Η ύφεση που ακολουθεί την πανδημία του κορονοϊού δεν θα είναι κάτι πρωτόγνωρο για την παγκόσμια οικονομία, καθώς ο κόσμος έχει γνωρίσει πέντε υφέσεις από τη βιομηχανική επανάσταση.
Για να ξεπεραστεί, όμως, απαιτούνται παρεμβάσεις μεγάλης κλίμακας σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, αν και είναι νωρίς για να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα ως προς τις επιπτώσεις της πανδημίας. Αυτές είναι μερικές από τις επισημάνσεις που διατυπώθηκαν από 26 καθηγητές του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, στο πλαίσιο του πενθήμερου κύκλου διαδικτυακών συζητήσεων με τίτλο «Το ΠΑΜΑΚ συζητά: Η πανδημία θα αλλάξει τον κόσμο;», που πραγματοποιήθηκαν από τις 4 έως τις 8 Μαΐου, μέσω τηλεδιασκέψεων.
Τις συζητήσεις παρακολούθησαν εξ αποστάσεως συνολικά 1.300 χρήστες του διαδικτύου, συμμετέχοντας με ερωτήσεις και παρατηρήσεις. Οικονομία, διεθνές περιβάλλον, πολιτισμός και δημιουργία, τεχνολογία, καινοτομία, εκπαίδευση και επικοινωνία, δίκαιο, δημοκρατία, ανθρώπινα δικαιώματα και διακρίσεις αποτέλεσαν τη θεματολογία των συζητήσεων.
«Το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, με τις δικές του δυνάμεις, προσεγγίζει επιστημονικά εξαιρετικά επίκαιρα και φλέγοντα ζητήματα, εκθέτει τους προβληματισμούς του, ακούει και συζητά», δήλωσε ο πρύτανης του ΠΑΜΑΚ, καθ. Στέλιος Κατρανίδης.
«Τι δείχνει το παρελθόν»
Στο ερώτημα «η πανδημία θα αλλάξει τον κόσμο;» επιχείρησαν να απαντήσουν οι καθηγητές Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων Γιώργιος Τσιότρας, Οικονομικής Ιστορίας Λευτέρης Τσουλφίδης, Συγκριτικής Πολιτικής Νίκος Μαραντζίδης, Ψυχιατρικής Γρηγόρης Σίμος, και Διεθνών Σχέσεων Ηλίας Κουσκουβέλης.
Αναφερόμενος στους κλάδους της οικονομίας που ωφελήθηκαν και αυτούς που επλήγησαν περισσότερο από τη κρίση του κορονοϊού, ο κ. Τσιότρας επισήμανε ότι καταγράφηκαν προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα, στη διαχείριση εταιρικών κεφαλαίων, αλλαγή της καταναλωτικής συμπεριφοράς, μη τήρηση συμφωνιών και αναταραχή στις χρηματαγορές, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Στις πέντε υφέσεις που έχουν συμβεί από τη βιομηχανική επανάσταση αναφέρθηκε ο κ. Τσουλφίδης επισημαίνοντας ότι η σημερινή δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο και πως για το ξεπέρασμά της είναι αναγκαία μια καινοτομία μεγάλης κλίμακας, προτείνοντας αύξηση των δημοσίων επενδύσεων και της ρευστότητας, επανασχεδιασμό της αγροτικής παραγωγής και του τουρισμού, χρηματοδότηση της βασικής έρευνας και εξωστρέφεια στην εκπαίδευση.
«Είναι πολύ νωρίς για να μπορέσουμε να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα για τις επιπτώσεις της πανδημίας», εκτίμησε ο κ. Μαραντζίδης, μιλώντας για πεδίο αβεβαιότητας ως προς την κατεύθυνση που θα πάρουν τα πράγματα, υπενθυμίζοντας ταυτόχρονα ότι η Ισπανική Γρίπη του 1918, φαινόμενο ανάλογο του σημερινού, πολύ σύντομα ξεχάστηκε από τους περισσότερους λαούς που είχαν πληγεί.
Η δυσανεξία στην αβεβαιότητα που αντιμετωπίζουν ορισμένοι άνθρωποι, περισσότερο από τους άλλους, είναι καθοριστικός παράγοντας αύξησης του άγχους και της ανησυχίας και αυτό επιτείνεται από καταστάσεις έντονης αβεβαιότητας όπως η σημερινή, επισήμανε ο κ. Σίμος. Σε περίοδο νομισματικής παγκοσμιοποίησης κάθε κράτος αντιμετώπισε την κρίση με τον δικό του τρόπο, τις περισσότερες φορές χωρίς επιτυχία, κάτι για το οποίο οι πολίτες τους θα αναζητήσουν ευθύνες, ανέφερε ο κ. Κουσκουβέλης, σημειώνοντας ότι στο δίλημμα ασφάλεια της υγείας ή οικονομία, οι επιλογές να μην προκαλέσουν μεγαλύτερες απώλειες.
«Μύθοι που καταρρίπτονται και ιδιαιτερότητες των ελληνικών πόλεων»
Οικονομολόγοι συζήτησαν για τις «Οικονομικές επιπτώσεις στην Ελλάδα και τον κόσμο» και συγκεκριμένα η επ. καθηγήτρια Ρεβέκκα Χριστοπούλου, ο επ. καθηγητής Λευτέρης Φιλιππιάδης, ο αν. Καθηγητής Θεόδωρος Παναγιωτίδης, ο καθηγητής Χρήστος Νίκας και ο καθηγητής Στέλιος Φουντάς.
Η αρχική εντύπωση ότι η επιδημία πλήττει εξίσου πλούσιους και φτωχούς φαίνεται ότι καταρρίπτεται, σύμφωνα με την κ. Χριστοπούλου, η οποία αναφέρθηκε στο «κεφάλαιο υγείας», συνήθως υψηλότερο στις οικονομικά ισχυρότερες ομάδες. Στην κοινωνική αποστασιοποίηση ως δημόσιο αγαθό αναφέρθηκε ο κ. Φιλιππιάδης, ενώ παρουσίασε τις διαφορές μεταξύ Σουηδίας και Ελλάδας στον τρόπο αντιμετώπισης, υπογραμμίζοντας ότι Αθήνα και Θεσσαλονίκη είναι 3η και 4η πιο πυκνοκατοικημένες πόλεις στην Ευρώπη.
Οι πανδημίες δεν καταστρέφουν φυσικό κεφάλαιο συγκριτικά με τους πολέμους, με αποτέλεσμα οι υφέσεις που προκαλούν να έχουν μικρότερο βάθος, ανέφερε ο κ. Παναγιωτίδης, προτείνοντας την ενίσχυση της ελληνικής μεταποίησης η οποία μπορεί να ανταποκριθεί καλύτερα σε περιόδους κρίσης σε σχέση με τον τουρισμό και τις υπηρεσίες. Αντιμετωπίσιμη υπό προϋποθέσεις χαρακτήρισε την κρίση ο κ. Νίκας, καθώς οι επιπτώσεις της προς το παρόν περιορίζονται στην ανεργία και στην ύφεση, ενώ δεν πλήττεται το φυσικό κεφάλαιο, δεν υπάρχει στασιμοπληθωρισμός και οι Τράπεζες παραμένουν αλώβητες.
Για το «Διεθνές περιβάλλον, τον Πολιτισμό και τη Δημιουργία εν μέσω πανδημίας» συζήτησαν η η επ. καθηγήτρια Διεθνών Σχέσεων Ρεβέκκα Παιδή, ο επ. καθηγητής Βιοασφάλειας Αθανάσιος Μποζίνης, ο επ. καθηγητής Μουσικολογίας Πέτρος Βούβαρης, ο επ. καθηγητής Κοινωνικής Ανθρωπολογίας Ιωάννης Μάνος, ο ο πρόεδρος του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών, καθ. Δημήτρης Σκιαδάς.
Σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο η πανδημία να πλήξει το οικοδόμημα της ΕΕ η κ. Παιδή εκτίμησε πως, «αν και διαπιστώνεται αμηχανία στους αξιωματούχους και απογοήτευση στον κόσμο, κάτι τέτοιο δεν είναι πιθανό, καθώς η προστιθέμενη αξία που δημιουργεί η ευρωπαϊκή συνεργασία είναι πολύ μεγάλη, έστω και με καθυστέρηση αναπτύσσονται νέα εργαλεία αντιμετώπισης κρίσεων και τα μικρά κράτη που αντιμετώπισαν αποτελεσματικά την κρίση μπορεί να αποτελέσουν πηγή έμπνευσης».
Για το θέμα «Πανδημία και Τεχνολογία: Προκλήσεις για την καινοτομία, την εκπαίδευση και την επικοινωνία» συζήτησαν ο αν. καθηγητής Ιστορίας και ΜΜΕ Βλάσης Βλασίδης, ο αν. καθηγητής Τεχνικών Προγραμματισμού Στυλιανός Ξυνόγαλος, ο αν, καθηγητής Αξιοποίησης Τεχνολογιών στην εκπαίδευση Νικόλαος Φαχαντίδης, ο επ. καθηγητής Τεχνολογικής Καινοτομίας Κωνσταντίνος, ο επ. Καθηγητής Μάρκετινγκ Λεωνίδας Χατζηθωμάς και ο κοσμήτορας της Σχολής Επιστημών Πληροφορίας, καθ Αλέξανδρος Χατζηγεωργίου.
«Δίκαιο, Δημοκρατία, Ανθρώπινα Δικαιώματα και Διακρίσεις στην εποχή του κορονοϊού» ήταν το αντικείμενο της τελευταίας συζήτησης. Σε αυτήν έλαβαν μέρος με εισηγήσεις τους η καθηγήτρια Κοινωνικής Ανθρωπολογίας Φωτεινή Τσιμπιρίδου, η αν. καθηγήτρια Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης Λευκοθέα Καρτασίδου, η επ. καθηγήτρια ανθρωπίνων δικαιωμάτων Καλλιόπη Χαΐνογλου και ο διεθνολόγος καθηγητής Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης.