Η φορολόγηση μεγάλων εταιριών του διαδικτύου επί του τζίρου τους δεν βρίσκει σύμφωνα όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς από πάνω υπάρχει η… σκιά αντίποινων από τις ΗΠΑ. Έτσι, θα μπορούσαν να καθυστερήσουν την εφαρμογή του μέτρου έως ότου επιτευχθεί μια παγκόσμια συμφωνία. Βάσει πρότασης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Μάρτιο, τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. θα επιβάλλουν φόρο 3% στα ψηφιακά έσοδα μεγάλων εταιριών που κατηγορούνται ότι αποφεύγουν τη φορολογία ,εγγράφοντας τα κέρδη τους σε ευρωπαϊκές χώρες με χαμηλό φορολογικό συντελεστή. Όμως, το σχέδιο που απαιτεί τη στήριξη και των 28 κρατών-μελών της Ε.Ε., συναντά αντιδράσεις από μεγάλο αριθμό εξ αυτών. Η προσπάθεια της Κομισιόν να εκπονήσει ένα σύστημα για να διασφαλίσει ότι οι εταιρίες διαδικτύου πληρώνουν επαρκή φόρο γίνεται παράλληλα με μία μελέτη επί του θέματος από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, με στόχο να υπάρξει μια πολυεπίπεδη προσέγγιση. «Είναι πολύ δύσκολο να δούμε μια συμφωνία για τον ‘ψηφιακό φόρο’ καθώς τόσα πολλά τεχνικά ζητήματα δεν έχουν επιλυθεί ακόμα», δήλωσε ο Δανός υπουργός Οικονομικών, Κρίστιαν Γιένσεν, στο περιθώριο της συνάντησης των υπουργών Οικονομικών της Ε.Ε. Πρόσθεσε ότι ο προτεινόμενος φόρος σχεδιάστηκε με έναν τρόπο που θα πλήξει κυρίως τις αμερικανικές εταιρίες και κατά συνέπεια θα προκαλέσει αντίποινα από τις ΗΠΑ. «Φυσικά θα υπάρξει αντίδραση από τις ΗΠΑ», δήλωσε, σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, χαρακτηρίζοντας τον φόρο «όχι μια καλή ιδέα για την Ευρώπη». Τα σχόλιά του απηχούν δηλώσεις διπλωματών από πολλά κράτη της Ένωσης, μεταξύ των οποίων η Γερμανία, η Σουηδία, η Ιρλανδία και η Μάλτα, σε συνεδρίαση της περασμένης εβδομάδας… Η Γαλλία, που εδώ και καιρό ήταν ο βασικός υποστηρικτής του φόρου, πρότεινε τον Σεπτέμβριο μια ρήτρα λήξης ισχύος, ως ένα βήμα να πείσει τα απρόθυμα κράτη. Σήμερα πρότεινε ότι θα μπορούσε να ταχθεί υπέρ του να δοθεί περισσότερος χρόνος για την εφαρμογή ενός νέου φορολογικού συστήματος, προκειμένου ο ΟΟΣΑ να ολοκληρώσει την ανάλυσή του. «Πρέπει να υπάρχει η υιοθέτηση μιας οδηγίας για την ψηφιακή φορολόγηση έως τα τέλη του έτους», δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών, Μπρουνό Λεμέρ. «Θα υπάρξει το ζήτημα της εφαρμογής της οδηγίας. Είμαστε ανοικτοί στο θέμα αυτό, διότι γνωρίζουμε ότι γίνεται δουλειά από τον ΟΟΣΑ», πρόσθεσε σχετικά. Τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης συζητούν δύο επιλογές που βρίσκονται στο τραπέζι από την Κομισιόν. Το πιο αισιόδοξο σχέδιο θα περιλαμβάνει έναν φόρο επί του τζίρου των ψηφιακών εταιριών. που θα επιβάλλεται μονομερώς από την Ε.Ε., πριν επιτευχθεί μια συμφωνία σε παγκόσμιο επίπεδο. Στην προσέγγιση αυτή αντιτίθενται πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένων μικρών -όπως της Ιρλανδίας, όπου πολλές εταιρίες τεχνολογίας εγγράφουν τα κέρδη τους από πωλήσεις σε μεγαλύτερες χώρες της Ένωσης. Η δεύτερη επιλογή, που δεν φαίνεται να προκρίνεται μέχρι στιγμής, θα αναθεωρεί τους φορολογικούς κανόνες ούτως ώστε να μπορούν να επιβληθούν πρόστιμα σε εταιρίες, βάσει της «ψηφιακής τους παρουσίας» σε ένα κράτος. Αυτή η επιλογή θα χρειαστεί περισσότερο χρόνο να τεθεί σε εφαρμογή και θα συμβαδίζει με το έργο που γίνεται σε επίπεδο ΟΟΣΑ. «Ελπίζουμε ότι μπορούμε να έχουμε μια ομόφωνη απόφαση που θα κινείται στον δρόμο του ΟΟΣΑ», δήλωσε ο Γιένσεν.
Υπέρ της αναθεώρησης και το Βερολίνο
Επί του θέματος τοποθετήθηκε σήμερα και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Όλαφ Σολτς, ο οποίος δήλωσε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να αναθεωρήσει το σχέδιό της για ευρωπαϊκό φόρο σε μεγάλες εταιρίες του διαδικτύου και τόνισε ότι ο νέος φόρος θα πρέπει να επιβληθεί μόνο εάν δεν υπάρχει μια παγκόσμια συμφωνία έως το καλοκαίρι του 2020. Μιλώντας στους υπουργούς Οικονομικών της Ε.Ε. σε συνεδρίαση στις Βρυξέλλες, ο Σολτς δήλωσε επίσης ότι η αναθεωρημένη πρόταση θα πρέπει να μειώνει το εύρος του φόρου και να εξαιρεί την πώληση δεδομένων και το Διαδίκτυο των Πραγμάτων (Internet of Things) -κλάδοι που εάν περιληφθούν θα μπορούσαν να οδηγήσουν και στη φορολόγηση των γερμανικών αυτοκινητοβιομηχανιών.