Τα στοιχεία αποτέλεσαν μια ευχάριστη έκπληξη: την περασμένη Παρασκευή, το αμερικανικό Υπουργείο Εμπορίου αναθεώρησε προς τα πάνω την αύξηση του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος, που το τρίτο τρίμηνο αυτού του έτους θα φτάσει το 4,1%. Πρόκειται για το τρίτο καλύτερο τρίμηνο από το 2006.
Η ευχάριστη έκπληξη προέρχεται από την κατανάλωση, η οποία αυξήθηκε με ετήσιο ρυθμό 2%. Ο δείκτης αυτός έχει θεμελιώδη σημασία, αφού αντιπροσωπεύει γύρω στο 70% της οικονομικής δραστηριότητας στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι Αμερικανοί κατανάλωσαν περισσότερες υπηρεσίες, όπως η υγεία και η εστίαση.
Οι επενδύσεις των επιχειρήσεων αυξήθηκαν κι αυτές κατά 4,8%, με τη μεγαλύτερη αύξηση να σημειώνεται στις επενδύσεις της «πνευματικής ιδιοκτησίας».
«Τα τελευταία χρόνια, η αμερικανική οικονομία απογοήτευσε πολλές φορές, με την ανάπτυξη να μη διαρκεί», σημειώνει ο Τζόζεφ Λέικ από την Economist Intelligence Unit. «Αυτή τη φορά τα πράγματα είναι διαφορετικά και ελπίζουμε πως η ανάπτυξη θα παραμείνει υψηλή τα επόμενα τρίμηνα».
Το μόνο κακό για την αμερικανική οικονομία είναι ότι η ανεργία παραμένει στο 7% (αναμένεται όμως να μειωθεί κατά μισή μονάδα). Αυτό δεν εμπόδισε τον Μπαράκ Ομπάμα να εκφράσει σε συνέντευξη Τύπου την ικανοποίησή του για τη δημιουργία δύο επιπλέον εκατομμυρίων θέσεων εργασίας το 2013 και τη βεβαιότητα ότι το 2014 θα είναι έτος ανάκαμψης της οικονομίας. «Ουάου!» ήταν η αντίδραση των δημοσιογράφων του CNN που ήταν παρόντες στη συνέντευξη.
Η είδηση για την «απογείωση» της αμερικανικής οικονομίας αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία αν συνδυαστεί με την ταυτόχρονη υποβάθμιση ολόκληρης της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τη Standard & Poor’s. Η απόφαση αυτή είναι βέβαια κυρίως συμβολική, αφού η ΕΕ εκδίδει λίγους τίτλους. Δείχνει όμως τα διαφορετικά αποτελέσματα που είχαν δύο διαφορετικές πολιτικές στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη. Εκεί, η έμφαση στην ανάπτυξη οδήγησε στην ανάκαμψη. Εδώ, η έμφαση στη λιτότητα οδήγησε στη στασιμότητα.
Κι όλα αυτά είναι ακόμη σημαντικότερα αν σκεφτεί κανείς από πού ξεκίνησε η κρίση. Πριν από πέντε χρόνια, η προβληματική οικονομία ήταν η αμερικανική. Η κρίση κτύπησε πρώτα τη Γουόλ Στριτ, ύστερα την «πραγματική» οικονομία και στη συνέχεια διαδόθηκε σε άλλες περιοχές του κόσμου. Το ότι η Αμερική εξήλθε από την κρίση πριν από την Ευρώπη, το οφείλει στις απαντήσεις που έδωσαν η αμερικανική κυβέρνηση και η Fed. Όταν ακόμη ο Ομπάμα είχε την απόλυτη πλειοψηφία στο Κογκρέσο, πέτυχε να ψηφιστούν δημόσιες επενδύσεις κατά της ύφεσης.
Στη συνέχεια, άφησε την αναλογία του ελλείμματος προς το ΑΕΠ να φτάσει το 12%, τρεις φορές μεγαλύτερο από το όριο που ισχύει στην ευρωζώνη. Κι όταν έχασε την πλειοψηφία στη Βουλή, πήρε τη σκυτάλη η Κεντρική Τράπεζα. Η παρέμβαση του Μπερνάνκι είχε στην Αμερική τα ευεργετικά αποτελέσματα που δεν μπόρεσε να έχει η ΕΚΤ στην Ευρώπη: την εκ νέου διοχέτευση χρήματος προς εκείνους που τα είχαν περισσότερη ανάγκη, δηλαδή τις οικογένειες και τις επιχειρήσεις. Αυτό οδήγησε και σε μια ανταγωνιστική υποτίμηση του δολαρίου, που ωφέλησε τις αμερικανικές εξαγωγές.
Οι κινήσεις αυτές του Ομπάμα, ο οποίος ήταν πάντοτε πεισμένος ότι προτεραιότητα αποτελεί η απασχόληση, δεν μεταφράστηκαν σε άνοδο της δημοτικότητάς του, που παραμένει σε ένα ταπεινό 41%. Την εξήγηση την έδωσε ο ίδιος στη συνέντευξη Τύπου: «Πρέπει να κάνουμε πολύ περισσότερα για να έχουν ίσες ευκαιρίες όλοι οι Αμερικανοί».
Πράγματι, το μοντέλο ανάπτυξης που παρατηρείται σήμερα είναι παρόμοιο με εκείνο της εποχής προ του 2007. Τα κέρδη των επιχειρήσεων έχουν φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την ίδια ώρα οι φόροι που πληρώνουν για τα κέρδη αυτά είναι μειωμένοι κατά 5%.