Στη μάχη της 5ης μεταμνημονιακής αξιολόγησης ρίχνεται από αύριο Τρίτη 21 Ιανουαρίου η κυβέρνηση, προετοιμαζόμενη παράλληλα για τη μητέρα των μαχών, τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων.
Ο υπουργός Χρήστος Σταϊκούρας, ο οποίος βρίσκεται στις Βρυξέλλες για να συμμετάσχει στο Eurogroup, θα έχει σήμερα και αύριο κατ΄ ιδίαν συναντήσεις με τον ευρωπαίο Επίτροπο Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων Πάολο Τζεντιλόνι, με τον επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας Κλάους Ρέγκλινγκ, καθώς και με τον υπουργό Οικονομικών της Κύπρου Κωνσταντίνο Πετρίδη.
Στις συναντήσεις αυτές ο Χρήστος Σταϊκούρας θα έχει την ευκαιρία να συζητήσει τους τρεις μεγάλους διαπραγματευτικούς στόχους της ελληνικής κυβέρνησης για το 2020 που θα απελευθερώσουν δημοσιονομικό χώρο για ελαφρύνσεις και θα ενισχύσουν την αναπτυξιακή δυναμική της χώρας.
Ο πρώτος στόχος συνδέεται με την αλλαγή της χρήσης κερδών από ANFAs και SMPs από την εξυπηρέτηση του χρέους στη χρηματοδότηση επενδύσεων.
Ο δεύτερος στόχος συναρτάται με τη διαπραγμάτευση για μείωση των στόχων πρωτογενών πλεονασμάτων από το 3,5% του ΑΕΠ στη ζώνη του 2%-2,5% από το 2021, που θα δημιουργήσει δημοσιονομικό χώρο από 2 έως και 3 δισ. ευρώ.
Η τρίτη πτυχή της διαπραγμάτευσης αφορά την καθιέρωση ενός μηχανισμού που θα επιτρέπει να μεταφέρονται τα όποια υπερπλεονάσματα από χρόνο σε χρόνο.
Οι αποφάσεις του Eurogroup και για τους τρεις στόχους της Αθήνας μπορεί ακόμα να αργούν, αλλά οι συζητήσεις στο παρασκήνιο εντείνονται με την ελληνική πλευρά να ετοιμάζει παράλληλα τα διαπραγματευτικά της όπλα όπως την ανάλυση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους την οποία θα εκπονήσει το υπουργείο Οικονομικών με τον ΟΔΔΗΧ.
Επιστρέφοντας από τις Βρυξέλλες ο Χρήστος Σταϊκούρας θα συναντήσει στην Αθήνα τους επικεφαλής των θεσμών στο πλαίσιο της 5ης μεταμνημονιακής αξιολόγησης και θα περιμένει την Παρασκευή την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από τον οίκο Fitch.
Στην μάχη για μικρότερα πλεονάσματα οι θεσμοί συμβουλεύουν την Αθήνα να έρθει με μικρό καλάθι σε αυτές τις διαπραγματεύσεις διότι οι πρώτες κόκκινες γραμμές έχουν σχεδόν οριοθετηθεί και είναι εξαιρετικά δύσκολο να παραβιασθούν.
Σύμφωνα με πηγές, Βρυξέλλες, Λουξεμβούργο και Φρανκφούρτη φαίνεται να συμφωνούν για τοποθέτηση του πήχη των πλεονασμάτων στην περιοχή του 2,75% του ΑΕΠ από 3,5% του ΑΕΠ που προβλέπει το πρόγραμμα ενισχυμένης εποπτείας ώς το 2022 και στο 2,2- 2,3% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο για το διάστημα από το 2023 έως το 2060 ( συμφωνία στο Eurogroup της 21ης Ιουνίου 2018).
Η ελάφρυνση δεν θα είναι κατά μία ποσοστιαία μονάδα στο 2,5% με βάση το σενάριο που υποστηρίζει η ελληνική πλευρά, αλλά 0,75% του ΑΕΠ και ο πρόσθετος δημοσιονομικός χώρος που δημιουργείται για παροχές ανέρχεται σε περίπου 1,5 δισ. Ευρώ. Σε κάθε περίπτωση οι τελικές αποφάσεις θα ληφθούν σε επίπεδο Eurogroup στο δεύτερο εξάμηνο του έτους.