Στο 21,2% διαμορφώθηκε το ποσοστό της ανεργίας στη χώρα το α’ τρίμηνο του 2018, μειωμένο κατά 2,1 μονάδες από το 23,3% του α’ τριμήνου 2017 και αμετάβλητο σε σύγκριση με το δ’ τρίμηνο 2017.
Ο αριθμός των ανέργων ανήλθε σε 1.001.191 άτομα, με την πλειονότητα αυτών (68,4% ή 684.815 άτομα) να είναι μακροχρόνια άνεργοι, δηλαδή να αναζητούν εργασία για ένα έτος ή περισσότερο.
Σύμφωνα με την τριμηνίαια έρευνα εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, ο αριθμός των ανέργων μειώθηκε κατά 10,2%, σε σχέση με το α’ τρίμηνο του προηγούμενου έτους και κατά 0,6%, σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.
Οι βασικοί λόγοι που σταμάτησαν οι άνεργοι να εργάζονται είναι είτε γιατί απολύθηκαν (25,0%) είτε γιατί η εργασία τους ήταν περιορισμένης διάρκειας και τελείωσε (28,9%).
Το μεγαλύτερο ποσοστό των ανέργων εργαζόταν στους κλάδους ξενοδοχείων και εστίασης (22,3%).
Σε ό,τι αφορά στο επάγγελμα της προηγούμενης εργασίας τους, το μεγαλύτερο ποσοστό (30,9%) απασχολούνταν στην παροχή υπηρεσιών ή ως πωλητές.
Το ποσοστό των ανέργων που δεν έχουν εργαστεί στο παρελθόν (νέοι άνεργοι) είναι 19,4%.
Η πλειονότητα των ανέργων (68,4%) αναζητεί εργασία ένα έτος ή περισσότερο (μακροχρόνια άνεργοι), ενώ ποσοστό 92,1% των ανέργων αναζητεί εργασία ως μισθωτός με πλήρη απασχόληση.
Το ποσοστό των ανέργων που δηλώνουν ότι δεν είναι εγγεγραμμένοι στον ΟΑΕΔ ανέρχεται σε 22,5%, ενώ το ποσοστό αυτών που δηλώνουν ότι λαμβάνουν επίδομα ή βοήθημα από τον ΟΑΕΔ ανέρχεται σε 13,2%.
Στις γυναίκες το ποσοστό ανεργίας (26,2%) παραμένει σημαντικά υψηλότερο από εκείνο στους άνδρες (17,2%).
Ηλικιακά, τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας καταγράφονται στις ομάδες 15-19 ετών (55,2%) και 20- 24 ετών (43%). Ακολουθούν οι ηλικίες 25- 29 ετών (31,1%), 30- 44 ετών (20,4%), 45- 64 ετών (17,1%) και 65 ετών και άνω (10,2%).
Στους πολίτες με ελληνική υπηκοότητα το ποσοστό ανεργίας είναι 20,5% και σε εκείνους με ξένη είναι 31,8%.
Σε επίπεδο περιφερειών της χώρας, στις τρεις πρώτες θέσεις βρίσκονται η Δυτική Μακεδονία (ποσοστό ανεργίας 28,1%), οι Ιόνιοι Νήσοι (25,9%) και η Δυτική Ελλάδα (25,5%). Ακολουθούν, το Βόρειο Αιγαίο (24,5%), το Νότιο Αιγαίο (24,1%), η Ήπειρος (22,8%), η Κεντρική Μακεδονία (21,9%), η Αττική (21,2%), η Στερεά Ελλάδα (19,9%), η Κρήτη (19,9%), η Θεσσαλία (18,1%), η Ανατολική Μακεδονία- Θράκη (16,4%) και η Πελοπόννησος (15,9%).
Ο αριθμός των απασχολουμένων ανήλθε σε 3.723.760 άτομα, με την απασχόληση να αυξάνεται κατά 1,8% σε σχέση με το α’ τρίμηνο 2017 και να μειώνεται κατά 0,3%, σε σχέση με το δ’ τρίμηνο 2017.
Το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων εργάζονται ως μισθωτοί (65,6%), ενώ σημαντικό είναι και το ποσοστό των αυτοαπασχολουμένων χωρίς προσωπικό (22,7%).
Σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, εμφανίζεται αύξηση στους αυτοαπασχολούμενους με προσωπικό και στους βοηθούς στην οικογενειακή επιχείρηση και μείωση για τις άλλες κατηγορίες, ενώ σε σχέση με το προηγούμενο έτος εμφανίζεται αύξηση στην απασχόληση σε όλες τις κατηγορίες εκτός από τους αυτοαπασχολούμενους χωρίς προσωπικό.
Το ποσοστό της μερικής απασχόλησης ανέρχεται σε 9,6%, ενώ το ποσοστό των ατόμων που έχουν προσωρινή εργασία σε 6,1%. Η μερική απασχόληση εμφανίζεται μειωμένη σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους και αυξημένη σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο. Η προσωρινή απασχόληση έχει μειωθεί σημαντικά σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και έχει αμελητέα μεταβολή σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Τα επαγγέλματα που συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων είναι οι εργαζόμενοι στην παροχή υπηρεσιών και πωλητές (22,9%) και οι επαγγελματίες (19,6%). Σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, η μεγαλύτερη αύξηση εμφανίζεται στα ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη.
Σε σχέση με το α’ τρίμηνο 2017, αυξάνεται σημαντικά το ποσοστό των απασχολουμένων σε μη χειρωνακτικά επαγγέλματα χαμηλής ειδίκευσης, μειώνεται το ποσοστό των απασχολουμένων σε μη χειρωνακτικά επαγγέλματα υψηλής ειδίκευσης και σε χειρωνακτικά με εξειδίκευση, ενώ παραμένει σχετικά σταθερό το ποσοστό των απασχολουμένων σε γεωργικά και στοιχειώδη επαγγέλματα.
Το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων (43,7%) δηλώνει ότι εργάστηκε 40- 47 ώρες την εβδομάδα αναφοράς, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό (25,6%) δηλώνει ότι εργάστηκε 48 ή περισσότερες ώρες. Η πλειονότητα των απασχολουμένων (82,4%) δηλώνει ότι εργάστηκε τις συνήθεις ώρες, ενώ το 11,5% δηλώνει ότι θα επιθυμούσε να εργάζεται περισσότερες ώρες. Το 2,7% δηλώνει ότι έχει και δεύτερη εργασία, ενώ το 2,1% αναζητεί εργασία αν και εργάζεται.
Οι μη ενεργοί ανέρχονται σε περίπου 4.429.100 άτομα και η πλειονότητά τους (47,3%) δεν έχει εργαστεί ποτέ στο παρελθόν ή έχουν περάσει περισσότερα από οκτώ έτη από τότε που σταμάτησαν την τελευταία τους εργασία (23,6%). Από τα άτομα που εργάστηκαν μέσα στα τελευταία οκτώ έτη, το μεγαλύτερο ποσοστό σταμάτησε να εργάζεται επειδή συνταξιοδοτήθηκε (62%) ή επειδή η εργασία του ήταν περιορισμένης διάρκειας και τελείωσε (11,5%).
Οι βασικοί λόγοι που δεν αναζητούν εργασία οι μη ενεργοί είναι το ότι βρίσκονται σε σύνταξη (38,0%) ή εκπαιδεύονται (24,3%). Το 1,6% των μη ενεργών αναζητεί εργασία, αλλά δεν είναι άμεσα διαθέσιμο να την αναλάβει και το 1,5% δεν αναζητεί εργασία επειδή πιστεύει ότι δεν θα βρει ή δεν γνωρίζει που θα απευθυνθεί.