«Ναι μεν, αλλά». Αυτό είναι το κλίμα, που υπάρχει σε μεγάλο μέρος των Ελβετών βουλευτών σχετικά με την επικείμενη (;) συμφωνία με τη χώρα μας για τη φορολόγηση καταθέσεων Ελλήνων, που έχουν φορολογική κατοικία στην Ελλάδα – δηλαδή, τα εισοδήματά τους φορολογούνται εκεί.
Παρά το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των 200 Ελβετών βουλευτών της ολομέλειας (υπάρχουν και 46 γερουσιαστές) έχει ταχθεί ανοιχτά υπέρ της συνέχισης και θετικής ολοκλήρωσης της συμφωνίας με τη χώρα μας, πολλοί είναι αυτοί, που είναι μεν υπέρ, αλλά βάζουν τους αστερίσκους τους.
Είναι χαρακτηριστικό τα όσα είπε – κατά τη διάρκεια ενός ενδιαφέροντος δείπνου στην ελβετική πρωτεύουσα – ο επί επτά χρόνια πρόεδρος και νυν απλός βουλευτής των ριζοσπαστών δημοκρατών (δηλαδή των Ελβετών φιλελευθέρων), Fulvio Pelli, ξεκαθαρίζοντας βέβαια ότι είναι υπέρ της συμφωνίας :
«Αυτή την περίοδο η Ελλάδα βρίσκεται σε μια πολύ δύσκολη κατάσταση. Συνεπώς, η κυβέρνησή μας δεν μπορεί να λέει να προχωρήσουμε με την Ελλάδα, γιατί η ερμηνεία αυτού θα είναι πως η Ελβετία θα επωφεληθεί από μια προβληματική χώρα».
Είναι σαφές, με βάση και αυτά τα λεγόμενα, ότι η ελβετική πλευρά έχει μόνο να ωφεληθεί (και) από τη συγκεκριμένη συμφωνία. Οι Ελβετοί προσπαθούν να δείξουν προς τα έξω πως είναι υπέρ της διαφάνειας και της φορολόγησης όλων των χρημάτων που υπάρχουν στις τράπεζές τους.
Για το σκοπό αυτό, επιδιώκουν να κλείσουν αυτό το θέμα με όσο το δυνατόν περισσότερες διμερείς συμφωνίες- κυρίως με μεγάλες δυνάμεις όπως η Γερμανία -, οι οποίες θα ελαχιστοποιήσουν τις όποιες πιέσεις για την άρση του τραπεζικού απορρήτου. Άλλωστε, όπως υποστηρίζουν στην ελβετική Βουλή, “αν τεθεί σε δημοσίευμα το θέμα της κατάργησης του τραπεζικού απορρήτου των Ελβετών, η απάντηση θα είναι αρνητική” (θυμίζουμε ότι στην Ελβετία οποιαδήποτε απόφαση του κοινοβουλίου μπορεί να τεθεί για δημοψήφισμα αν συγκεντρωθούν 50.000 υπογραφές).
Μέσα στην όλη συζήτηση, οι σοσιαλιστές δηλώνουν κάθετα αντίθετοι με αυτού του είδους τις συμφωνίες, και υποστηρίζουν το μοντέλο της αυτόματης ανταλλαγής πληροφοριών, το οποίο και θεωρούν πιο ξεκάθαρο.
«Δεν μπορούμε να δεχτούμε ότι οι τράπεζές μας θα έχουν τη δημοσιονομική εξουσία να υποδεικνύουν στο κράτος πόσους φόρους να συγκεντρώσει”, δηλώνουν χαρακτηριστικά και προσθέτουν ότι “σε λίγα χρόνια αυτός θα είναι ο κανόνας. Ποιος, άλλωστε, μπορούσε να φανταστεί το 2007, ότι θα ετίθετο θέμα άρσης του ελβετικού τραπεζικού απορρήτου;»
Οι Χριστιανοδημοκράτες, από την άλλη πλευρά, που είναι υπέρ της συμφωνίας χωρίς αστερίσκους, δεν λένε όχι στην αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών, «εφόσον, όμως, εφαρμοστεί παγκοσμίως… και για τη Σιγκαπούρη, και για το Χονγκ – Κονγκ, και για το Λονδίνο και για κάποιες αμερικάνικες πολιτείες». Τάδε έφη ο γηραιότερος Ελβετός βουλευτής, βελγικής καταγωγής, Jacques Neirynck.
Ομόφωνο «όχι» στη λιτότητα
Σε αυτό, που όλοι φαίνεται ότι συμφωνούν, είναι πως η σκληρή λιτότητα μόνο κακό κάνει στην ελληνική οικονομία.
«Δεν μπορείς να εφαρμόζεις λιτότητα σε μια οικονομία, που έχει σταματήσει να λειτουργεί. Την εφαρμόζεις μόνο όταν μια οικονομία μπορεί να την αντέξει. Και η Ελλάδα δεν μπορεί».
«Μια τόσο σκληρή και τόσο άμεσης εφαρμογής λιτότητα είναι παράλογη, αν δε συνοδεύεται από αναπτυξιακά μέτρα», είναι μερικά από τα επιχειρήματά τους.
Πηγή: news.gr