Εγχείρημα αμφίβολης επιτυχίας που θα απαιτήσει την επιστράτευση ρητρών συλλογικής δράσης (collective action clauses – CAC’s) είναι η εξεταζόμενη από την ευρωζώνη επαναγορά ελληνικού χρέους 30 δισ. ευρώ ή 15,5% του ΑΕΠ από τη δευτερογενή αγορά.
Τα σενάρια που επεξεργάζεται η ευρωζώνη και η Ελλάδα και για τα οποία φέρεται να έχει ενημερωθεί και το Διεθνές Χρηματοοικονομικό Ινστιτούτο (IIF) εστιάζουν στην απόσυρση του 50% των νέων ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου που εκδόθηκαν μετά το PSI και βρίσκονται στα χέρια ιδιωτών, προκειμένου το ελληνικό χρέος να υποχωρήσει στο 120% του ΑΕΠ το 2020.
Ουσιαστικά πρόκειται για 30 δισ. ευρώ, εκ των 62 δισ. ευρώ νέων τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου λήξεως από 24/2/2023 μέχρι 24/2/2042 που ισοδυναμούν με το 31,5% των παλαιών ελληνικών ομολόγων (όλα τα νέα ομόλογα διέπονται από το Βρετανικό Δίκαιο έχουν σήμερα διαβάθμιση «CCC» και δεν είναι εγγυημένα από τον EFSF).
Το βασικό σχέδιο της ευρωζώνης για την επαναγορά χρέους προβλέπει πως η Ελλάδα θα χρησιμοποιήσει μέρος της δόσης των 44 δισ. ευρώ και μέρος από τα κέρδη που προβλέπεται να έχει η ΕΚΤ από τα ελληνικά ομόλογα (12 – 15 δισ. ευρώ.) για να αποσύρει το 50% των ομολόγων που διακρατούν ιδιώτες πιστωτές στο 25% της αξίας τους. Δηλαδή να επαναγοράσει χρέος 30 δισ. ευρώ, έναντι ποσού 7,5 δισ. ευρώ.
Ωστόσο, σήμερα η τιμή του 10ετούς ελληνικού ομολόγου είναι στο 32,30 της ονομαστικής αξίας (100), η τιμή του 15ετούς στο 27,20, η τιμή του 20ετούς στο 23,40 και η τιμή του 30ετούς στο 22,50, κάτι που σημαίνει ότι ειδικά για τους κατόχους 10ετών και 15ετών τίτλων η εξεταζόμενη προσφορά του Eurogroup θα ήταν ασύμφορη.
Πιο απλά κάποιος που πριν το PSI είχε 100 ευρώ σε 10ετες ομόλογο, σήμερα έχει μόλις 10,17 ευρώ από την αρχική του επένδυση και του ζητείται να δώσει τα ομολογά του με discount, κάτι που δύσκολα μπορεί να δεχθεί εθελοντικά. Για τον λόγο αυτό εξετάζεται η δυνατότητα ενεργοποίησης των ρητρών συλλογικής δράσης που προβλέπουν ότι από τη στιγμή που ένα ποσοστό ομολογιούχων συμφωνήσει σε μία αναδιάρθρωση κρατικού χρέους, τότε ακολουθούν και οι υπόλοιποι κάτοχοι των ομολόγων.
Το ενδεχόμενο αυτό δεν μπορεί να θεωρείται ρεαλιστικό καθώς για να ενεργοποιηθούν οι ρήτρες συλλογικής δράσης θα έπρεπε να συμφωνήσουν κάτοχοι ομολόγων αξίας 46,5 δισ. ευρώ (το 75% των 62 δισ. ευρώ). Αλλά κανείς από τους πληγέντες του PSI δεν θα θέλει να πωλήσει τα ομολογά του στο 1/10 της αρχικής του επένδυσης, δηλαδή έναντι πινακίου φακής.
Ακόμη, θα πρέπει η χρήση των CAC’s να γίνει σε κάθε ομολογιακή έκδοση χωριστά. Επομένως για να ενεργοποιηθούν οι ρήτρες συλλογικής δράσης είναι απαραίτητο η ελληνική πλευρά να έχει με το μέρος της την πλειοψηφία των επενδυτών σε κάθε έκδοση. Πράγμα που δεν επετεύχθη σε μεγάλος μέρος των ομολόγων αγγλικού δικαίου κατά το PSI.
Αλλά ενδεχόμενη επαναγορά χρέους – εάν ποτέ τελεσφορούσε- με τον τρόπο αυτό θα είχε και άλλες επιπτώσεις. Σημειώνεται ότι η Εθνική Τράπεζα συμμετείχαν στο PSI με ομόλογα ύψους 14,8 δισ. ευρώ, η Eurobank με 7,7 δισ. ευρώ, η Alpha Bank με 6 δισ. ευρώ και η Τράπεζα Πειραιώς με 7,7 δισ. ευρώ.
Από τα ομόλογα αυτά αξίας 36 δισ. ευρώ σήμερα έχουν απομείνει νέα ομόλογα τρέχουσας αξίας 6 δισ. ευρώ περίπου. Ενδεχόμενη δε επαναγορά χρέους σε χαμηλότερες τιμές από τις τιμές κτήσης θα οδηγούσε σε πρόσθετες ζημιές και κεφαλαιακές απομειώσεις τις τράπεζες αυξάνοντας τον λογαριασμό της ανακεφαλαιοποίησης.
Αντιθέτως οι διοικήσεις των τραπεζών (και τα φυσικά πρόσωπα) ήλπιζαν η επαναγορά χρέους να γίνει με τέτοιο τρόπο ώστε να αυξήσει τις τιμές των ομολόγων που έχουν στο χαρτοφυλάκιο διακράτησης τους και να περιορίσει έτσι τις κεφαλαιακές τους ανάγκες.