Τέσσερις ισπανικές τράπεζες θα χρειαστούν ένα ποσό που δεν θα υπερβεί το 1,5 δισεκ. ευρώ από τα ευρωπαϊκά κεφάλαια για την ανακεφαλαιοποίησή τους, στην δεύτερη φάση του σχεδίου της ευρωζώνης για την εξυγίανση του τραπεζικού τομέα, όπως δήλωσε νωρίτερα σήμερα ο υπουργός Οικονομικών της Ισπανίας Λουίς ντε Γκίντος.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε την περασμένη εβδομάδα την πρώτη φάση του σχεδίου αυτού, που προβλέπει την παροχή ρευστότητας συνολικού ύψους 37 δισεκ. ευρώ στις εθνικοποιημένες τράπεζες Bankia, Catalunyabanc, NCG Banco και Banco de Valencia, καθώς και την παροχή 2,5 δισεκ. ευρώ για την δημιουργία μιας αποκαλούμενης “κακής” τράπεζας.
«Θα πρόκειται για ένα πολύ χαμηλότερο ποσό, πράγματι πολύ χαμηλότερο, περίπου 1,5 δισεκ. ευρώ το μέγιστο», δήλωσε ο Ντε Γκίντος στους δημοσιογράφους πριν από την μηνιαία συνάντηση των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης στις Βρυξέλλες.
Οι τέσσερις τράπεζες για τις οποίες μίλησε ο υπουργός είναι τα ταμιευτήρια Liberbank, Caja 3, CEISS και Banco Mare Nostrum.
Ο ανεξάρτητος έλεγχος του ισπανικού χρηματοπιστωτικού συστήματος είχε δείξει τον Σεπτέμβριο ότι ο τομέας χρειαζόταν περίπου 6,2 δισεκ. ευρώ για να αντιμετωπίσει μια σοβαρή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης. Οι τράπεζες θα μπορούσαν να μειώσουν τις ανάγκες τους προβαίνοντας σε άντληση κεφαλαίων από τις αγορές, μεταφορά στοιχείων του ενεργητικού τους στην “κακή” τράπεζα ή με ένα κούρεμα της αξίας των πόρων που διακρατούν ήσσονες μέτοχοί τους.
Τα σχέδια για την ανακεφαλαιοποίησή τους πρόκειται να εγκριθούν από την Τράπεζα της Ισπανίας την 20ή Δεκεμβρίου.
Τον Ιούνιο, η Ισπανία είχε συμφωνήσει με τους εταίρους της στην ευρωζώνη να δημιουργηθεί μια γραμμή πιστώσεων ύψους 100 δισεκ. ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση του ισπανικού τραπεζικού τομέα.
Εάν επιβεβαιωθούν οι αριθμοί αυτοί για την δεύτερη φάση, οι συνολικές ανάγκες της Ισπανίας σε χρηματοδότηση για τον τραπεζικό τομέα θα ανέλθουν σε 41 δισεκ. ευρώ.
Εξάλλου δύο τράπεζες, η Banco Popular και η Ibercaja, άντλησαν κεφάλαια μόνες τους για να καλύψουν τις ανάγκες τους και επτά ακόμη θεωρούνται επαρκώς κεφαλαιοποιημένες.