Η Βουλγαρία κατέχει την πέμπτη θέση στην κατάταξη των αγορών μας, απορροφώντας ένα 4,7% το συνόλου των ελληνικών εξαγωγών το οποίο χαρακτηρίζεται μάλιστα από ευρεία διαφοροποίηση, ενώ το ύψος των ελληνικών άμεσων επενδύσεων ύψους 2,2 δισ. ευρώ καταλαμβάνουν, πλέον, την έκτη θέση στο σύνολο των ξένων επενδύσεων στη χώρα, καλύπτοντας ένα ευρύτατο φάσμα οικονομικής δραστηριότητας.

Αυτά αναφέρονται σε ενημερωτικό έγγραφο του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της Πρεσβείας της Ελλάδας στη Σόφια και στη γενική κατάταξη των ξένων επενδυτών στην Βουλγαρία, η Ελλάδα υποχώρησε για πρώτη φορά ύστερα από πολλά χρόνια στην έκτη θέση (από την τρίτη που παραδοσιακά κατείχε), μετά την Ολλανδία, την Αυστρία, τη Γερμανία, την Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο με συνολικές επενδύσεις στο τέλος του 2017 ύψους 2,22 δισ. ευρώ.

Οι ελληνικές επενδύσεις παρουσιάζουν ευρεία κλαδική και γεωγραφική διασπορά με σημαντικότερο κλάδο τον χρηματοπιστωτικό (2 τραπεζικοί όμιλοι το 2017). Μεγάλες επενδύσεις έχουν πραγματοποιηθεί, επίσης, στη βιομηχανία, την ενέργεια, τις κατασκευές, τα τρόφιμα, τις υπηρεσίες κ.ά.

Σημειώνεται ότι, συνολικά, μεγάλο ποσοστό της τάξεως του 65% των ροών ΑΞΕ που καταγράφηκαν το 2017 στη Βουλγαρία, κατευθύνθηκε στους τομείς της μεταποίησης και του χονδρικού και λιανικού εμπορίου.

Την ίδια χρονιά, στη γενική κατάταξη των ξένων αγοραστών ελληνικών προϊόντων η  Βουλγαρία κατέλαβε την πέμπτη θέση μετά την Ιταλία, τη Γερμανία, την Τουρκία και την Κύπρο. Στην κατάταξη των προμηθευτών της Ελλάδας η Βουλγαρία κατέλαβε το 2017 την ενδέκατη θέση με το εμπορικό ισοζύγιο να εμφανίζει έλλειμμα για τη χώρα μας σχεδόν 314 εκατ. ευρώ.

Το εμπορικό ισοζύγιο εμφανίζει μικρό – αλλά δυστυχώς διευρυνόμενο – έλλειμμα για τη χώρα μας, το οποίο το 2017 διευρύνθηκε ελαφρά, καθώς οι βουλγαρικές εξαγωγές προς τη χώρα μας παρουσίασαν (για τρίτη συνεχόμενη χρονιά) αύξηση. Αντιθέτως, οι ελληνικές εξαγωγές προς τη Βουλγαρία, ναι μεν κατέγραψαν αύξηση κατά το έτος 2017, αυτή όμως υπήρξε ανεπαίσθητη και χωρίς ουσιαστική συνεισφορά στη μείωση του εμπορικού ελλείμματος. Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται, κυρίως, στην άνοδο της τιμής τους πετρελαίου, καθώς, επίσης, στις συνθήκες οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα και τις ανταγωνιστικές τιμές των βουλγαρικών προϊόντων, αλλά και στην παραγωγή προϊόντων από επιχειρήσεις ελληνικών συμφερόντων στη Βουλγαρία, τα οποία εν συνεχεία εξάγονται προς την Ελλάδα.

Τη δυναμική τους διατήρησαν και τη διετία 2016 – 2017 οι τουριστικές ροές ανάμεσα στις δύο χώρες. Ειδικότερα, κατά το έτος 2016 1.200.576 βούλγαροι πολίτες επισκέφθηκαν την Ελλάδα, ενώ κατά το έτος 2017 ο αριθμός αυξήθηκε σε 1.341.192 βούλγαρους πολίτες. Αντίστοιχα, κατά το έτος 2016, 1.116.000 έλληνες πολίτες επισκέφθηκαν τη Βουλγαρία, ενώ κατά το έτος 2017 ο αριθμός αυξήθηκε σε 1.158.000 έλληνες πολίτες, κατατάσσοντας την Ελλάδα στην πρώτη θέση μεταξύ των χωρών προέλευσης εισερχόμενων τουριστών προς τη Βουλγαρία (στοιχεία Υπουργείου Τουρισμού της Βουλγαρίας).

Εξέλιξη ΑΞΕ

Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας Βουλγαρίας το 2017 σημειώθηκαν καθαρές εκροές ελληνικών κεφαλαίων αξίας – 64,5 εκατ. ευρώ.

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, στη γενική κατάταξη των ξένων επενδυτών στην Βουλγαρία, η Ελλάδα υποχώρησε για πρώτη φορά ύστερα από πολλά χρόνια στην έκτη θέση (από την τρίτη που παραδοσιακά κατείχε για πολλά χρόνια), μετά την Ολλανδία, την Αυστρία, τη Γερμανία, την Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο με συνολικές επενδύσεις στο τέλος του 2017 ύψους 2,22 δισ. ευρώ (έναντι σχεδόν 2,39 δισ. ευρώ το 2015, 2,49 δισ. το 2014, 2,58 δισ. το 2013 και 2,75 δισ. το 2012).

Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Invest Bulgaria (βουλγαρικής κρατικής υπηρεσίας προσέλκυσης επενδύσεων), οι ελληνικές ΑΞΕ στη Βουλγαρία είναι στην πραγματικότητα μεγαλύτερες, καθώς σημαντικό μέρος των εισροών επενδυτικών κεφαλαίων ελληνικών επιχειρήσεων προέρχεται κυρίως από το Λουξεμβούργο και την Κύπρο, καθώς επίσης και από την Ολλανδία.

Κύριοι λόγοι της ελκυστικότητας της Βουλγαρίας ως επενδυτικού προορισμού για τους Έλληνες είναι η γεωγραφική γειτνίαση, η χαμηλή φορολογία, το φθηνότερο σε ορισμένες περιπτώσεις εργατικό κόστος και τα χαμηλότερα κόστη λειτουργίας.

Η επενδυτική δραστηριότητα των ελληνικών επιχειρήσεων στην Βουλγαρία γνώρισε μεγάλη ώθηση από το 2000 και, ύστερα από μία προσωρινή υποχώρηση κατά την διετία 2002 – 2004, έφθασε σε ύψος ρεκόρ το 2007. Η τελευταία τριετία (2015-2017) χαρακτηρίζεται από σημαντικό κύμα αποεπένδυσης, το οποίο συνδέεται αναπόφευκτα με τη μείωση της παρουσίας των τραπεζών μας στη Βουλγαρία, ως απόρροια της υλοποίησης του σχεδίου αναδιάρθρωσης (κανόνες του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας), το οποίο έχει εγκριθεί από τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της ΕΕ. Στο χαμηλότερο σημείο της έφτασε το 2017, έτος αποεπένδυσης – 469,9 εκατ. ευρώ, το οποίο οφείλεται κυρίως στην αποχώρηση από τη Βουλγαρία του ομίλου της Εθνικής Τράπεζας (πώληση του 99.91% της θυγατρικής της τράπεζας στη Βουλγαρία, United Bulgarian BankA.D.) και του 100% της θυγατρικής της εταιρίας Interlease E.A.D. στη βελγική τράπεζα KBC (KBC Group). Τίμημα αγοραπωλησίας 610 εκατ. ευρώ.

Διάρθρωση των ελληνικών εξαγωγών

Όπως συνάγεται από την  στατιστική ανάλυση  των ελληνικών εξαγωγικών ροών προς την Βουλγαρία, η διάρθρωσή τους δεν παρουσιάζει φαινόμενα συγκέντρωσης σε ορισμένες  κατηγορίες προϊόντων, αλλά διαχέεται σε ένα ευρύτατο φάσμα.

Με βάση τα στατιστικά στοιχεία των ελληνικών εξαγωγών προς την Βουλγαρία, για τα έτη 2016 και 2017, οι τρεις πρώτες κατηγορίες σε εξαγωγές, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το σημαντικότερο κομμάτι της συνολικής  αξίας των ελληνικών εξαγωγών στη Βουλγαρία είναι: i) «Βιομηχανικά είδη ταξινομημένα κυρίως κατά πρώτη ύλη» (26,6% των εξαγωγών μας) ii) «Τρόφιμα και ζώα ζωντανά» (16,2%),  iii) «Χημικά προϊόντα και συναφή (Μ.Α.Κ.)» (14,1%).

Η αύξηση των ελληνικών εξαγωγών το 2017 εκτιμάται ότι θα μπορούσε να αποδοθεί σε μεγάλο βαθμό στη μεγάλη αύξηση των εξαγωγών (17,1%) στην κατηγορία «Βιομηχανικά είδη ταξινομημένα κυρίως κατά πρώτη ύλη» και στην επίσης σημαντική αύξηση των εξαγωγών στην κατηγορία «Χημικά προϊόντα και συναφή (Μ.Α.Κ.)». Στις υπόλοιπες κατηγορίες οι διακυμάνσεις είναι μικρές.

Διάρθρωση βουλγαρικών εξαγωγών προς Ελλάδα

Οι τρεις πρώτες σε εξαγωγές κατηγορίες, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το σημαντικότερο κομμάτι της συνολικής  αξίας των βουλγαρικών εξαγωγών στην Ελλάδα είναι: i) «Τρόφιμα και ζώα ζωντανά» (25%, δηλαδή το 1/4 των βουλγαρικών εξαγωγών προς την Ελλάδα), ii) «Βιομηχανικά είδη ταξινομημένα κυρίως κατά πρώτη ύλη» (19,1%) iii) «Διάφορα βιομηχανικά είδη» (16,5%).

Η άνοδος των βουλγαρικών εξαγωγών (2% σε ετήσια βάση) οφείλεται, κυρίως, στην αύξηση – για τέταρτο συνεχόμενο έτος – της κατηγορίας «Τρόφιμα και ζώα ζωντανά» (+9,6%) και στην αξιοσημείωτη αύξηση στις κατηγορίες «Μηχανήματα και υλικό μεταφορών» (+32,5%) και «Πρώτες ύλες μη εδώδιμες, εκτός από καύσιμα» (+32,7%), καθώς και στις περισσότερες κατηγορίες για τις οποίες καταγράφεται αύξηση των εξαγωγών. Οι δύο κύριες κατηγορίες για τις οποίες καταγράφεται μείωση των εξαγωγών κατά το έτος 2017 είναι οι «Ορυκτά, καύσιμα, λιπαντικά, κλπ.» (-46,3%) και «Είδη και συναλλαγές μη ταξινομημένα κατά κατηγορίες» (-240,4%).

Κατανομή ανά κλάδο δραστηριότητας

Σε ό,τι αφορά την κατανομή των ελληνικών άμεσων επενδύσεων παρατηρείται μία ευρεία διασπορά σε διάφορους τομείς, με σημαντικότερο τον χρηματοπιστωτικό και την παρουσία δύο συστημικών ομίλων: Eurobank (Postbank) και Πειραιώς, που αντιπροσωπεύει, σε αξία, σημαντικότερο τμήμα των συνολικών ελληνικών επενδύσεων στην Βουλγαρία. Σημειώνεται ότι οι ελληνικές τράπεζες συμμετέχουν με μερίδιο περίπου 10% στο συνολικό τραπεζικό ενεργητικό και στο σύνολο των καταθέσεων στη χώρα.

Σημαντική δραστηριότητα επίσης έχουν αναπτύξει οι ελληνικές επιχειρήσεις στο βιομηχανικό τομέα, καθώς και στον κατασκευαστικό, τον ενεργειακό και τις συμβουλευτικές υπηρεσίες. Σημαντική ήταν στο παρελθόν και η ελληνική παρουσία στον τομέα των τηλεπικοινωνιών.

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία, το μεγαλύτερο μερίδιο διατηρεί πλέον ο κλάδος του χονδρικού και λιανικού εμπορίου με τον χρηματοπιστωτικό κλάδος να υποχωρεί πλέον στη δεύτερη θέση (εξ αιτίας του σημαντικού κύματος αποεπένδυσης σε αυτόν) και την μεταποίηση να έπεται.

Σύμφωνα με στοιχεία της βουλγαρικής υπηρεσίας Εμπορικού Μητρώου και εκτιμήσεις της βάσης νομικών και εμπορικού ενδιαφέροντος δεδομένων CIELA, οι εγγεγραμμένες και (τυπικά) ενεργές εταιρείες με ελληνική συμμετοχή ανέρχονταν το δ’ 3μηνο του 2017 σε περίπου 16.595 (στα τέλη του 2016 υπολογίζονταν σε 14.658, ενώ το 2013 ήταν γύρω στις 9.000) και απασχολούσαν 53.000 εργαζομένους.

Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι πολλές από τις εν λόγω εταιρείες έχουν ιδρυθεί με μοναδικό σκοπό την αγορά ακινήτου ή αυτοκινήτου και όχι οπωσδήποτε για τη μετεγκατάσταση παραγωγικών δραστηριοτήτων. Σε κάθε δε περίπτωση, και όταν ακόμη οι επιχειρήσεις αυτές ασκούν πραγματική εμπορική και παραγωγική δραστηριότητα, πρόκειται στη συντριπτική τους πλειοψηφία για μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που λόγω του περιορισμένου μεγέθους τους δεν ασκούν ιδιαίτερη επιρροή στη συνολική εικόνα των ελληνικών επενδύσεων στη Βουλγαρία. Διαπιστώσαμε, άλλωστε, ήδη ότι, παρά την αυξανόμενο αριθμό νέων εταιρειών με ελληνική συμμετοχή, τα τελευταία έτη δεν σημειώθηκε αντίστοιχη αύξηση των συνολικών ελληνικών επενδύσεων στη Βουλγαρία. Αντιθέτως, σε επίπεδο ροών καταγράφεται στασιμότητα και σε επίπεδο αποθεμάτων μικρή μείωση.

Τα συνολικά έσοδα των εταιρειών με ελληνική συμμετοχή στη Βουλγαρία κινούνται στα 5 δισ. ευρώ ετησίως. Σε ό,τι αφορά τη γεωγραφική τους κατανομή, οι περισσότερες από τις εταιρείες με ελληνική συμμετοχή (περίπου 5.900) είναι εγκατεστημένες στην Σόφια. Περίπου οι μισές εταιρείες με ελληνική συμμετοχή (7.000) είναι εγκατεστημένες στην πλησίον των ελληνικών συνόρων στην περιφέρεια Μπλαγκοεβγκραντ. Μόνο στην πόλη Πετρίτσι είναι εγκατεστημένες περίπου 3.500 εταιρείες και στο Σαντάνσκι άλλες 1.900.  Η περιφέρεια Φιλιππούπολης συγκεντρώνει περίπου 1.000 εταιρείες με ελληνική συμμετοχή, το Χάσκοβο 350, το Μπουργκάς και η Βάρνα από περίπου 200, το Σμόλιαν 100 και το Κάρτζχαλι 85.

Το έτος 2017 υπήρξε κερδοφόρο για τις περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη Βουλγαρία. Η πλειοψηφία των επιχειρήσεων αυτών κατέγραψε αύξηση των εσόδων και εν γένει βελτίωση των οικονομικών τους αποτελεσμάτων.

Τουρισμός

Σύμφωνα  με τα στοιχεία του βουλγαρικού Στατιστικού Ινστιτούτου, τo 2017 ο συνολικός αριθμός των βούλγαρων πολιτών που επισκέφθηκαν την Ελλάδα αυξήθηκε σημαντικά κατά 11,7% σε σχέση με το έτος 2016, ανερχόμενος σε 1.341.192 βούλγαρους πολίτες. Ο αριθμός αυτός επισκεπτών αποτελεί αριθμό-ρεκόρ όλων των εποχών και επιβεβαιώνει μια τάση ραγδαίας αύξησης του εισερχόμενου τουρισμού από Βουλγαρία που ξεκίνησε το 2014. Η εξέλιξη αυτή συνδέεται άμεσα και με το γεγονός της σημαντικής αύξησης που παρατηρείται σε αγορά ακινήτων (κυρίως εξοχικές κατοικίες) στην Ελλάδα από βούλγαρους πολίτες καθώς και σε βουλγαρικές επενδύσεις στον εν Ελλάδι ξενοδοχειακό κλάδο. Ο μεγαλύτερος όγκος των βούλγαρων ταξιδιωτών εισέρχεται στην Ελλάδα για λόγους αναψυχής και διακοπών.

Στον αντίποδα, αξιοσημείωτη είναι και η αύξηση κατά 8,5% το 2017 της εισροής ελλήνων τουριστών στη Βουλγαρία σε σχέση με το έτος 2016. Ο συνολικός αριθμός των ελλήνων επισκεπτών στη Βουλγαρία για το 2017 ανήλθε σε 1.157.622, κατατάσσοντας την Ελλάδα στην πρώτη θέση των χωρών προέλευσης του εισερχόμενου τουρισμού.

Ως σημαντικότεροι λόγοι προσέλκυσης των Βούλγαρων τουριστών θεωρούνται η ποιότητα των υπηρεσιών στην Ελλάδα, η καλή πολιτική μάρκετινγκ και οι φυσικές ομορφιές της χώρας μας, ενώ το συχνά υψηλότερο κόστος σε σχέση με τη Βουλγαρία δεν αξιολογείται ως καθοριστικός παράγοντας.

Προτάσεις

Όπως αναφέρεται στο ενημερωτικό έγγραφο, το γεγονός ότι η πλειονότητα των ελληνικών επιχειρήσεων έχει ήδη εδραιώσει την θέση της στη βουλγαρική αγορά χάρη στις μονιμότερες σχέσεις συνεργασίας που έχει αναπτύξει και τον μακροχρόνιο οικονομικό σχεδιασμό στον οποίο έχει στηριχθεί, λειτουργεί ως εν δυνάμει αντίβαρο στην δυσμενή συγκυρία. Η αναδιάταξη των παραγωγικών δραστηριοτήτων, η ενσωμάτωση στην παραγωγή προηγμένης  τεχνολογίας, οι επενδύσεις σε γνώση και καινοτομία  θα αποτελέσουν τα βασικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα για τις ελληνικές επιχειρήσεις  και θα καθορίσουν την μελλοντική εξέλιξή τους στη χώρα.

Οι τομείς που προσφέρονται για περαιτέρω ανάπτυξη των διμερών οικονομικών σχέσεων είναι το εμπόριο, ο τουρισμός, οι κατασκευές, οι μεταφορές, η ενέργεια, οι υπηρεσίες προς επιχειρήσεις και εν γένει η συνεργασία σε προγράμματα χρηματοδοτούμενα από κοινοτικά κονδύλια και διεθνείς οργανισμούς.

Η Βουλγαρία κατέχει την 5η θέση στην κατάταξη των αγορών μας, απορροφώντας ένα 4,7% το συνόλου των ελληνικών εξαγωγών το οποίο χαρακτηρίζεται μάλιστα από ευρεία διαφοροποίηση. Η βουλγαρική αγορά παρουσιάζει αξιόλογες εξαγωγικές ευκαιρίες, τις οποίες οι ελληνικές επιχειρήσεις ήδη αξιοποιούν σε σημαντικό βαθμό. Οι κυριότεροι παράγοντες της απορροφητικότητας αυτής εντοπίζονται  στον μεγάλο αριθμό των επιχειρήσεων ελληνικών συμφερόντων που δραστηριοποιούνται στη Βουλγαρία, στην  πολιτισμική και γεωγραφική εγγύτητα, στον αυξανόμενο αριθμό των Βουλγάρων τουριστών που επισκέπτονται κατ’ έτος την Ελλάδα καθώς, επίσης, και στο καλό όνομα που έχουν τα ελληνικά προϊόντα στην χώρα.

Ο εντεινόμενος ανταγωνισμός στην βουλγαρική αγορά  σε συνδυασμό με  τη σταδιακή βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και τη συνακόλουθη διαφοροποίηση των αναγκών των Βούλγαρων καταναλωτών καθιστούν στο μέλλον αναγκαία την υιοθέτηση πρακτικών βελτίωσης της εικόνας και της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων. Οι προτεινόμενες ενέργειες για την ενίσχυση των ελληνικών εξαγωγών, που προϋποθέτουν τη συνεργασία  κράτους, εξειδικευμένων φορέων και επιχειρήσεων, θα μπορούσαν ενδεικτικά να περιλαμβάνουν:

  • Προώθηση επώνυμων και ανταγωνιστικών προϊόντων, τα οποία ενσωματώνουν νέες μεθόδους παραγωγής, προηγμένη τεχνολογία και υψηλή προστιθέμενη αξία.
  • Ανάδειξη του συγκριτικού πλεονεκτήματός τους και την προβολή των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών μέσω π.χ. έκδοσης προωθητικών εντύπων στην βουλγαρική γλώσσα, διαφήμισης σε κεντρικά σημεία των μεγαλύτερων βουλγαρικών πόλεων κ.ο.κ.
  • Συγκρότηση συστάδων (clusters) ελληνικών επιχειρήσεων, με στόχο την προώθηση των προϊόντων & υπηρεσιών τους στο εξωτερικό (π.χ. Vegiterraneo για προώθηση κρητικών οπωροκηπευτικών).
  • Συμμετοχή ελληνικών εταιρειών και clusters σε διεθνείς κλαδικές εκθέσεις (επισυνάπτεται κατάλογος).
  • Διοργάνωση επιχειρηματικών αποστολών, ειδικών εκδηλώσεων προβολής και ελληνικής εβδομάδας.
  • Διοργάνωση επισκέψεων σημαντικών Βούλγαρων αγοραστών, καθώς και δημοσιογράφων γαστρονομίας και τουρισμού, σε παραγωγικές μονάδες, επιχειρήσεις και εκθέσεις στην Ελλάδα.
  • Σχεδιασμός και υλοποίηση συνεκτικού και ολοκληρωμένου προγράμματος προβολής της ελληνικής γαστρονομίας σε συνδυασμό με τον τουρισμό και τις εναλλακτικές μορφές του.
  • Διοργάνωση ενημερωτικών ημερίδων και συναφών εκδηλώσεων με αντικείμενο την παρουσίαση και την ανάδειξη και προβολή προεπιλεγμένων κλάδων της ελληνικής οικονομίας (π.χ. υψηλής τεχνολογίας, ICT, καινοτομίας).