Σε δέσμη μέτρων ύψους 130 δισεκατομμυρίων για την ανάκαμψη της γερμανικής οικονομίας συμφώνησε πριν από λίγες ώρες ο κυβερνητικός συνασπισμός, έπειτα από μαραθώνιες διαπραγματεύσεις. Πρόκειται για το μεγαλύτερο αναπτυξιακό πακέτο που έχει διατεθεί ποτέ στη Γερμανία.
Σύμφωνα με την καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ (CDU), τον αντικαγκελάριο και υπουργό Οικονομικών Όλαφ Σολτς (SPD) και τον πρωθυπουργό της Βαυαρίας και αρχηγό της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CSU) Μάρκους Σέντερ, κατά το τρέχον και το επόμενο έτος θα διατεθούν 130 δισεκατομμύρια ευρώ προκειμένου να δοθεί ώθηση στην οικονομία, η οποία επλήγη σοβαρά από τις συνέπειες της πανδημίας του κορονοϊού. Το σχέδιο προβλέπει μεταξύ άλλων επιδόματα, φοροαπαλλαγές, οικονομικά κίνητρα και μειώσεις σε τιμολόγια υπηρεσιών.
Ενδεικτικά, το πακέτο μέτρων προβλέπει έκτακτο εφάπαξ επίδομα 300 ευρώ ανά παιδί για όλες τις οικογένειες στην Γερμανία, παροχή την οποία εισηγήθηκε το SPD, μείωση του ΦΠΑ κατά το διάστημα 1/7-31/12/2020 από 19% σε 16% (κόστος για το κράτος: 20 δισεκατομμύρια ευρώ), «κοινωνική εγγύηση 2021», όπως ονομάζεται το πλαφόν των ασφαλιστικών εισφορών στο 40% και η κάλυψη της διαφοράς για τα ταμεία από το κράτος, μείωση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος (κόστος για το κράτος: 11 δισεκατομμύρια ευρώ) και ενίσχυση δήμων και κοινοτήτων, κυρίως με αντιστάθμιση της απώλειας φορολογικών εσόδων. Οι επιχειρήσεις του τουρισμού, της γαστρονομίας, των αθλητικών κέντρων και της διοργάνωσης συνεδρίων θα μπορούν επίσης να επωφεληθούν από «βοήθεια – γέφυρα» για τους μήνες Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο, η οποία θα ανέλθει συνολικά σε 25 δισεκατομμύρια ευρώ.
Σε κομβικό σημείο της αντιπαράθεσης των κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού είχε αναδειχθεί τις τελευταίες ημέρες το «Πακέτο για το Μέλλον», ύψους 50 δισεκατομμυρίων ευρώ, το οποίο θα καλύψει καινοτόμες πολιτικές στους τομείς της προστασίας του κλίματος και της μετάβασης στην ψηφιακή εποχή. Από το ίδιο πακέτο θα χρηματοδοτηθούν ακόμη μέτρα για την ηλεκτροκίνηση και τη διεύρυνση του δικτύου σταθμών επαναφόρτισης. Σε αυτό το σημείο φαίνεται ότι τελικά επικράτησε η πρόταση των Σοσιαλδημοκρατών για την εξαίρεση των βενζινοκίνητων και των πετρελαιοκίνητων οχημάτων από την επιδότηση αγοράς αυτοκινήτου. Συγκεκριμένα, ανέφερε η κυρία Μέρκελ, μέχρι το τέλος του 2021, η αγορά ηλεκτρικού αυτοκινήτου καθαρής αξίας έως 40.000 ευρώ θα επιδοτείται με 6.000 ευρώ (από 3.000 σήμερα).
Ανακοινώνοντας τη συμφωνία, όπως μεταδίδει η ανταποκρίτρια του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων, η Καγκελάριος μίλησε για τον «θεμέλιο λίθο» της εξόδου από την οικονομική κρίση του κορονοϊού: «Έχουμε πετύχει τόσα ώστε να μπορούμε να πούμε στον κόσμο ότι προσπαθούμε να βγούμε μαζί από αυτή την ακραία κατάσταση», δήλωσε.
Ο κ. Σολτς από την πλευρά του τόνισε χαρακτηριστικά: «Έχουμε συμφωνήσει σε μια δέσμη μέτρων με στόχο να βγούμε από την κρίση με κρότο!».
Ο κ. Σέντερ σημείωσε ότι το πακέτο δεν εγγυάται μεν ότι μετά την κρίση η γερμανική οικονομία θα βρίσκεται σε καλύτερη κατάσταση από ό,τι πριν, αλλά «μπορεί να τη φέρει σε καλύτερη θέση από πολλές άλλες χώρες – είναι ένα τολμηρό, αλλά όχι παράτολμο πρόγραμμα». Όπως πάντως επισημαίνει η εφημερίδα Bild, οι δύο εκ των βασικών διαπραγματευτών του πακέτου, Σολτς και Σέντερ, έχουν πολύ ζωηρό προσωπικό ενδιαφέρον να το δουν να πετυχαίνει, καθώς δεν αποκλείεται να είναι υποψήφιοι για την καγκελαρία στις εκλογές του 2021.
Από την πλευρά της αντιπολίτευσης, οι πρώτες αντιδράσεις επιφύλαξαν κριτική αλλά και κάποιες επιδοκιμασίες. Ο αντιπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Αριστεράς Ντίτμαρ Μπαρτς δήλωσε ότι τα μέτρα περιλαμβάνουν «ουσιαστικές αποφάσεις για τους δήμους και τις οικογένειες», αλλά έκανε λόγο για ένα πακέτο «πολύ ακριβό, αποσπασματικό και με πολλά πυροτεχνήματα, χωρίς στόχευση και βιωσιμότητα». Ο κ. Μπαρτς χαρακτήρισε την μείωση του ΦΠΑ «οικονομικά χωρίς λογική» και εκτίμησε ότι τα μέτρα δεν περιλαμβάνουν επαρκή πρόνοια για την παιδεία και το μέλλον – «αλλά πολλή δουλειά από τα λόμπι».
Αντίθετα, ο αντιπρόεδρος της Κ.Ο. των Φιλελευθέρων (FDP) Μίχαελ Τόιρερ, αναφερόμενος συγκεκριμένα στην προσωρινή μείωση του ΦΠΑ, μίλησε για «κάποιες καλές, σημαντικές πτυχές» του προγράμματος, αλλά συνολικά, όπως είπε, θεωρεί ότι ο κυβερνητικός συνασπισμός «σκόνταψε σε ένα συνονθύλευμα από ημιτελείς, πολύ ακριβές και αναποτελεσματικές προτάσεις».