Την έντονη ανησυχία των μη κρατών-μελών της ευρωζώνης δημιουργούν τα σχέδια για μία ισχυρή κεντρική τραπεζική εποπτεία που προωθεί κυρίως το Βερολίνο, καθώς παρά την επιθυμία τους να δοθεί τέλος στην κρίση χρέους, αρνούνται να αποδεχθούν μία Ευρώπη δύο ταχυτήτων.
Σε δημοσίευμα που φιλοξενεί σήμερα η διαδικτυακή πύλη «Εuobserver.com», υπογραμμίζεται αναφέρεται ότι οι πρέσβεις της Βουλγαρίας, της Τσεχίας, της Δανίας, της Ουγγαρίας, της Λετονίας, της Πολωνίας, της Σουηδίας και της Μ. Βρετανίας συναντήθηκαν χθες το απόγευμα στις Βρυξέλλες για να ανταλλάξουν απόψεις σχετικά με τα σχέδια της για την τραπεζική ένωση, τα οποία θα παρουσιάσει αύριο ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο.
Αρκετοί διπλωμάτες, που μίλησαν στον «Euobserver», υπογράμμισαν πως ένα από τα βασικά σημεία της αντίθεσής τους είναι οι τράπεζες εντός και εκτός ευρωζώνης: Για τα κράτη της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης – όπου το 65% του τραπεζικού τομέα ανήκει σε αυστριακές, γερμανικές, γαλλικές και ιταλικές τράπεζες – η ανησυχία έγκειται στο γεγονός ότι τα νέα σχέδια θα δημιουργήσουν συνθήκες άνισου ανταγωνισμού, ανάμεσα στις μεγάλες τράπεζες και τις τοπικές τράπεζες.
Παρότι, οι χώρες που δεν μετέχουν στην ευρωζώνη θα έχουν δικαίωμα βέτο, μιας και η σχετική απόφαση απαιτεί ομοφωνία, ωστόσο, καμία χώρα δεν θέλει να κάνει χρήση του «πυρηνικού όπλου», καθώς δεν θέλουν να θέσουν σε κίνδυνο τα μέτρα για τη διασφάλιση της ευρωζώνης.
«Εάν κάποιος έχει την επιλογή ανάμεσα σε μία αυστριακή και μία ρουμανική τράπεζα, τότε πού θα τοποθετούσε τα χρήματά του; Είναι σαφές ότι οι μικρές τοπικές τράπεζες θα υποσκελιστούν σε σχέση με τις μεγάλες, που θα έχουν από πίσω τους την ισχύ του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας και της Γερμανίας», δήλωσε σχετικά ένας Ευρωπαίος διπλωμάτης.
Τέλος, ένα άλλο βασικό σημείο είναι ότι οι συγκεκριμένες χώρες δεν θα έχουν λόγο μέσα στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ, το οποίο θα αποτελείται μόνο από εκπροσώπους κρατών – μελών του ευρώ.