Με μια κίνηση υψηλού ρίσκου η κυβέρνηση καταφεύγει σήμερα στις διεθνείς χρηματαγορές για να ενισχύσει την ρευστότητα της.
Όπως δήλωσε χθες το βράδυ ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας μιλώντας στο Αction24 η χώρα δεν έχει ανάγκη για μία μεγάλη σε αξία έξοδο γιατί, όπως έχει κάνει το κουμάντο της από άποψη διαθεσίμων.
Ωστόσο, εξήγησε πως τα χρήματα αυτά θα χρειαστούν για να τονώνουν την ταμειακή της θέση. Επίσης ανέφερε πως με βάση το σχεδιασμό που έχει γίνει δεν θα πειραχτεί το μαξιλάρι ασφαλείας ούτε τον Ιούνιο, καθώς έχει μεγάλη σημασία για την επόμενη μέρα και για τη διατήρηση του κύρους της χώρας στις διεθνείς αγορές.
Έτσι πλέον η αντίστροφη μέτρηση για την νέα έξοδο στις αγορές έχει ξεκινήσει και ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) αναμένεται να κινήσει τις επόμενες ώρες τις διαδικασίες για το άνοιγμα του βιβλίου των προσφορών, εκδίδοντας νέο 7ετές ομόλογο με ημερομηνία λήξης τον Απρίλιο του 2027.
Στόχος να αντληθούν περί τα 2 – 2,5 δισ. ευρώ, ανάλογα με τις συνθήκες που θα συναντήσει στις αγορές.
Το υπουργείο Οικονομικών κινείται με βάση τον σχεδιασμό που έχει κάνει από την ώρα που ξέσπασε η κρίση. Ο σχεδιασμός αυτός έχει ως βασική επιδίωξη αφενός να στηριχθεί η πραγματική οικονομία στο μέγιστο δυνατό και αφετέρου να παραμείνει ανέπαφο το μαξιλάρι, για περισσότερο χρονικό διάστημα είναι δυνατό.
Αναφορικά με το ύψος της έκδοσης αυτό θα φανεί από τις διαθέσεις των επενδυτών που θα εκδηλώσουν ενδιαφέρον. Στις τελευταίες εκδόσεις ο ΟΔΔΗΧ τραβούσε από τις προσφορές περίπου 2,5 δισ. αλλά τίποτε δεν είναι δεδομένο και όλα θα ξεκαθαρίσουν όταν ανοίξει το βιβλίο προσφορών. Αναφορικά με το επιτόκιο το επιθυμητό ύψος να βρεθεί στα επίπεδα της αντίστοιχης έκδοσης του Ιουλίου του 2019, της πρώτης εξόδου στις αγορές της παρούσας κυβέρνησης. Τότε το επιτόκιο είχε διαμορφωθεί περίπου στο 1,9%.
Οι έξι ανάδοχοι της έκδοσης (Citi, Commerzbank, Credit Suisse, Morgan Stanley, Nomura και Société Générale) μετά την εντολή που έλαβαν από τον ΟΔΔΗΧ έχουν ξεκινήσει ήδη τις επαφές με επενδυτές (ασφαλιστικά ταμεία, διαχειριστές κεφαλαίων, τράπεζες, ξένα μη κερδοσκοπικά funds) που επιθυμούν να αγοράσουν ελληνικά ομόλογα. Σύμφωνα με πληροφορίες, από τις πρώτες βολιδοσκοπήσεις που έγιναν τις προηγούμενες ημέρες φαίνεται ότι υπάρχει ενδιαφέρον από «real money investors» και πολύ λιγότερο από «hedge funds». Διαπιστώνεται ότι, παρά τις μαύρες προβλέψεις της κυβέρνησης, του ΔΝΤ και των υπόλοιπων διεθνών οργανισμών για το μέγεθος της ύφεσης το 2020, οι ελληνικοί τίτλοι μπορεί να γίνουν αποδεκτοί από σοβαρούς επενδυτές, με βάση βέβαια και την απόδοση που θα προσφερθεί.
Το Δημόσιο προσβλέπει σε ένα επιτόκιο κοντά στα τρέχοντα επίπεδα της αγοράς, που σημαίνει ότι αυτό αναμένεται να διαμορφωθεί κοντά στην περιοχή του 1,60%.
Τα ελληνικά σχέδια για την νέα έξοδο στις αγορές υποστηρίζονται και από τις τελευταίες αποφάσεις της ΕΚΤ για την ένταξη των ελληνικών τίτλων στο έκτακτο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης των 750 δισ. ευρώ.
Γεγονός είναι, πάντως, ότι οι αυξημένες ανάγκες στην οικονομία έχουν θέσει σε επιφυλακή το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, που αναζητά εργαλεία για την ενίσχυση της ρευστότητας του Δημοσίου, καθώς η δεξαμενή των ταμειακών διαθεσίμων, χωρίς να πειραχτεί το «μαξιλάρι», εξαντλείται τον Ιούνιο.