Μετά την κρισιμότητα των ελληνικών εκλογών, η έμφαση επικεντρώνεται τώρα από τα αμερικανικά ΜΜΕ στην κρισιμότητα της συνόδου κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο μέλλον της Ελλάδας και γενικότερα της ευρωζώνης.
Η εφημερίδα «Νιου Γιορκ Τάιμς» αναφέρεται στο θέμα της μη συμμετοχής στη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά και του υπουργού Οικονομικών Βασίλη Ράπανου.
Στην ανταπόκριση από την Αθήνα σημειώνεται ότι ενώ οι Έλληνες αγωνίζονται με βαθιές περικοπές σε μισθούς και αυξήσεις στους φόρους, την ίδια στιγμή που η ελληνική κυβέρνηση αρχίζει να στερεύει από χρήματα, ο κ. Σαμαράς επιδιώκει την επαναδιαπραγμάτευση των δανειακών όρων που απαιτούν αυστηρά μέτρα λιτότητας. Ωστόσο, όπως επισημαίνεται, οι συνομιλίες δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν έως ότου ο κ. Ράπανος -τραπεζίτης χαμηλού προφίλ και καθηγητής οικονομικών- ο οποίος συμφώνησε να αναλάβει ένα έργο που λίγοι επιθυμούν, αναλάβει ως υπουργός Οικονομικών.
Η «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ», σε ανταπόκριση από την Αθήνα, υποστηρίζει ότι «η απουσία, λόγω ασθένειας, του Έλληνα πρωθυπουργού Αντ. Σαμαρά, αλλά και του υπουργού Οικονομικών Β. Ράπανου από την επικείμενη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ αποτελεί ένα ακόμη εμπόδιο στις προσπάθειες της χώρας να πείσει τους Ευρωπαίους εταίρους να αμβλύνουν τους όρους του προγράμματος λιτότητας» υπογραμμίζοντας επίσης ότι «η εξέλιξη αυτή έρχεται, ενώ η Ελλάδα αντιμετωπίζει ένα πολύ στενό χρονοδιάγραμμα για την επανεκκίνηση του αδρανούς μεταρρυθμιστικού της προγράμματος».
Στο δημοσίευμα αναφέρεται ότι η Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ αντιπροσώπευε την πρώτη ευκαιρία για τον κ. Σαμαρά να συναντηθεί κατά πρόσωπον με τους Ευρωπαίους ηγέτες μετά τις εκλογές της 17ης Ιουνίου, όπου επικράτησε με μικρή διαφορά, όπως σημειώνεται, μετά από μια προεκλογική εκστρατεία στο πλαίσιο της οποίας υποσχόταν να επαναδιαπραγματευθεί το τελευταίο πακέτο δανειακής βοήθειας της Ελλάδας.
Η εφημερίδα προβάλλει δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου Σίμου Κεδίκογλου ότι δεν θα ξεκινήσει τελικά σήμερα η προγραμματισμένη επίσκεψη των επιθεωρητών της τρόικας στην Ελλάδα. Ο κ. Κεδίκογλου τονίζει, επίσης, ότι θα συνεχιστούν οι συνομιλίες με τους Ευρωπαίους εταίρους για αποφάσεις σε θέματα πολιτικής στρατηγικής και ότι ο χρόνος εφαρμογής των αποφάσεων αυτών θα εξαρτηθεί από την πορεία της ελληνικής οικονομίας, προσθέτοντας ότι «πρέπει να βοηθήσουμε τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, όπου η ανεργία μπορεί να αντιμετωπιστεί».
Το πρακτορείο «Μπλούμπεργκ» προβάλλει συνέντευξη του Τζορτζ Σόρος, ο οποίος μιλά για την κρισιμότητα της επικείμενης συνόδου κορυφής της ΕΕ όσον αφορά το μέλλον του ευρώ, καθώς εάν δεν ληφθούν δραστικά μέτρα, δύσκολα θα μπορούσε να αποφευχθεί η κατάρρευση του κοινού νομίσματος, όπως υποστηρίζει. Επίσης, αναφέρει ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει να δημιουργήσουν μια Ευρωπαϊκή Δημοσιονομική Αρχή (ΕΔΑ) που θα διαθέτει τη δυνατότητα αγοράς κρατικών ομολόγων, ενώ σε αντάλλαγμα, η Ιταλία και η Ισπανία θα εφαρμόσουν εφικτές περικοπές στους προϋπολογισμούς τους. Οι πόροι της ΕΔΑ θα προέρχονταν από την έκδοση ευρωομολόγων, τα οποία θα είχαν χαμηλές αποδόσεις, καθώς θα στηρίζονταν από όλα τα κράτη της ευρωζώνης.
Αναφερόμενος στην Ελλάδα, ο κ. Σόρος διατυπώνει την άποψη ότι «είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς με ποιον τρόπο η Ελλάδα θα μπορούσε να ανταποκριθεί στους όρους που της έχουν επιβληθεί» και ότι «οι Γερμανοί είναι αποφασισμένοι να μην τροποποιήσουν τους συγκεκριμένους όρους, προκαλώντας υποψίες ότι η Ελλάδα ωθείται έξω από το ευρώ».
Το περιοδικό «FORBES», σε δημοσίευμά του για την κρίση στην ευρωζώνη, μεταξύ άλλων, επισημαίνει ότι οι λόγοι για τους οποίους το ευρώ αποτυγχάνει, σχετίζονται, μεταξύ άλλων, με: τη φιλοδοξία στη σχεδίασή του (αντικατάσταση του δολαρίου ως αποθεματικού νομίσματος, ανάμιξη πολλών προέδρων), την έλλειψη διαφάνειας και την απόκρυψη πληροφοριών, καθώς και τη μη διάθεση αλλαγής τακτικής, τη μη παράλληλη δημιουργία διαφορετικών προοπτικών, ώστε να υπάρχει αποτρεπτική δράση έναντι των αγορών.
Σε άλλο δημοσίευμα στο ίδιο περιοδικό δίνονται συμβουλές σε αμερικανικές επιχειρήσεις για την περίπτωση του διαμελισμού της ευρωζώνης. Ανάμεσα σ’ άλλα αναφέρεται ότι αν η Ελλάδα δεν εγκαταλείψει την ευρωζώνη, θα την έχει εγκαταλείψει έως το τέλος του επόμενου έτους σίγουρα η Γερμανία. Αναφορικά με τις αμερικανικές εξαγωγές στην Ευρώπη, ο συντάκτης σημειώνει ότι έχουν μειωθεί εξαιτίας της κρίσης, ενώ τα ζητήματα που θα πρέπει να απασχολούν τους εξαγωγείς είναι ο σχεδιασμός σε περίπτωση ακόμη πιο μειωμένων εξαγωγών και το γεγονός ότι κάποιοι από τους πελάτες τους ενδέχεται να αλλάξουν νόμισμα. Επίσης, υποστηρίζεται ότι μια ενδεχόμενη αλλαγή νομίσματος επηρεάζει και τις εταιρίες που ανταγωνίζονται άλλες ευρωπαϊκές στους ίδιους τομείς (θετικά στην περίπτωση υιοθέτησης του γερμανικού μάρκου που θα είναι ακριβότερο από το δολάριο, όπως τονίζεται, και αρνητικά στην περίπτωση υιοθέτησης της δραχμής που θα καταστήσει τα ελληνικά προϊόντα ανταγωνιστικότερα).