Την επιτόπια βεβαίωση προστίμου ύψους 1.000 ευρώ σε περιπτώσεις μη έκδοσης ή ανακριβούς έκδοσης αποδείξεων προβλέπει το σχέδιο νόμου «Ρυθμίσεις Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και άλλες διατάξεις» που δόθηκε σε σε δημόσια διαβούλευση.
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου επιτόπια βεβαίωση φορολογικής παράβασης και επιβολής προστίμου ύψους 1.000 ευρώ θεσπίζεται προκειμένου να αντιμετωπιστούν άμεσα και αποφασιστικά τα αδικήματα φοροδιαφυγής που τελούνται με τη μη έκδοση αποδείξεων λιανικών συναλλαγών και τη μη απόδοση ή ανακριβή απόδοση του ΦΠΑ και των άλλων παρακρατούμενων ή επιρριπτόμενων φόρων, τελών ή εισφορών κατά την πώληση ή διακίνηση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών.
Έτσι, όποιος δεν εκδίδει ή εκδίδει ανακριβώς αποδείξεις λιανικών συναλλαγών θα τιμωρείται, πέραν των λοιπών προβλεπόμενων κυρώσεων, με διοικητικό πρόστιμο 1.000 ευρώ. Αν η αξία της συναλλαγής, για την οποία δεν εκδόθηκε ή εκδόθηκε ανακριβώς η απόδειξη υπερβαίνει το ποσό των 1.000 ευρώ τότε επιβάλλεται πρόστιμο στο διπλάσιο της αξίας της απόδειξης.
Σύμφωνα με τη σχετική διάταξη το πρόστιμο θα επιβάλλεται επί τόπου από το όργανο που διαπίστωσε την παράβαση και για την επιβολή του συντάσσεται έκθεση βεβαίωσης φορολογικής παράβασης και επιβολής προστίμου σε τρία αντίτυπα, εκ των οποίων το ένα επιδίδεται στον παραβάτη. Αρμόδια όργανα για την βεβαίωση των προστίμων θα είναι τα ελεγκτικά όργανα του υπουργείου Οικονομικών, αλλά και το ένστολο προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας.
Το πρόστιμο θα καταβάλλεται, εντός προθεσμίας 20 ημερών από την επιβολή του, σε οποιαδήποτε ΔΟΥ. Σε περίπτωση μη καταβολής, το πρόστιμο θα βεβαιώνεται ταμειακός από την αρμόδια ΔΟΥ φορολογίας του παραβάτη και θα εισπράττεται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων .