Την πεποίθηση ότι η κυπριακή επιχειρηματική δραστηριότητα θα βρει τους ρυθμούς της και θα συνεχίσει την πορεία της – και μετά τις τελευταίες εξελίξεις – εκφράζει ο καθηγητής του Τμήματος Σχεδιασμού & Τεχνολογίας Ξύλου και Επίπλου του ΤΕΙ Λάρισας Ιωάννης Παπαδόπουλος, ο οποίος εκπόνησε – προ κρίσης και συγκεκριμένα το περασμένο φθινόπωρο – σε συνεργασία με μέλη του Παγκύπριου Συνδέσμου Βιομηχάνων Επίπλου και Ξυλουργικών (ΠΑΣΥΒΕΞ) και την Ομοσπονδία Εργοδοτών & Βιομηχανών Κύπρου έρευνα προκειμένου να διαπιστωθούν οι δυνατότητες και προοπτικές των κυπριακών επιχειρήσεων επίπλων και ξυλουργικών κατασκευών, ώστε να αναπτύξουν μια εξαγωγική δραστηριότητα.
«Ο τουρισμός και οι υπηρεσίες της Κύπρου θα συνεχίσουν να αποτελούν το βαρύ οπλισμό της για την ανάπτυξή της. Η ραχοκοκαλιά όμως της κυπριακής οικονομίας της Κύπρου στηρίζεται και θα συνεχίσει να στηρίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στις παραγωγικές της επιχειρήσεις.
Με την κατανάλωση κυπριακών προϊόντων εξασφαλίζεται σε μεγάλο βαθμό η ομαλή λειτουργία των κυπριακών επιχειρήσεων. Αυτές με τη σειρά τους προσφέρουν θέσεις εργασίας και συμβάλλουν στη διατήρηση της ανεργίας σε χαμηλά επίπεδα» δηλώνει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο κ. Παπαδόπουλος αναφερόμενος σε ένα από τα βασικά συμπεράσματα της έρευνας.
«Επιπρόσθετα οι εργαζόμενοι αυτοί είναι οι καταναλωτές και διοχετεύουν τα χρήματά τους στην κυπριακή αγορά. Έτσι, ανακυκλώνεται το χρήμα και υπάρχει σε σημαντικό βαθμό ανάπτυξη της χώρας. Σε αυτή την κατηγορία εντάσσονται και οι κυπριακές επιχειρήσεις επίπλων και ξυλουργικών κατασκευών οι οποίες στην πλειονότητά τους δεν έχουν αναπτύξει μέχρι σήμερα σε ποσοστό 66,7% κάποια εξαγωγική δραστηριότητα, με βάση όμως τη σημερινή τους οικονομική κατάσταση, σε ένα ποσοστό 43,5% οι εξαγωγές αποτελούν στόχο τους, ενώ μόνο το 21,7% αυτών δεν το σκέφτονται καθόλου (λόγω του πολύ μικρού μεγέθους τους)» σημειώνει.
Η έρευνα έδειξε ακόμη ότι η ανάπτυξη εξαγωγικής δράσης φαίνεται ότι αποτελεί βραχυπρόθεσμο στόχο (τα επόμενα 1-2 έτη) για το 40,9% των επιχειρήσεων, μεσοπρόθεσμο (τα επόμενα 2-5 έτη) για το 18,2% και μακροπρόθεσμο (τα επόμενα 5-10 έτη) για το 22,7% αυτών.
Τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα που θα αποκομίσουν οι επιχειρήσεις της έρευνας από την επίτευξη μιας εξαγωγικής δραστηριότητας, σύμφωνα με τους ίδιους τους επιχειρηματίες, φαίνεται να είναι αρκετά, καθώς ευελπιστούν πως θα ανοίξουν οι ορίζοντες των επιχειρήσεων και θα αποκτήσουν μεγαλύτερη φήμη και κύρος.
Επίσης, θα ενδυναμωθεί ακόμη περισσότερο η θέση των προϊόντων τους στην εγχώρια αγορά, θα εργάζονται με ευρωπαϊκά πρότυπα (πιστοποιήσεις, επαφές), θα προσελκύσουν στελέχη με μεγαλύτερες ικανότητες και «φιλοδοξίες», με κοινό στόχο τη διαρκή ανοδική πορεία των επιχειρήσεων, θα καταστεί δυνατή η αύξηση των πωλήσεών τους και θα αποκτήσουν διεθνή πληροφόρηση για νέα προϊόντα και νέες αγορές.
Το αυξημένο ρίσκο επένδυσης δημιουργεί επιφυλάξεις
Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, οι βασικότεροι λόγοι που κάνουν τους επιχειρηματίες επιφυλακτικούς προκειμένου να ξεκινήσουν μια πιθανή εξαγωγική δραστηριότητα στον κλάδο των ξυλουργικών κατασκευών κι επίπλου είναι το αυξημένο ρίσκο επένδυσης (επιχειρηματικοί κίνδυνοι) σε ποσοστό 66,7%. Ο ανταγωνισμός θα είναι πολύ μεγαλύτερος σε ποσοστό 54,2%, η αφιέρωση περισσότερου χρόνου για τη νέα δραστηριότητα σε ποσοστό 54,2%.
Όπως και η αναδιοργάνωση της διοίκησης της επιχείρησης σε νέα πρότυπα που πιθανά να μην υπάρχει σήμερα αυτή η τεχνογνωσία, σε ποσοστό 52,2%. Στους βασικότερους λόγους είναι τα αυξημένα κόστη λειτουργίας της επιχείρησης (μεταφορές, αυξημένη προώθηση, συνεργασίες, προσλήψεις προσωπικού κ.ά.) σε ποσοστό 50%.
Με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των επιχειρήσεων της έρευνας, οι επιχειρηματίες προτιμούν να δεχθούν κάποια πρόταση συνεργασίας από το εξωτερικό (παθητική επιλογή διεθνών αγορών) σε ποσοστό 30,4%.
Να πάρουν οι ίδιοι την πρωτοβουλία και με βάση έρευνα αγοράς να προβούν σε εξαγωγική δραστηριότητα (ενεργητική επιλογή διεθνών αγορών) σε ποσοστό 21,7%, να αποδεχθούν και τις 2 μορφές εξαγωγικής δραστηριότητας ανάλογα με τις συνθήκες, σε ποσοστό 43,5%. Επίσης, να μην αποδεχθούν καμιά από τις παραπάνω δύο μορφές εξαγωγικής δραστηριότητας σε ποσοστό 4,3%.
Οι ίδιοι επιχειρηματίες θεωρούν ότι στην πλειοψηφία τους οι κυπριακές επιχειρήσεις του κλάδου ξυλουργικών κατασκευών και επίπλου, με βάση τη σημερινή τους οργάνωση και υποδομές, είναι σε θέση να επιβιώσουν ή να αναπτυχθούν, μέσω της εξαγωγικής τους δραστηριότητας, σε ποσοστό 25-50%!
Ο δύο κυριότεροι λόγοι, σύμφωνα με τον κ. Παπαδόπουλο, που οι ίδιοι επιχειρηματίες, πιστεύουν ότι μέχρι σήμερα είναι πολύ χαμηλή η εξαγωγική δραστηριότητα των κυπριακών επιχειρήσεων ξυλουργικών κατασκευών και επίπλου εντοπίζονται κυρίως: α) στον εφησυχασμό που υπήρχε μέχρι σήμερα καθώς η παραγωγή διατίθεται (τουλάχιστον προ κρίσης) χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα στην κυπριακή αγορά και β) στη μη πραγματοποίηση μέχρι σήμερα ερευνών αγοράς για είσοδο σε νέες αγορές.
Στη συντριπτική τους πλειοψηφία (95,5%) οι επιχειρηματίες του κλάδου ξυλουργικών κατασκευών και επίπλων θεωρούν ότι με τη συνεργασία 3 – 4 ή και περισσότερων μεταξύ τους επιχειρήσεων θα μπορούσε να επιτευχθεί μια πιθανή αποτελεσματικότερη εξαγωγική δραστηριότητα.
Με βάση δε τις σημερινές γνώσεις των επιχειρηματιών, οι χώρες όπου θα μπορούσε να αναπτυχθεί αυτή η εξαγωγική δραστηριότητα είναι κυρίως οι εξής: οι αραβικές χώρες εν γένει, η Μεγάλη Βρετανία, η Ρωσία, η Νότια Αφρική, η Αυστραλία, η Αμερική, ο Λίβανος, το Ισραήλ και οι βαλκανικές χώρες.
«Με βάση την εμπειρία και τη στενή συνεργασία που έχει αναπτυχθεί με τις κυπριακές επιχειρήσεις ξυλουργικών κατασκευών και επίπλων, είναι βέβαιο – διαπιστώνει ακόμα ο κ. Παπαδόπουλος – ότι στη συντριπτική τους πλειοψηφία έχουν και τις δυνατότητες και τις προϋποθέσεις να αναπτυχθούν ακόμη περισσότερο».
«Το μέλλον λοιπόν των επιχειρήσεων εξαρτάται σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό από τις ίδιες τις επιχειρήσεις. Με αυτοπεποίθηση και μεγάλη πρόθεση θα καταφέρουν να χαράξουν το δικό τους δρόμο και να επιτύχουν την ασφάλεια του επιθυμούν» καταλήγει ο κ. Παπαδόπουλος.