Από εδώ και στο εξής, η ενέργεια στην Ελλάδα δεν θα καταναλώνεται πλέον για το χρέος, αλλά για την οικονομική ανάκαμψη, υπογραμμίζει σε άρθρο της η οικονομική εφημερίδα Les Echos, με τίτλο «Η συμφωνία που δίνει τη δυνατότητα ανάκαμψης στην Ελλάδα», επισημαίνοντας ότι οι περισσότεροι αναλυτές θεωρούν τη συμφωνία «ικανοποιητική βραχυπρόθεσμα, ανεπαρκή σε βάθος χρόνου».
Από καθαρά λογιστικής άποψης, η εφημερίδα αναφέρει ότι η συμφωνία θα μπορούσε να θεωρηθεί δειλή, αφού παρά τις προσπάθειες των πιστωτών να ελαφρύνουν το ελληνικό χρέος, θα παραμείνει ακόμα στο 120% του ΑΕΠ το 2020 και στο 110% το 2022. Ποσοστό ακόμα υπερβολικά υψηλό, για μια χώρα του συγκεκριμένου μεγέθους.
Αντί για μπαλώματα, το ιδεώδες θα ήταν να γίνει μερικό ξεκάθαρο σβήσιμο των διμερών δανείων από τα κράτη- μέλη, σημειώνοντας ωστόσο ότι και τα κράτη – μέλη έκαναν ό,τι μπορούσαν, λαμβάνοντας υπόψη τους πολιτικούς και οικονομικούς τους περιορισμούς.
Ειδική αναφορά γίνεται στις τοποθετήσεις του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρη Παπαδημούλη, σημειώνοντας: «Όταν ο κ. Παπαδημούλης κατηγορεί την καγκελάριο Μέρκελ για στενοκέφαλη, εγωιστική και κοντόφθαλμη πολιτική, επειδή εναντιώνεται στο σβήσιμο κατά 50% του χρέους που κατέχουν οι δημόσιοι πιστωτές, ξεχνά απλώς ότι δεν υπάρχει ένας μόνο δημόσιος πιστωτής, αλλά 16, μεταξύ των οποίων μάλιστα χώρες, όπως η Γαλλία, που έχουν ήδη χάσει το τριπλό Α λόγω της έκθεσής τους στον κίνδυνο του ευρώ».
Σύμφωνα με την εφημερίδα, η συμφωνία δείχνει ότι τα κράτη της Ευρωζώνης επιδεικνύουν μια πραγματική δέσμευση απέναντι στην Ελλάδα, ώστε να εργαστούν σε βάθος χρόνου για να εμπνεύσουν εμπιστοσύνη στους επενδυτές.
«Η συνέχεια της παρτίδας παίζεται πλέον στην Ελλάδα, της οποίας η πορεία εδώ και έξι μήνες είναι εντυπωσιακή με την υιοθέτηση 70 δομικών μεταρρυθμίσεων και ενός προγράμματος περικοπών της τάξης των 13,5 δισ. Από εδώ και στο εξής, η ενέργεια δεν θα καταναλώνεται πλέον στο χρέος, αλλά στην οικονομική ανάκαμψη», καταλήγει.