Η επιστροφή του ελληνικού τραπεζικού τομέα σε συνθήκες μεγαλύτερης σταθερότητας μετά τη διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης προσφέρει την ευκαιρία στα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα να μειώσουν τα επιτόκια καταθέσεων και τη διαφορά μεταξύ των επιτοκίων δανεισμού και των αποδόσεων των καταθέσεων, επισημαίνεται στην έκθεση για την Πρόσβαση στη Χρηματοδότηση των ΜμΕ στην Ελλάδα.
Η έκθεση, που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα και αποτελεί την κοινή, για πρώτη φορά, έκφραση και συνισταμένη των απόψεων του συνόλου σχεδόν των δημοσίων και ιδιωτικών, ελληνικών και ευρωπαϊκών φορέων και υπηρεσιών, που εμπλέκονται στη χρηματοδότηση των ΜμΕ, των επαγγελματικών φορέων που εκπροσωπούν τις ΜμΕ και των τραπεζών, καταρτίστηκε με πρωτοβουλία της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών και εγκρίθηκε από την Συνεδρίαση Αντιπροσώπων Υψηλού Επιπέδου τον Ιούλιο του 2013.
Η ομάδα εργασίας, στο κεφάλαιο της έκθεσης που αναφέρεται στο επιχειρησιακό περιβάλλον για τις τράπεζες μετά την ανακεφαλαιοποίηση, προτείνει να αξιοποιηθούν στο έπακρο όλα τα υφιστάμενα διαπραγματευτικά μέσα μεταξύ των τραπεζών και των ΜμΕ σε ό,τι αφορά την αναχρηματοδότηση και/ή την αναδιάρθρωση των υφιστάμενων δανείων. Μάλιστα, ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί σε μια εφικτή μείωση των επιτοκίων.
Είναι σημαντικό, επισημαίνεται στην έκθεση, να δημιουργηθούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού σε σχέση κυρίως με τις δυνατότητες που έχουν οι εθνικές αρχές στην Ελλάδα να παρέχουν στις ΜμΕ επιλογές αναχρηματοδότησης ανάλογες με εκείνες που παρέχουν στους ιδιώτες και στα νοικοκυριά (π.χ. αποπληρωμή του δανείου σε περισσότερες δόσεις). Το ισχύον νομικό πλαίσιο δεν προβλέπει καμία τέτοια επιλογή.
Στην έκθεση αναφέρονται ακόμη τα εξής για επιμέρους ζητήματα:
Συνδυασμός των προγραμμάτων επιχορηγήσεων και των πιστωτικών διευκολύνσεων
Η ομάδα εργασίας συμμερίζεται την άποψη ότι τα προγράμματα επιχορήγησης της ΕΕ θα πρέπει να συνδυαστούν με πιστωτικές διευκολύνσεις των εγχώριων τραπεζών προκειμένου να υποστηριχθεί η ρευστότητα στην πραγματική οικονομία της Ελλάδας. Η βελτίωση της απευθείας στήριξης των ΜμΕ, στην οποία περιλαμβάνονται και οι όροι πρόσβασης σε επιχορηγήσεις και στη χρηματοδότηση, υποστηρίζεται από την ομάδα εργασίας.
Η ομάδα εργασίας υποστηρίζει:
-τη διαθεσιμότητα των στοιχείων σχετικά με τα μέσα της απευθείας στήριξης τα οποία δείχνουν την πρόοδο που σημειώνεται σε σχέση με την εκταμίευση των επιχορηγήσεων για τις ΜμΕ.
-την υποστήριξη των ελληνικών ΜμΕ από προσκλήσεις υποβολής προτάσεων για διάφορα προγράμματα που προκηρύσσονται την περίοδο αυτή από τους φορείς υλοποίησης. Θεωρούμε ότι είναι άκρως αναγκαίο να καταρτιστεί ένα συνεκτικό στρατηγικό σχέδιο που θα εξυπηρετεί τις προτεραιότητες χρηματοδότησης της προσεχούς περιόδου προγραμματισμού.
Ο συνδυασμός επιχορηγήσεων με χρηματοδοτικά δάνεια και προγράμματα εγγυήσεων πρέπει να αποσαφηνιστεί. Το σημαντικότερο είναι να αποφευχθούν οι υπερβολικές διοικητικές πολυπλοκότητες και καθυστερήσεις στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής.
Νέες προσεγγίσεις σε σχέση με τις απαιτήσεις εγγυήσεων από τις τράπεζες και τις ΜμΕ
Οι απαιτήσεις εγγυήσεων για τις ΜμΕ που συμμετέχουν στα προγράμματα χρηματοδότησης του ΕΣΠΑ πρέπει να επαναπροσδιοριστούν σε ό,τι αφορά τα επίπεδα και την αποτίμησή τους. Συνήθως, η μοναδική εγγύηση που μπορούν να προσφέρουν οι ΜμΕ στις τράπεζες είναι η ακίνητη περιουσία τους. Ωστόσο, το συγκεκριμένο στοιχείο ενεργητικού υπόκειται σε διαφορετικές μεθόδους αποτίμησης στην Ελλάδα, καθιστώντας έτσι την αξία της εγγύησης ανεπαρκή και/ή μη αποδεκτή έναντι των ΜμΕ.
Η ομάδα εργασίας προτείνει τη θέσπιση, σύμφωνα με το πλαίσιο των κρατικών ενισχύσεων, ενός καινοτόμου μέσου επιμερισμού του κινδύνου με διττό στόχο: την αύξηση της μεσοπρόθεσμης αξίας της ακίνητης περιουσίας που παρέχεται ως εγγύηση και, κατά συνέπεια, την αύξηση των διαθέσιμων νέων δανείων για τις ΜμΕ μέσω βελτιωμένων επιπέδων τιμολόγησης. Ο εν λόγω μηχανισμός επιμερισμού του κινδύνου είναι ένα προϊόν που έχει ως στόχο να εγγυηθεί τη μελλοντική προβλεπόμενη αύξηση της αξίας της παρεχόμενης εγγύησης για καθορισμένη χρονική περίοδο.
Οι απαιτήσεις εγγυήσεων που ισχύουν την περίοδο αυτή στην Ελλάδα πρέπει να επανεξεταστούν σε ό,τι αφορά τις δυνατότητες εφαρμογής τους και τις μεθόδους αποτίμησης. Η τρέχουσα διαδικασία η οποία προβλέπει την εφαρμογή των τιμών που ισχύουν/επικρατούν στην αγορά αποτελεί εμπόδιο για την αύξηση του όγκου των πιστώσεων προς τις ΜμΕ.
Στην έκθεση προτείνεται να εξεταστούν τρεις διαφορετικές επιλογές:
– Η αξία της ακίνητης περιουσίας που παρέχεται ως εγγύηση βασίζεται στα επίπεδα φορολόγησης του ενεργητικού στοιχείου, όπως έχουν διαμορφωθεί τα τελευταία πέντε έτη.
-Επίσης, προκειμένου να αυξηθεί η αξία της ακίνητης περιουσίας που παρέχεται ως εγγύηση, για την εκτίμηση του ύψους της τιμής θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και τα έξοδα κατασκευής που πραγματοποιήθηκαν. Η ορθή εφαρμογή των τραπεζικών λογιστικών προτύπων εξακολουθεί να έχει καίρια σημασία.
– Η θέσπιση ενός μέσου επιμερισμού του κινδύνου για τη χορήγηση μικροπιστώσεων και δανείων προς τις ΜμΕ που θα τελεί υπό τη διαχείριση ενός δημόσιου φορέα. Στο πλαίσιο αυτό θα προβλέπεται ειδικός προϋπολογισμός για την έκδοση μιας εγγύησης προς τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα που θα ισχύει για τα επόμενα πέντε έτη και θα συνδέεται με την (υποτιθέμενη/αναμενόμενη) αύξηση της αξίας της παρεχόμενης εγγύησης κατά 25 τοις εκατό.
Το εν λόγω μέσο επιμερισμού του κινδύνου θα εκδίδεται με βάση την εγγύηση που παρέχεται για το δάνειο.