Η κυβέρνηση σχεδιάζει ήδη τις χρηματοοικονομικές τεχνικές που θα καταστήσουν εφικτή την επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές το δεύτερο εξάμηνο του 2014, όπως ανέφερε, μιλώντας σήμερα στη Βουλή, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας. Πρόκειται για μόνον ένα μέρος της ευρύτερης στρατηγικής άσκησης οικονομικής πολιτικής που θα ξεδιπλώνεται το αμέσως επόμενο διάστημα και θα επιχειρεί να κεφαλαιοποιήσει τα θετικά δημοσιονομικά αποτελέσματα.
Είναι χαρακτηριστική η δήλωση του κ. Σταϊκούρα ότι «η κυβέρνηση προχωρά στη διαμόρφωση συνθηκών για την έξοδο της χώρας στις αγορές. Προς αυτή την κατεύθυνση και σε συνδυασμό με τις ήδη σημαντικές δημοσιονομικές επιδόσεις και τις αισιόδοξες μακροοικονομικές ενδείξεις, προωθείται ο σχεδιασμός χρηματοοικονομικών τεχνικών που θα καταστήσουν εφικτή την επιστροφή της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2014».
Όπως ανέφερε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, «το σχέδιο του Προϋπολογισμού διαμορφώθηκε σε περιβάλλον δημοσιονομικής σταθεροποίησης ως αποτέλεσμα πρωτοβουλιών που ανελήφθησαν και υλοποιήθηκαν από την κυβέρνηση». Ταυτόχρονα όμως, όπως τόνισε, «κεφαλαιοποιεί και τις πρώτες θετικές ενδείξεις που κατεγράφησαν εφέτος σε συνέχεια και ως αποτέλεσμα των μεγάλων θυσιών της ελληνικής κοινωνίας. Σχέδιο που στηρίζεται σε πραγματικά δεδομένα, σε ρεαλιστικές εκτιμήσεις και προβλέψεις».
«Ο προϋπολογισμός του 2014 ενσωματώνει την εθνική προσπάθεια για τη σταθεροποίηση των δημοσιονομικών και αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής άσκησης οικονομικής πολιτικής» είπε κ. Σταϊκούρας και εξήγησε ότι η στρατηγική αυτή εδράζεται:
– Στην ένταξη του σκιώδους τμήματος της οικονομίας στο εμφανές πεδίο της και στη φορολόγησή του. Η προσπάθεια πρέπει να εστιαστεί στο χτύπημα της παραοικονομίας, στη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, στην καταπολέμηση της φοροαποφυγής και φοροδιαφυγής. Όσο περισσότερο προσεγγίζουμε αυτό τον στόχο τόσο διευρύνεται η ευχέρεια για την ελάφρυνση των συνεπών φορολογούμενων.
– Στη διασφάλιση της πιστής εφαρμογής των κανόνων και πρακτικών χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και πειθαρχίας. Κανόνες και πρακτικές που έχουν ήδη οδηγήσει σε περιστολή δαπανών κάτω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο.
– Στη δημιουργία δίκαιου αποτελεσματικού και σύγχρονου κράτους, ενός κράτους που θα ανταποκρίνεται με επάρκεια στα αιτήματα της σύγχρονης κοινωνίας για οικονομική αποτελεσματικότητα και κοινωνική δικαιοσύνη.
– Στη βελτίωση της ποιότητας των δημόσιων οικονομικών με την αύξηση της αποτελεσματικότητας των πόρων και την ενίσχυση των δαπανών σταδιακά που έχουν υψηλό πολλαπλασιαστή και απόδοση και προάγουν την οικονομική ανάπτυξη. Αυτός ο προσανατολισμός των δημόσιων δαπανών συνάδει και με τη θεωρία της ενδογενούς ανάπτυξης.
– Στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των κοινωνικών δαπανών ώστε να περιοριστεί το υψηλό ποσοστό του πληθυσμού που έχει περάσει το κατώφλι της φτώχειας με στοχευμένες παρεμβάσεις κοινωνικής πολιτικής και τον εξορθολογισμό των μηχανισμών αναδιανομής του εισοδήματος.
– Στη δημιουργία σύγχρονου κράτους με τη βελτίωση της ποιότητας των θεσμών και με τη δραστική μείωση της γραφειοκρατίας.
– Στην αύξηση των επενδύσεων και ενίσχυση των εξαγωγών και τη διατήρηση της κατανάλωσης σε υψηλά επίπεδα. Ιδιαίτερη βαρύτητα θα έχει η υλοποίηση επενδυτικών σχεδίων από πόρους του ΕΣΠΑ και της ΕΚΤ, η υλοποίηση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων και η αξιοποίηση της περιουσίας του δημοσίου, η ενδυνάμωση του ανταγωνισμού σε προϊόντα και υπηρεσίες, η ολοκλήρωση της αναδιάρθρωσης του τραπεζικού συστήματος.
– Στην ενίσχυση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του ελληνικού δημόσιου χρέους. Εκτός από την αξιοποίηση αναπτυξιακών εργαλείων και τη βιωσιμότητα των πλεονασμάτων, απαιτείται και η αρωγή των εταίρων για την ελάφρυνση του χρέους. Το ζήτημα παραμένει ανοιχτό.
– Στη διαμόρφωση συνθηκών για την έξοδο της χώρας στις αγορές. Προς αυτή την κατεύθυνση και σε συνδυασμό με τις ήδη σημαντικές δημοσιονομικές επιδόσεις και τις αισιόδοξες μακροοικονομικές ενδείξεις, προωθείται ο σχεδιασμός χρηματοοικονομικών τεχνικών που θα καταστήσουν εφικτή την επιστροφή της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2014.