Οι πρόεδροι των Συνδέσμων Βιομηχανιών και Εξαγωγέων Ελλάδος, συστήνουν ψυχραιμία για τις πιθανές επιπτώσεις του κορονοϊού στην οικονομία.
Ο Αθανάσιος Σαββάκης και ο Γεώργιος Κωνσταντόπουλος επισημαίνουν ότι η επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας ενδέχεται πράγματι να προκαλέσει ελλείψεις σε πρώτες ύλες, ωστόσο αυτό που χρειάζεται να επικρατήσει στην παρούσα φάση είναι η σύνεση, καθώς η λήψη των αναγκαίων μέτρων μπορεί να περιορίσει τις πιθανές επιπτώσεις.
«Η επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας μπορεί να προκαλέσει φαινόμενα έλλειψης πρώτων υλών, αλλά χρειάζεται ψυχραιμία»
Την ανάγκη να επικρατήσουν η σύνεση και η ψυχραιμία ως προς τη διαχείριση του θέματος του κοροναϊού (και των πιθανών επιπτώσεών του στην ελληνική οικονομία), εκφράζει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ), Αθανάσιος Σαββάκης, επισημαίνοντας ότι ο ΣΒΕ δεν έχει μέχρι στιγμής γίνει αποδέκτης συγκεκριμένων αναφορών από βιομηχανίες και επιχειρήσεις-μέλη του για έλλειψη πρώτων υλών, οι οποίες προέρχονται από την Κίνα ή άλλες χώρες.
«Βεβαίως, δεν αποκλείεται να υπάρχει ένα μικρό ποσοστό μεταποιητικών επιχειρήσεων, οι οποίες να αντιμετωπίζουν το συγκεκριμένο πρόβλημα, αλλά και πάλι ο ΣΒΕ δεν έχει συγκεκριμένες πληροφορίες από τέτοιου είδους επιχειρήσεις. Θεωρούμε ότι, έως τώρα, πιθανά φαινόμενα έλλειψης αγαθών εξαιτίας της επιδημίας του κορονοϊού αφορούν κυρίως το εμπόριο, και όχι τις μεταποιητικές επιχειρήσεις» σημειώνει. Κατά τον πρόεδρο του ΣΒΕ, σε κάθε περίπτωση, η επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας μπορεί πράγματι να προκαλέσει φαινόμενα έλλειψης πρώτων υλών.
«Για τον ΣΒΕ το σημαντικότερο πρόβλημα είναι η αβεβαιότητα στην παγκόσμια μεταποιητική δραστηριότητα, η οποία σίγουρα θα ενταθεί σε περίπτωση που εκδηλωθούν είτε φαινόμενα έκτακτης ανάγκης είτε κρίσεων. ‘Οσον αφορά στη χώρα μας δεν πρέπει να δημιουργείται πανικός και ο ρόλος των μέσων μαζικής ενημέρωσης είναι καθοριστικός. Η σωστή ενημέρωση και η λήψη των κατάλληλων μέτρων από την πολιτεία, που φαίνεται ότι έχει ήδη δραστηριοποιηθεί ενεργά, θα αποτρέψουν οποιεσδήποτε δυσμενείς επιπτώσεις. Τέλος, η διεθνής εμπειρία και οι επιστημονικές εκτιμήσεις δείχνουν ότι η διάρκεια του φαινομένου τελικά δεν πρέπει να δημιουργεί φαινόμενα μεγάλης ανησυχίας, και θα πρέπει να επικρατήσει σύνεση και ψυχραιμία» καταλήγει.
«Σε εγρήγορση οι εξαγωγείς. Πολλά και πολύπλοκα τα πιθανά προβλήματα, αλλά χρειάζεται panic management»
Σε εγρήγορση βρίσκονται οι εξαγωγείς, προκειμένου να σταθμίσουν τις ποικίλες και πολύπλοκες διαστάσεις της εξάπλωσης του κορονοϊού στην Κίνα (και όχι μόνο), παρότι εκτιμήσεις για τις πιθανές επιπτώσεις της επιδημίας είναι πολύ πρώιμο να διατυπωθούν, όπως επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του Συνδέσμου Εξαγωγέων (ΣΕΒΕ), Γεώργιος Κωνσταντόπουλος.
«Αυτό που χρειάζεται τώρα στην Ελλάδα είναι crisis management (διαχείριση κρίσης) για τις επιχειρήσεις και panic management (διαχείριση πανικού) για τους πολίτες» λέει χαρακτηριστικά, προσθέτοντας πάντως ότι ήδη αρχίζουν να παρατηρούνται κάποιες ελλείψεις σε πρώτες ύλες που εισάγονται από την Κίνα και κάποιες επιχειρήσεις αναζητούν και εξετάζουν τις εναλλακτικές τους ως προς τους προμηθευτές τους.
«Εκτιμήσεις προφανώς είναι πρώιμο να κάνουμε. Όλα είναι ασκήσεις επί χάρτου. Η Κίνα, όπου κατασκευάζεται και παράγεται περίπου το 30% των …πάντων, είναι ως γνωστόν μια χώρα με χαμηλό κόστος παραγωγής και υψηλή τεχνολογία, είναι ένας ισχυρός προμηθευτής, οπότε το κενό που προκύπτει δεν είναι εύκολο να το καλύψεις. Χώρες όπως η Τουρκία βέβαια, που έχουν μεγάλη και φθηνή παραγωγή, επιχειρούν ήδη να αξιοποιήσουν την ευκαιρία.
Σε ό,τι αφορά τις ελληνικές εξαγωγές και τις ελληνικές επιχειρήσεις, τα προβλήματα που ενδεχομένως θα προκύψουν είναι πολλά και πολύπλοκα. Πρώτον, οι Κινέζοι δεν ξοδεύουν όπως ξόδευαν και δεν ταξιδεύουν όπως ταξίδευαν, άρα θα υπάρχει επίπτωση στην κατανάλωση -και άρα τις εξαγωγές- και στα έσοδα από τον τουρισμό. Δεύτερον, υπάρχουν ελληνικές επιχειρήσεις, που ένα μέρος της μεταποίησης των προϊόντων τους το κάνουν στην Κίνα. Τρίτον, υπάρχουν ελληνικές επιχειρήσεις που εισάγουν από την Κίνα, π.χ., άβαφα, ακατέργαστα υφάσματα τζιν και τα μεταποιούν στην Ελλάδα.
Δηλαδή έχουμε και παθητική και ενεργητική τελειοποίηση προϊόντων. Και φυσικά, η Κίνα έχει βγει μπροστά όχι μόνο στα βιομηχανικά προϊόντα, αλλά και σε πολλά αγροτικά, που αν ήθελε κάποιος να τα εισάγει από άλλη χώρα, θα τα αγόραζε στην τριπλάσια τιμή. Δεν είναι λοιπόν να απορεί κάποιος που η κατάσταση στην Κίνα προκαλεί τόσες αναταράξεις και αλυσιδωτές αντιδράσεις. Τα προβλήματα είναι πολλά και πολύπλοκα. Μένει να τα δούμε το επόμενο διάστημα» σημειώνει ο δρ Κωνσταντόπουλος.
Σε έντονα ανοδική πορεία οι ελληνικές εξαγωγές στην Κίνα στο διάστημα 2015-2019
Η επιδημία ήρθε σε μια περίοδο κατά την οποία ολοένα περισσότερα ελληνικά προϊόντα βρίσκουν τον δρόμο προς την αχανή αγορά της Κίνας, με τις ελληνικές εξαγωγές να κινούνται πολύ ταχύτερα από τις εισαγωγές, αλλά το εμπορικό έλλειμμα παραμένει πολύ μεγάλο σε βάρος της χώρας μας.
Σύμφωνα με στοιχεία, που έθεσε στη διάθεση του ΑΠΕ-ΜΠΕ το Ινστιτούτο Εξαγωγικών Ερευνών και Σπουδών (ΙΕΕΣ) του Συνδέσμου Εξαγωγέων Ελλάδος (ΣΕΒΕ), στο διάστημα 2015-2019 οι ελληνικές εξαγωγές στην Κίνα αυξήθηκαν (σε αξία) κατά 292% και έφτασαν στα 901,2 εκατ. ευρώ το 2018 και στα 892 εκατ. ευρώ, πέρυσι, έναντι 227,9 εκατ. στην αρχή της περιόδου (2015).
Οι δε εισαγωγές κινεζικών προϊόντων στην Ελλάδα αυξήθηκαν κατά 59% στην περίοδο 2015-2019, φτάνοντας πέρυσι στα 4,06 δισ. ευρώ, έναντι 2,55 δισ. ευρώ το 2015. Το συνολικό εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών ανήλθε πέρυσι στα 4,95 δισ. ευρώ, με το εμπορικό έλλειμμα σε βάρος της χώρας μας να διαμορφώνεται στα 3,1 δισ. ευρώ.
Το υπ’ αριθμόν ένα εξαγώγιμο προϊόν της Ελλάδας στην Κίνα ήταν στο εν λόγω διάστημα τα πετρελαιοειδή, με εξαγωγές 418,6 εκατ. το 2019, ακολουθούμενα από τα προϊόντα της κατηγορίας τσιμέντο-αλάτι-θείο-γύψος-ασβέστης (212,5 εκατ. ευρώ), τα μεταλλεύματα-σκουριές και τέφρες (κατηγορία στην οποία εντάσσεται και το ανεπεξέργαστο μάρμαρο) με 75,8 εκατ. ευρώ, τα τεχνουργήματα από πέτρες-γύψο κτλ με 48,1 εκατ., τα φαρμακευτικά προϊόντα με 30,7 εκατ. ευρώ και το βαμβάκι με 19,6 εκατ. ευρώ. Αντίστροφα, η Ελλάδα εισάγει κυρίως λέβητες-μηχανές-συσκευές, ηλεκτρικά υλικά, ενδύματα,υποδήματα, έπιπλα, συσκευές φωτισμού και παιχνίδια.
Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ εκ μέρους του ΙΕΕΣ, ο Δημήτρης Γούλιας επισήμανε ότι ναι μεν οι ελληνικές εξαγωγές στην Κίνα αυξάνονται με πολύ ταχύτερο ρυθμό, σε σχέση με τις εισαγωγές κινεζικών προϊόντων στην Ελλάδα, αλλά το ισοζύγιο παραμένει έντονα αρνητικό για τη χώρα μας. Διευκρίνισε παράλληλα ότι η μικρή μείωση των ελληνικών εξαγωγών στην Κινα, που σημειώθηκε το 2019 έναντι του 2018, σχετίζεται κυρίως με τη μείωση των πωλήσεων σε πετρελαιοειδή, στην κατηγορία τσιμέντο-αλάτι-θείο-γύψος-ασβέστης και στο βαμβάκι.
Υπενθυμίζεται ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή περιλαμβάνει τις επιπτώσεις της επιδημίας στα αρνητικά ρίσκα για την πορεία της οικονομίας, ενώ χτες Δευτέρα, η αύξηση των κρουσμάτων του ιού στην Ιταλία και τη Νότια Κορέα, όγδοη και δωδέκατη μεγαλύτερη οικονομία στον πλανήτη αντίστοιχα, προκάλεσαν μεγάλες αναταράξεις στις κεφαλαιαγορές.
Βάσει δημοσκόπησης του Reuters σε οικονομολόγους, στο διάστημα 7-13 Φεβρουαρίου, η ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας εκτιμάται ότι θα περιοριστεί μεσοσταθμικά στο 4,5% στο πρώτο τρίμηνο του 2020, αισθητά μειωμένη σε σχέση με το 6% του προηγούμενου τριμήνου. Ωστόσο, οι οικονομολόγοι εμφανίζονται αισιόδοξοι ότι η οικονομία της χώρας θα ανακάμψει γρήγορα στη συνέχεια, αν η εξάπλωση του ιού περιοριστεί.
Πολλές εμπορικές εκθέσεις και αθλητικές διοργανώσεις στην Ασία έχουν ακυρωθεί ή μετατεθεί χρονικά, ενώ σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας των Ηνωμένων Εθνών (ICAO), τα έσοδα των αεροπορικών εταιρειών παγκοσμίως αναμένεται να μειωθούν κατά 4-5 δισ. δολάρια στο πρώτο τρίμηνο του 2020, συνεπεία των ακυρώσεων πτήσεων.
Ο ICAO εκτιμά ακόμα ότι η Ιαπωνία θα μπορούσε να απολέσει έσοδα από τον τουρισμό, ύψους 1,29 δισ. δολαρίων, στο πρώτο τρίμηνο του έτους, λόγω της μείωσης του αριθμού των αφίξεων Κινέζων τουριστών, ενώ το αντίστοιχο νούμερο για την Ταϊλάνδη είναι 1,15 δισ. δολ.
Δεδομένου ότι η Κίνα είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εισαγωγέας πετρελαίου παγκοσμίως κι ότι τόσο τα ταξίδια όσο και η μεταποίηση αναμένεται να δεχτούν πλήγμα από τυχόν εξάπλωση του κοροναϊού, η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (ΙΕΑ) διατύπωσε την εκτίμηση ότι η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου θα μειωθεί στο πρώτο τρίμηνο του έτους, για πρώτη φορά σε τριμηνιαία βάση την τελευταία δεκαετία.
«Η ζήτηση αναμένεται να μειωθεί κατά 435.000 βαρέλια σε ετήσια βάση στο πρώτο τρίμηνο του 2020» αναφέρεται στην πιο πρόσφατη μηνιαία αναφορά της ΙΕΑ.