Η οικονομία στην ευρωζώνη μπορεί να έχει αρχίσει να ανακάμπτει σταδιακά, με βραδύ ρυθμό, αλλά εξακολουθεί να υφίστανται σημαντικές πιθανότητες τα πιο ευάλωτα κράτη-μέλη της να χρειαστούν επιπρόσθετη στήριξη το προσεχές έτος για να αντιμετωπίσουν τα δημοσιονομικά τους προβλήματα, κατά μια δημοσκόπηση του Reuters σε δείγμα 60 οικονομολόγων.
Από την έρευνα προέκυψε επίσης η εκτίμηση ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα διατηρήσει και τα δύο σημαντικά της επιτόκια —αναχρηματοδότησης και τοποθετήσεων— αμετάβλητα έως τουλάχιστον το 2015. Η εκτίμηση αυτή είχε διατυπωθεί και σε προηγούμενες παρόμοιες έρευνες.
Ωθούμενη από την οικονομία της Γερμανίας, η ευρωζώνη βγήκε από την ύφεση, αλλά πολλές από τις μείζονες οικονομίες σε αυτήν, ιδίως στη νότια Ευρώπη, συνεχίζουν να πλήττονται από ύφεση.
Οι οικονομολόγοι οι οποίοι ερωτήθηκαν στο πλαίσιο της έρευνας έκριναν ότι υπάρχουν πιθανότητες 75% τουλάχιστον η μία από τις τέσσερις χώρες οι οποίες βρίσκονται ήδη σε πρόγραμμα στήριξης από την διεθνή τρόικα των πιστωτών (ΕΕ, ΕΚΤ, ΔΝΤ) ή μόνον από την ΕΕ να χρειαστούν περαιτέρω εξωτερικό δανεισμό.
Σχεδόν ομόφωνα, οι οικονομολόγοι έκαναν λόγο περί πιθανότητας να χρειαστεί νέο πακέτο στήριξης η Ελλάδα, κάτι μάλλον αναμενόμενο, αφού στο ενδεχόμενο αυτό έχουν αναφερθεί επανειλημμένα κυβερνητικά στελέχη τόσο στην Αθήνα όσο και στο Βερολίνο.
Όμως οι 22 οικονομολόγοι έκριναν ότι και η Πορτογαλία πιθανόν θα χρειαστεί νέο πακέτο βοήθειας, ενώ αρκετά λιγότεροι προέβλεψαν το ίδιο για την Κύπρο και την Ιρλανδία. Αρκετοί από τους οικονομολόγους επισήμαναν ότι τα πρόσθετα πακέτα στήριξης πιθανόν θα είναι μικρά και συμπληρωματικά και δεν θα συμπεριλαμβάνουν δάνεια ύψους δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ, όπως τα προηγούμενα χρόνια.
Ο Έλβιν ντε Χροτ, οικονομολόγος της Rabobank, επισήμανε ότι ορισμένες χώρες ενδέχεται να χρειαστούν πρόσθετη στήριξη ως τα μέσα της επόμενης χρονιάς, αλλά πρόσθεσε πως δεν υπάρχει λόγος να προκαλείται πανικός. «Γενικά υπήρξε πρόοδος στην προσπάθεια να επουλωθούν οι πληγές στις χώρες της περιφέρειας τα τελευταία χρόνια, ειδικά στις χώρες εκείνες που έτυχαν της πιο στενής επιτήρησης της τρόικας, όπως η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία», είπε ο οικονομολόγος αυτός.
«Πάντως, ορισμένες από τις χώρες αυτές επλήγησαν τόσο σκληρά από τις συνέπειες της λιτότητας που είναι πολύ δύσκολο οι οικονομίες τους να ανακάμψουν», πρόσθεσε ο Ντε Χροτ, αναφερόμενος ειδικά στην Πορτογαλία.
Οι οικονομολόγοι στάθμισαν στο 35% την πιθανότητα κάποια χώρα της ευρωζώνης να χρειαστεί να ενεργοποιηθεί ποτέ το πρόγραμμα Άμεσων Νομισματικών Συναλλαγών (OMT) της ΕΚΤ, το οποίο προβλέπει την εξαγορά ομολόγων χωρίς περιορισμούς.
Πριν από έξι μήνες, οι οικονομολόγοι εμφανίζονταν διχασμένοι για το εάν και κατά πόσον το πρόγραμμα αυτό επρόκειτο να ενεργοποιηθεί εντός του 2013. Κάποιοι οικονομολόγοι είπαν και σε αυτή την έρευνα ότι το OMT μπορεί να ενεργοποιηθεί, αλλά όχι απαραιτήτως ως μέτρο αντιμετώπισης της κρίσης.
«Αναμένουμε ότι οι χώρες που βρίσκονται σε πρόγραμμα θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν το OMT στο τέλος του προγράμματός τους, για να ανακτήσουν πλήρη πρόσβαση στις (διεθνείς) αγορές (δανεισμού). Η υπόθεση εργασίας που κάνουμε είναι ότι το OMT δεν θα χρησιμοποιηθεί ‘αμυντικά’», ανέφερε ο Φίλιπ Σο, οικονομολόγος της Investec.
Οι οικονομολόγοι εκτίμησαν ομόφωνα ότι η ΕΚΤ θα διατηρήσει αμετάβλητα τα επιτόκιά της την επόμενη εβδομάδα, ενώ σημείωσαν θα παρακολουθήσουν προσεκτικά τις δηλώσεις του προέδρου της Μάριο Ντράγκι την προσεχή Πέμπτη, αφού πρόκειται να αναφερθεί στην νομισματική της πολιτική για το προσεχές διάστημα, κατά τη νέα πρακτική του κεντρικού πιστωτικού ιδρύματος της Ευρώπης.