Όλα τα κόμματα, εκτός του ΑΚΕΛ, συγκλίνουν στη θέση ότι το πόρισμα της Ερευνητικής Επιτροπής για την οικονομία πρέπει να χρησιμοποιηθεί για τη διερεύνηση που έχει αρχίσει, για πιθανές ποινικές ευθύνες.

Ωστόσο, ακόμη και μεταξύ των κομμάτων, που συγκλίνουν με αυτήν τη θέση, καταγράφονται διαφορετικές εκτιμήσεις ως προς τον τρόπο διορισμού της Ερευνητικής Επιτροπής.

Το πόρισμα, που δόθηκε επίσημα χθες στη δημοσιότητα, θεωρεί τον τέως Πρόεδρο της Δημοκρατίας Δημήτρη Χριστόφια «πρώτο και κύριο υπαίτιο για την κατάσταση, στην οποία περιήλθε η οικονομία της χώρας στα πρόθυρα χρεοκοπίας». Επίσης, αποδίδει πολιτική ευθύνη και στον νυν Πρόεδρο Νίκο Αναστασιάδη και την κυβέρνησή του, για το ότι η προετοιμασία για τις διαπραγματεύσεις στο Eurogroup «υπολειπόταν και υποτιμήθηκαν ενδεχόμενα, ενώ κατά λογική συνέπεια έπρεπε να προβλεφθούν».

Ο κυβερνών Δημοκρατικός Συναγερμός (ΔΗΣΥ) πέρα από την γενική αρχή ότι «το πόρισμα αποτελεί ένα χρήσιμο ντοκουμέντο, για τους πολίτες την Πολιτεία αλλά και τη Νομική Υπηρεσία», επικρίνει το ΑΚΕΛ για την άρνησή του, έναντι μιας ανεξάρτητης, όπως υποστηρίζεται, διαδικασίας διερεύνησης.

Ο ΔΗΣΥ στο σκεπτικό αντίδρασής του, αν και δέχεται ότι η σύσταση της Επιτροπής για την οικονομία θα μπορούσε να ήταν διαφορετική, επιμένει ότι δεν παύουν να ισχύουν τα όσα προέκυψαν από καταθέσεις και μαρτυρικό υλικό. Ο εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος Π. Προδρόμου ανέφερε ότι «δεν θα άλλαζε η κρίση των μελών της Επιτροπής, εάν είχαν διοριστεί από τον γενικό εισαγγελέα, αντί του υπουργικού συμβουλίου» . Όποιος αμφισβητεί τη νομιμότητα της Επιτροπής και του πορίσματος, δεν έχει άλλο δρόμο παρά να την αμφισβητήσει στο δικαστήριο, πρόσθεσε.

Ο γγ του ΑΚΕΛ Άντρος Κυπριανού σχολιάζοντας τα συμπεράσματα στα οποία έχει καταλήξει το πόρισμα, υποστήριξε ότι ο τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση αποφάσισε να χειριστεί τα ζητήματα, έχει οδηγήσει σε παταγώδη αποτυχία. «Και έχουμε ένα πόρισμα για το οποίο όλοι αντιδρούν και διαμαρτύρονται. Οι σοβαρές διερευνήσεις, γίνονται μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, μέσα από σωστές διαδικασίες, και όταν καταλήγουν σε συμπεράσματα, τότε αυτά δίδονται στη δημοσιότητα», ανέφερε. Ο κ. Κυπριανού δήλωσε ότι «διακρίνει σκοπιμότητα από την αρχή, για μια ακόμη δίκη, σε βάρος του Δημήτρη Χριστόφια και του ΑΚΕΛ».

Η ΕΔΕΚ, που είναι ένα από τα κόμματα στα οποία το πόρισμα επέρριψε πολιτικές ευθύνες για την περίοδο που ήταν στην κυβέρνηση Χριστόφια, αν και εκφράζει λύπη για τον μη καταλογισμό ποινικών ευθυνών, θεωρεί ότι είναι κατεπείγουσα και επιτακτική η ανάγκη διορισμού ποινικών ανακριτών. «Αποστολή τους να διερευνήσουν τις ποινικές ευθύνες να τις θέσουν ενώπιον του γενικού εισαγγελέα για τα περαιτέρω. Αναμένουμε και απαιτούμε αυτό να γίνει άμεσα και χωρίς άλλη καθυστέρηση. Η ατιμωρησία πρέπει πλέον να ανήκει οριστικά στο παρελθόν», αναφέρεται σε γραπτή δήλωση του κόμματος.

Για ελλείψεις και τρωτά σημεία του πορίσματος, κάνει λόγο το Ευρωπαϊκό Κόμμα (ΕΥΡΩΚΟ) τα οποία ωστόσο, όπως υποστηρίζει, μπορούν να αποτελέσουν πηγή προβληματισμού που θα αποτρέψουν την επανάληψη τέτοιων φαινομένων.

Οι Οικολόγοι διαβλέπουν πίσω από την αντιπαράθεση για τη νομιμότητα της Ερευνητικής Επιτροπής, προσπάθεια «να κοπούν και να ραφτούν οι θεσμοί και οι διαδικασίες στα μέτρα κάποιων που έχουν λερωμένη τη φωλιά τους».

Το πόρισμα σχολίασε και ο πρώην διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Χριστόδουλος Χριστοδούλου, ο οποίος κατέθεσε ενώπιον της Ερευνητικής Επιτροπής.

Ο κ. Χριστοδούλου χαρακτηρίζει «λανθασμένο» τον ισχυρισμό στο πόρισμα σχετικά με την εξαγορά από την Marfin και το Tosca Fund του μετοχικού κεφαλαίου της Λαϊκής, το οποίο κατείχε η HSBC. Επικαλούμενος σχετική έρευνα που διεξήχθη, αλλά και στοιχεία που ζητήθηκαν από την Τράπεζα της Ελλάδος, την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Ελλάδας και Κύπρου, καθώς και τις αρμόδιες εποπτικές αρχές των British Virgin Islands και του Dubai Fund, υποστηρίζει ότι «οι απαντήσεις που λήφθηκαν ανέφεραν ότι δεν υπήρχε οτιδήποτε μεμπτό ή απαγορευτικό». Ο τέως διοικητής της ΚΤΚ επικαλείται και τον Κίκη Λαζαρίδη, τότε πρόεδρο της Λαϊκής, ότι δεν περιήλθε σε γνώση του ότι υπήρχε οποιαδήποτε ταυτότητα συμφερόντων μεταξύ Marfin και Tosca Fund.