Οδηγίες για τη μείωση ασφαλιστικών εισφορών κλάδου σύνταξης ελεύθερων επαγγελματιών, αυτοαπασχολουμένων και αγροτών, παρέχει εγκύκλιος του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ).
Με τις νέες διατάξεις διατηρούνται:
- Το Καθαρό Φορολογητέο Εισόδημα (ΚΦΑ) προηγούμενου έτους ως βάση υπολογισμού των εισφορών.
- Η διαδικασία υπολογισμού και εισφοροδότησης.
- Η διαδικασία ετήσιας εκκαθάρισης ασφαλιστικών εισφορών, ως αποτέλεσμα της σχέσης καταβλητέων και καταβληθεισών εισφορών και θεσπίζεται μείωση στο ποσοστό εισφορών κλάδου σύνταξης ελεύθερων επαγγελματιών, αυτοαπασχολουμένων και αγροτών.
Ως έναρξη ισχύος της μείωσης ασφαλιστικών εισφορών κλάδου σύνταξης, σύμφωνα με τις νέες διατάξεις, είναι η 1η Ιανουαρίου 2019.
Σύμφωνα με την εγκύκλιο, το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς κλάδου σύνταξης που καταβάλλουν ελεύθεροι επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενοι μειώνεται από 20% στο 13,33%.
Το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς κλάδου σύνταξης που καταβάλλουν οι αγρότες μειώνεται και διαμορφώνεται μεταβατικά για τα έτη 2019 έως 2022, ως εξής:
- Για το έτος 2019, από 18% στο 12%.
- Για το έτος 2020, από 19% στο 12,67%.
- Για το έτος 2021, από 19,5% στο 13% και
- για το έτος 2022, από 20% στο 13,33%.
Το ποσοστό της μηνιαίας εισφοράς κλάδου σύνταξης που καταβάλλουν ασφαλισμένοι του πρώην ΕΤΑΑ και αυτοαπασχολούμενοι απόφοιτοι σχολών ανώτατης εκπαίδευσης, που είναι εγγεγραμμένοι σε επιστημονικούς συλλόγους ή επιμελητήρια που έχουν τη μορφή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, προερχόμενοι από τον πρώην ΟΑΕΕ, μειώνεται και διαμορφώνεται σε ποσοστό 13,33%, καθ’ όλη τη διάρκεια της πενταετίας από την υπαγωγή τους στην ασφάλιση (αντί του 14% για τα δύο πρώτα έτη και 17% για τα επόμενα τρία έτη).
Για τους ασφαλισμένους αυτούς, εφόσον η μηνιαία εισφορά υπολείπεται της ελάχιστης μηνιαίας εισφοράς των ασφαλισμένων, αυτοαπασχολουμένων και ελεύθερων επαγγελματιών, άνω των πέντε ετών ασφάλισης, το ποσό της διαφοράς παραμένει ως ασφαλιστική οφειλή.
Σε ισχύ παραμένουν οι διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου 39 του ν. 4387/2016. Ως εκ τούτου, τα πρόσωπα που υπάγονται στην εν λόγω ρύθμιση εξακολουθούν να καταβάλουν εισφορές, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 38 του ν. 4387/2016.
Ελάχιστη μηνιαία εισφορά
Η υπολογιζόμενη, κατά τα ανωτέρω, μηνιαία εισφορά για τον κλάδο κύριας σύνταξης ελεύθερων επαγγελματιών, αυτοαπασχολουμένων και αγροτών, δεν μπορεί να υπολείπεται της ελάχιστης καθορισθείσας με τις εκδοθείσες υπουργικές αποφάσεις, κατά εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 39 και 40 του ν. 4387/2016, όπως αυτές ισχύουν με τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 3 του Ν. 4578/2018.
Σε ισχύ παραμένουν οι ρυθμίσεις της παρ. 2 του άρθρου 38 του ν. 4387/2016 ως προς την ανώτερη βάση υπολογισμού εισφορών.
Ειδικότερα, οι ελάχιστες μηνιαίες εισφορές διαμορφώνονται κατά περίπτωση, ως εξής:
Α. Μοναδική ασφάλιση
- Η ελάχιστη μηνιαία εισφορά κλάδου σύνταξης ελεύθερων επαγγελματιών και αυτοαπασχολουμένων δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 20% επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών και διαμορφώνεται, έως τις 31 Ιανουαρίου 2019, σε 117,22 ευρώ (586,08*20%).
- Η ελάχιστη μηνιαία εισφορά κλάδου σύνταξης αγροτών, ασφαλισμένων π. ΟΓΑ, δεν μπορεί να υπολείπεται -για το έτος 2019- του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 18% επί του 70% του εκάστοτε βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών και διαμορφώνεται, έως τις 31 Ιανουαρίου 2019, σε 73,85 ευρώ (410,26*18%).
Η περαιτέρω κλιμάκωση έως την ολοκλήρωση του ποσοστού 20% διαμορφώνεται κατ΄ έτος, ως εξής:
Από 1/1/2020 έως 31/12/2020, σε ποσοστό 19%.
Από 1/1/2021 έως 31/12/2021, σε ποσοστό 19,5% και
από 1/1/2022 και εντεύθεν, σε ποσοστό 20%.
Η ελάχιστη μηνιαία εισφορά κλάδου σύνταξης ασφαλισμένων π. ΕΤΑΑ και αυτοαπασχολούμενων αποφοίτων σχολών ανώτατης εκπαίδευσης που είναι εγγεγραμμένοι σε επιστημονικούς συλλόγους ή επιμελητήρια, που έχουν τη μορφή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, προερχόμενοι από τον π. ΟΑΕΕ, κατά την πρώτη πενταετία από την υπαγωγή τους στην ασφάλιση, δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 13,33 % επί του ποσού που αναλογεί στο 70% του εκάστοτε βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών και διαμορφώνεται, έως τις 31 Ιανουαρίου 2019, σε 54,69 ευρώ (410,26*13,33%).
Β. Παράλληλη ασφάλιση
- Στις περιπτώσεις παράλληλης ασφάλισης με α) άσκηση πολλαπλών μη μισθωτών δραστηριοτήτων και β) άσκηση μισθωτής και μη μισθωτής δραστηριότητας, η ελάχιστη μηνιαία εισφορά για τον κλάδο σύνταξης δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 20% επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών ασφάλισης και διαμορφώνεται, έως τις 31 Ιανουαρίου 2019, σε 117,22 ευρώ (586,08*20%).
- Σε περίπτωση μισθωτής εργασίας (πλήρους ή μερικής απασχόλησης) και παράλληλης άσκησης αγροτικής δραστηριότητας (με ετήσιο αγροτικό εισόδημα που υπερβαίνει το ποσό των 4.923,12 ευρώ), η ελάχιστη μηνιαία εισφορά κλάδου σύνταξης δεν μπορεί να υπολείπεται -για το έτος 2019- του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 18% επί του 70% του εκάστοτε βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών και διαμορφώνεται, έως τις 31 Ιανουαρίου 2019, σε 73,85 ευρώ (410,26*18%).
Στην εγκύκλιο του ΕΦΚΑ διευκρινίζεται ότι σχετικά με το εισφοροδοτηθέν αγροτικό εισόδημα θα ακολουθήσει οδηγία, ενώ και για τη διαμόρφωση των κατώτατων ορίων από 1.2.2019, ημερομηνία έναρξης ισχύος νέου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών ασφάλισης, θα ακολουθήσουν οδηγίες.
Η μείωση εισφορών, κατά τις διατάξεις του άρθρου 98 του ν. 4387/2016 (εισοδηματική κλιμάκωση) εφαρμόζεται σε μη μισθωτούς ασφαλισμένους του π. ΕΤΑΑ κατά τα γνωστά. Μετά την εφαρμογή των νέων διατάξεων, προσδιορίζεται η εισφορά κλάδου σύνταξης έως το ύψος της ελάχιστης μηνιαίας εισφοράς, κατά τα προαναφερόμενα.
Εδώ η εγκύκλιος με παραδείγματα.