Ένα αναπτυξιακό μήνυμα προς πάσα κατεύθυνση, εκτός από το έντονο κοινωνικό πρόσημο, πρέπει να στείλει ο πρώτος μεταμνημονιακός προϋπολογισμός, σύμφωνα με τη δήλωση του προέδρου του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθήνας, Γιάννης Χατζηθεοδοσίου.
Στη δήλωσή του ο κ. Χατζηθεοδοσίου επισήμανε:
Σημαντικές ελαφρύνσεις προβλέπει ο προϋπολογισμός που κατατέθηκε στη Βουλή, Οι μειώσεις των ασφαλιστικών εισφορών για 250.000 υπερφορολογημένους ελεύθερους επαγγελματίες, δεν μπορεί παρά να είναι ευπρόσδεκτες. Αναγκαία είναι και η πρόβλεψη εισοδηματικών ενισχύσεων για 340.000 νοικοκυριά, που δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις ανελαστικές δαπάνες ενοικίου ή δόσεων στεγαστικού δανείου. Επίσης η μείωση του ΕΝΦΙΑ, κατά 260 εκατ. ευρώ ανακουφίζει πάνω από 2,5 εκατομμύρια ιδιοκτήτες κυρίως χαμηλών εισοδημάτων. Αρκούν, όμως, αυτά; Προφανώς όχι.
Το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών, έχοντας πλήρη επίγνωση των δημοσιονομικών περιθωρίων, έχει καταστήσει σαφές εξ αρχής, ότι ο πρώτος μεταμνημονιακός Προϋπολογισμός, εκτός από το έντονο κοινωνικό πρόσημο, θα πρέπει να στέλνει προς πάσα κατεύθυνση κι ένα αναπτυξιακό μήνυμα. Και δυστυχώς από όσα είδαμε, έχουμε να διανύσουμε ακόμα πολύ δρόμο για να φτάσουμε ως εκεί.
Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών δεν είναι αρκετή για να δώσει «ανάσες» στους ελεύθερους επαγγελματίες αν δεν συνοδευτεί από μια γενναία ρύθμιση των οφειλών σε εφορίες κι ασφαλιστικά ταμεία, που έχουν συσσωρευθεί τα χρόνια της κρίσης. Ελπίζουμε ότι οι προσπάθειες για διεύρυνση του Εξωδικαστικού, των 120 δόσεων και του «κουρέματος» προσαυξήσεων, θα ευοδωθούν σύντομα. Επιπλέον, απαιτείται και η μείωση των συντελεστών της φορολογίας εισοδήματος, η οποία δυστυχώς δεν σχεδιάζεται νωρίτερα από το 2020.
Προσδοκίες για σημαντική μείωση των φορολογικών βαρών έχουν και οι επιχειρήσεις, σε μια συγκυρία που η πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό παραμένει σχεδόν αδύνατη και τα «κόκκινα» δάνεια παραμένουν στα επίπεδα των 51 δις ευρώ. Δυστυχώς η μείωση του φορολογικού συντελεστή κατά μόλις 1 ποσοστιαία μονάδα θα ισχύσει στη χρήση του 2019, με αποτέλεσμα το όφελος να φανεί στην εκκαθάριση του 2020.
Σχετικά με τη φορολογία των ακινήτων, η άποψη μας είναι ότι η δομή και λειτουργία του ΕΝΦΙΑ πρέπει να αλλάξει, με στόχο να διευρυνθεί η φορολογική βάση. Το έχουμε επισημάνει πολλές φορές. Είναι απόλυτη ανάγκη να μοιραστούν δικαιότερα τα βάρη, αν θέλουμε να μιλάμε για αποκατάσταση αδικιών. Και ειδικά για τη φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη πεντάδα των χωρών της Ευρωζώνης, με τους υψηλότερους φόρους: 2,6% του ΑΕΠ!
Από την ανάλυση των μεγεθών και των προβλέψεων του Προϋπολογισμού, δεν μπορούμε να μην προβληματιστούμε από το «ψαλίδισμα» κατά 550 εκατ. ευρώ των δαπανών του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων κι από τη νέα αναβολή στην πλήρη εξόφληση των οφειλών του Δημοσίου προς τους ιδιώτες, που παραμένουν στα επίπεδα των 3 δις ευρώ, στερώντας έτσι πολύτιμες ανάσες ρευστότητας από την αγορά, που «διψά» για θετικά νέα.
Αναφορικά, δε, με τη διαδικασία αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού, ως Επιμελητήριο έχουμε τονίσει ότι η ενίσχυση των εισοδημάτων, ειδικά των ασθενέστερων, είναι κίνηση που τελικά θα ωφελήσει την ίδια την οικονομία, καθώς θα τονώσει τη ζήτηση και την ιδιωτική κατανάλωση. Δεν μπορούμε βέβαια να παραγνωρίσουμε τις υποδείξεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που συστήνει προσεκτικές κινήσεις, λαμβάνοντας υπόψιν την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.