Η Ελλάδα μαζί με το Μεξικό, τη Χιλή και την Τουρκία, είναι οι χώρες του ΟΟΣΑ με τα χαμηλότερα ποσοστά κάλυψης των στόχων της βιώσιμης ανάπτυξης που έχει θέσει ο ΟΗΕ, αναφέρει ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων.
«Με βάση τα αναλυτικά στοιχεία, τονίζεται, που αποτυπώνουν και την πρόοδο της χώρας μας μέχρι σήμερα στη βιώσιμη ανάπτυξη, προκύπτει ενδεικτικά ότι στη χώρα μας το ποσοστό της σχετικής φτώχειας (ποσοστό πληθυσμού με εισόδημα κάτω από το 50% του διάμεσου εισοδήματος) συμπίπτει με τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ, την ίδια ώρα που ο Έλληνας έχει χαμηλό κατά κεφαλή εισόδημα, χαμηλή παραγωγικότητα και αντιμετωπίζει υψηλή ανεργία. Δεν πεινάει, δεν είναι παχύσαρκος, και έχει σχετικά καλή υγεία αν και καπνίζει σαν φουγάρο, ενώ δεν τα πάει καλά με την ισότητα των δύο φύλων.
Ο Έλληνας δεν επιμορφώνεται δια βίου και η χώρα έχει υψηλό ποσοστό νέων που δεν εργάζονται, δεν σπουδάζουν, ούτε καταρτίζονται, ενώ οι δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη είναι χαμηλές. Ο Έλληνας αντιμετωπίζει θέματα αποχέτευσης, σκουπιδιών, ανακύκλωσης, και υψηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, σε μια χώρα, όμως, που προστατεύει την βιοποικιλότητα. Ο Έλληνας, επίσης, ζει σε σχετικά πυκνοδομημένες πόλεις, με υψηλά επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Τέλος, η εγκληματικότητα στη χώρα είναι χαμηλή. Δεν υπάρχει, όμως, μεγάλη εμπιστοσύνη στους θεσμούς».
Ο ΣΕΒ σημειώνει ότι η οικονομική ανάπτυξη δεν μπορεί να είναι βιώσιμη παρά μόνο εάν είναι ισορροπημένη και συνοδεύεται και από πρόοδο, για όλους τους πολίτες χωρίς αποκλεισμούς, σε όλους τους τομείς που προσδιορίζουν την ανθρώπινη διάσταση στην ολότητά της, περιλαμβανομένης και της φροντίδας για τον πλανήτη στον οποίο ζούμε. Τονίζει τέλος, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, ότι χωρίς ισχυρή οικονομία, η επίτευξη στόχων βιωσιμότητας ίσως να μην είναι εφικτή αλλά και ότι η επιδίωξη και άλλων μη οικονομικών στόχων στην πορεία της ανάπτυξης μιας οικονομίας ασκεί θετικές επιδράσεις στο βιοτικό επίπεδο του πληθυσμού.