«Η ναυτιλία αποτελεί έναν από τους βασικότερους πυλώνες της ελληνικής οικονομίας, με ιδιαίτερη σημασία για τα μακροοικονομικά μεγέθη της χώρας, αναδεικνύοντας τη συνεισφορά της ελληνικής ποντοπόρου ναυτιλίας και τις πολλαπλασιαστικές επιδράσεις της στην απασχόληση και στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της χώρας μας και θέτοντας ως στρατηγική προτεραιότητα για το υπουργείο Ναυτιλίας την προσέλκυση πλοίων στο εθνικό νηολόγιο καθώς επίσης και ναυτιλιακών επιχειρήσεων στη χώρα». Αυτό τονίζει ο υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής Φώτης Κουβέλης σε δήλωσή του με αφορμή την περάτωση της επεξεργασίας μικροοικονομικών μεγεθών έτους 2017 των εγκατεστημένων γραφείων διαχείρισης πλοίων στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με μελέτη του «Oxford Economics» για την οικονομική σημασία της ευρωπαϊκής ναυτιλίας στις εθνικές οικονομίες, για κάθε 1 εκατ. ευρώ που συνεισφέρει ο κλάδος της ναυτιλίας στο ΑΕΠ της Ε.Ε. δημιουργείται επιπλέον άλλο 1,6 εκατ. ευρώ στην ευρύτερη οικονομία της.
Σημαντικό ρόλο στη διαχείριση αυτού του ναυτιλιακού κεφαλαίου, διαδραματίζουν οι ναυτιλιακές εταιρείες του Ν. 27/1975, οι οποίες διαθέτουν εγκατεστημένα γραφεία στην Ελλάδα και διαχειρίζονται πλοία ελληνικής ή ξένης σημαίας άνω των 500 κ.ο.χ.
Ο υπουργός Ναυτιλίας επισημαίνει ότι «ο υψηλός αριθμός εγκατεστημένων γραφείων διαχείρισης πλοίων αλλά και το εύρος της χωρητικότητας του διαχειριζόμενου στόλου, καθιστούν την ευρύτερη περιοχή της Αττικής ένα από τα σημαντικότερα κέντρα πλοιοδιαχείρισης παγκοσμίως, με προφανή οφέλη για την εθνική οικονομία, την απασχόληση αλλά και τη στήριξη της ναυτιλιακής βιομηχανίας, που αποτελεί έναν από τους πλέον εξωστρεφείς πυλώνες της εθνικής οικονομίας, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της αρμόδιας διεύθυνσης του υπουργείου Ναυτιλίας, παρατηρείται αύξηση κατά 6,04% του συνολικού ποσού εισαγωγής συναλλάγματος από τα εγκατεστημένα ναυτιλιακά γραφεία του Ν. 27/75 για το έτος 2017 (2,98 δισ. δολ. ΗΠΑ) σε σχέση με το έτος 2016 (2,81 δισ. δολ. ΗΠΑ).
Αυξητική τάση κατά 3,63% σε σχέση με το 2016 παρουσιάζει και ο αριθμός του απασχολούμενου προσωπικού στα εγκατεστημένα ναυτιλιακά γραφεία το έτος 2017 (ξεπερνώντας σε απόλυτο αριθμό τον αντίστοιχο του απασχολουμένου προσωπικού του έτους 2008 (14.163 εργαζόμενοι), χρονική στιγμή κατά την οποία η διεθνής ναυλαγορά χαρακτηριζόταν από υψηλά επίπεδα ναύλων και το διεθνές θαλάσσιο εμπόριο παρουσίαζε αυξητικές τάσεις).
Αυξητική τάση κατά 8,08% εμφανίζει το σύνολο των καταβληθέντων εξόδων για τα διαχειριζόμενα πλοία -καταβαλλόμενες πληρωμές και δαπάνες στο εξωτερικό- το έτος 2017 (1,78 δισ. δολ. ΗΠΑ) σε σχέση με το έτος 2016 (1,65 δισ. δολ. ΗΠΑ).
Ο συνολικός αριθμός το έτος 2017 των εγκατεστημένων ναυτιλιακών εταιρειών (1.387) εμφανίζει οριακή αύξηση κατά 0,36% σε σχέση με το 2016 (1.382), ενώ ο αριθμός των διαχειριζόμενων πλοίων (4.353) παρουσιάζει αύξηση περί το 4,09% σε σχέση με το έτος 2016 (4.182).
Από τη συνολική στατιστική ανάλυση των οικονομικών στοιχείων και συγκεκριμένα από το συνολικό ποσό του εισαχθέντος συναλλάγματος διαπιστώνεται το «ειδικό οικονομικό βάρος» των γραφείων που έχουν ως αντικείμενο τη διαχείριση πλοίων. Συγκεκριμένα, το 70 % του ναυτιλιακού συναλλάγματος για κάλυψη των δαπανών των εγκατεστημένων γραφείων (από το συνολικό ποσό των 2,98 δισ. δολαρίων), δηλαδή 2,1 δισ. δολάρια, εισάγεται από 110 εγκατεστημένα γραφεία, ήτοι 8,14% του συνόλου των γραφείων, τα οποία δραστηριοποιούνται στον τομέα της διαχείρισης πλοίων.