαισίου (Ν. 2244/1994, Ν. 3488/2006, Ν. 3734/2009, Ν. 3851/2010 κλπ), το οποίο ήταν απολύτως σύμφωνο με την πολιτική και τη νομοθεσία της Ε.Ε. (Οδηγίες 2001/77/ΕΚ και 2009/28/ΕΚ) και προέβλεπε θεσμοθετημένη εγγύηση εσόδων με τη μορφή σύμβασης πώλησης της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, συγκεκριμένης χρονικής διάρκειας και με προσδιοριζόμενες από τους ως άνω νόμους εγγυημένες τιμές. Ωστόσο μέχρι σήμερα οι ίδιοι επενδυτές έχουν υποστεί αλλεπάλληλες σημαντικές επιβαρυντικές αλλαγές στον επιχειρηματικό τους σχεδιασμό, λόγω επιβολής έκτακτης εισφοράς (Ν. 4093/2012 – αιολικά: 10%. φωτοβολταϊκά έως και 40%), καθώς και επιβολής προσκόμισης εγγυητικής επιστολής και τέλος διατήρησης Άδειας Παραγωγής (Ν. 4152/2013).
Από την άλλη πλευρά, όσον αφορά τις ιδιωτικές μονάδες φυσικού αερίου, η απόφαση για την κατασκευή τους αποτελούσε μια επενδυτική απόφαση και πρωτοβουλία των αντίστοιχων ιδιωτικών επιχειρήσεων, χωρίς την ύπαρξη οποιασδήποτε θεσμοθετημένης εγγύησης εσόδων, π.χ. με την μορφή σύμβασης πώλησης ενέργειας (PPA) ή κάτι παρόμοιο. Επίσης τόσο ο Μηχανισμός Ανάκτησης Μεταβλητού Κόστους όσο και η υποχρεωτική αγορά ΑΔΙ από τον ΔΕΣΜΗΕ (και μετά τον ΑΔΜΗΕ) σε ρυθμιζόμενη και πολύ υψηλή τιμή, αποτελούσαν μεταβατικές διατάξεις του Κώδικα Διαχείρισης του Συστήματος και έπρεπε να είχαν καταργηθεί από τον Οκτώβριο του 2010. Ειδική μνεία θα πρέπει να γίνει στο γεγονός ότι, η ΡΑΕ πρόσφατα και μέσα σε περίοδο κρίσιμης οικονομικής συγκυρίας, αποφάσισε τον διπλασιασμό του ποσού των ΑΔΙ σε 90.000 ευρώ/MW για τις μονάδες Φυσικού Αερίου, όπως επίσης και στο ότι καθ’ όλη την περίοδο που επεβλήθησαν έκτακτες εισφορές στις ΑΠΕ, καμία ανάλογη μείωση δεν επεβλήθη στα έσοδα των μονάδων Φυσικού Αερίου. Επισημαίνουμε ότι το αντίστοιχο ποσό των ΑΔΙ στη Γερμανία είναι 15.000 ευρώ/MW.
Η προβλεπόμενη λοιπόν από το σχέδιο Νόμου έκδοση εκπτωτικού – πιστωτικού παραστατικού από τους παραγωγούς ΑΠΕ και πάλι, όπου τους ζητείται να καταβάλουν μαζί με την έκτακτη εισφορά ποσό άνω του 1 δισ. ευρώ είναι απολύτως μονομερής ενέργεια που όπως τόνισαν και οι φορείς πρέπει να αποσυρθεί. Υπενθυμίζεται ότι οι ιδιωτικοί Σταθμοί με φυσικό αέριο έχουν πριμοδοτηθεί για τα έτη 2012 – 2013 με το ποσό των 900 εκατ. ευρώ για ΑΔΙ και Μηχανισμό Μεταβλητού Κόστους.
Το δίκαιο και συνταγματικά ορθό είναι το έλλειμμα του ΛΑΓΗΕ να καλυφθεί αναλογικά από όλους ανεξαιρέτως τους παραγωγούς που μετέχουν στο ενεργειακό μίγμα της χώρας, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι Ιδιωτικοί Σταθμοί με Φυσικό Αέριο έχουν συμβάλλει στην αύξηση του ελλείμματος κρατώντας πολύ χαμηλή την Οριακή Τιμή του Συστήματος.
Ιδιαιτέρως για τα φωτοβολταϊκά οι αναδρομικές περικοπές είναι εξοντωτικές με συνέπεια να οδηγούμαστε με μαθηματική ακρίβεια σε δημεύσεις περιουσιών από τις τράπεζες χιλιάδων μικροεπενδυτών που πίστεψαν στη φερεγγυότητα του ελληνικού κράτους, επένδυσαν τα χρήματά τους σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία και τώρα βρίσκονται προ των πυλών πλήρους οικονομικού αδιεξόδου.
Επίσης, ο επανακαθορισμός της τιμολόγησης ηλεκτρικής ενέργειας λειτουργούντων σταθμών και νέων έργων ΑΠΕ δεν στηρίζει την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται για την αιολική ενέργεια όπου η αναδρομική περικοπή της εγγυημένης τιμής πώλησης της KW/h (Feed-in-Tariff) είναι ακατανόητη τη στιγμή που η τιμή είναι χαμηλή και πλήρως ανταγωνιστική με τις υπόλοιπες συμβατικές τεχνολογίες, δηλαδή είναι φθηνότερη από τις ανταγωνιστικές μονάδες φυσικού αερίου, αφού αμείβεται με Feed-in-Tariff περίπου 80 ευρώ/MWh (μετά την επιβολή της σχετικής έκτακτης εισφοράς), έναντι των 105 ευρώ/MWh που στοιχίζει το ρεύμα από τις μονάδες φυσικού αερίου.
Επιπροσθέτως θα είναι ανεπιτυχής η όποια προσπάθεια περιορισμού του ελλείμματος και δεν θα έχει καθόλου εξασφαλισμένα αποτελέσματα, διότι δεν προβλέπεται τρόπος ώστε η ΔΕΗ να πληρώνει τις υποχρεώσεις της προς τον ΛΑΓΗΕ, με αποτέλεσμα να έχουμε πιθανότατα και στο μέλλον καθυστερήσεις πληρωμών προς τους παραγωγούς ΑΠΕ.
Αναφορικά με τις μεγάλες ΣΗΘΥΑ δημιουργούνται υπόνοιες για τη χορήγηση υψηλότερης τιμολόγησης για την ηλεκτρική ενέργεια από την λειτουργία της μονάδας ΣΗΘΥΑ της εταιρείας ΑΛΟΥΜΙΝΙΟΝ ΑΕ.
Εφόσον δεν πρόκειται περί τυπογραφικού λάθους, η χορήγηση υψηλότερου τιμολογίου αγοράς της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας σε περίπτωση εν λειτουργίας μονάδας ΣΗΘΥΑ που υλοποιήθηκε με επιχορήγηση (ΜΕ) σε σχέση με αντίστοιχη μονάδα που υλοποιήθηκε χωρίς επιχορήγηση (ΧΕ), δεν δικαιολογείται από πλευράς οικονομικής, ανταγωνισμού αλλά και λογικής.
Η κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ συμφώνησε με τα βασικά επιχειρήματα των φορέων δηλώνοντας ότι θα καταψηφίσει το νομοσχέδιο εφόσον φτάσει στην ολομέλεια της Βουλής.
Έστω και την τελευταία στιγμή η ηγεσία του ΥΠΕΚΑ οφείλει να αντιληφθεί τη λάθος στρατηγική της, η οποία στην ουσία ακυρώνει τη συνολική προσπάθεια της ελληνικής πολιτείας μιας ολόκληρης 20ετίας για την ορθολογική διείσδυση των ΑΠΕ και να κατανείμει επιτέλους ισότιμα το βάρος των ελλειμμάτων σε όλους τους παραγωγούς ενέργειας, σταματώντας την παραμονή στο απυρόβλητο των παραγωγών μιας συγκεκριμένης κατηγορίας.