Στον απόηχο της αναβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας κατά μια βαθμίδα (σε Β από -Β) από τον οίκο Fitch συνεδριάζει σήμερα το Συμβούλιο των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης.
Το ελληνικό θέμα βρίσκεται πρώτο στην ατζέντα Eurogroup και η συζήτηση θα αφορά αποκλειστικά το θέμα της εκταμίευσης και τίποτα περισσότερο. Στη σημερινή συνεδρίαση θα γίνει νέα αποτίμηση στα προαπαιτούμενα της τρίτης αξιολόγησης που έχουν ολοκληρωθεί και θα αποφασιστεί αν θα ανάψει το «πράσινο φως» για την εκταμίευση των 5,7 δισ. επί του συνόλου των 6,7 δισ. ευρώ της νέας μνημονιακής δόσης.
Στο σημερινό Eurogroup αυτό που ενδιαφέρει τον Ευκλείδη Τσακαλώτο είναι να κλείσει και τυπικά η τρίτη αξιολόγηση και να πάρει το «τσεκ» της δόσης. Μέχρι στιγμής παραμένει ασαφές εάν το Εurogroup θα εγκρίνει την εκταμίευση των 5,7 δισ. ευρώ. Αυτό θα γίνει μόνο εφόσον οι θεσμοί επιβεβαιώσουν ότι η Ελλάδα έχει εφαρμόσει το σύνολο των υποχρεώσεών της που σχετίζονται με την Τρίτη αξιολόγηση. Παράλληλα, το υπόλοιπο 1 δισ. ευρώ συνδέεται άμεσα με την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων του δημόσιου τομέα στον ιδιωτικό και θα εξεταστεί τον Απρίλιο.
Οσον αφορά στη ρύθμιση του ελληνικού χρέους, η υποομάδα του ΕuroWorking Group (EWG) που έχει αναλάβει την τεχνική μελέτη στην βάση της γαλλικής πρότασης που συνδέει την ελάφρυνση του χρέους με την ανάπτυξη συνεχίζει να δουλεύει πάνω στην νέα «φόρμουλα» η οποία θα προγραμματισθεί για το Eurogroup της 12ης Μαρτίου.
Πάντως ο οίκος αξιολόγησης Fitch, προβλέπει ελάφρυνση του χρέους που κατέχει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM), υπό προϋποθέσεις και μια «υβριδική έξοδο» της Ελλάδας από το Μνημόνιο τον Αύγουστο του 2018.
Τσακαλώτος σε FT και Les Echos
Ωστόσο ο Ευκλείδης Τσακαλώτος δηλώνει σε συνέντευξή του στους Financial Times ότι η Ελλάδα δεν θα χρειαστεί «σφιχτή» εποπτεία μετά το τέλος του προγράμματος προσαρμογής τον Αύγουστο, επιμένοντας παράλληλα ότι οι ανησυχίες των Ευρωπαίων εταίρων δεν είναι βάσιμες κι ότι η χώρα μπορεί να διαχειριστεί σωστά τα οικονομικά της. Σύμφωνα με τον υπουργό το νέο σχέδιο ανάπτυξης που θα παρουσιάσει η Αθήνα τον Απρίλιο θα καθησυχάσει τόσο τις Βρυξέλλες όσο και την Ουάσινγκτον. «Θέλουμε όσο πιο “καθαρή” έξοδο γίνεται» είπε χαρακτηριστικά στη βρετανική εφημερίδα.
Ο ίδιος δήλωσε στην οικονομική εφημερίδα πως δεν υπάρχει ιδιαίτερη διάθεση στην Ευρώπη για να προσφερθεί στην Ελλάδα επιπλέον γραμμή πίστωσης ιδιαίτερα μετά τη συμφωνία των υπουργών οικονομικών της ευρωζώνης τον Ιούνιο πως η Ελλάδα θα πρέπει να κτίσει ένα κεφαλαιακό «μαξιλάρι» περίπου 18 δισ. ευρώ προκειμένου να ανταποκριθεί στις αποπληρωμές χρέους που έχει να κάνει τους επόμενους 18 μήνες. «Δεν μπορείς να έχεις και ένα μαξιλάρι και μια προληπτική γραμμή πίστωσης –πόσα λεφτά θα βάλεις στην άκρη;» διερωτήθηκε ο κ. Τσακαλώτος.
Σε άλλη συνέντευξή του στην γαλλική εφημερίδα Les Echos διαβεβαιώνει ότι η Ελλάδα είναι έτοιμη να σταθεί στα πόδια της. Όπως είπε το σχέδιο μεταρρυθμίσεων που θα παρουσιάσει η κυβέρνηση θα είναι φιλικό προς την ανάπτυξη με κοινωνική ευαισθησία αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο αύξησης του κατώτατου μισθού όπως έκαναν οι Πορτογάλοι όπως χαρακτηριστικά ανέφερε για να προσθέσει ότι υπάρχουν κι άλλες ιδέες. «Έχουμε ήδη αρκετό περιθώριο ελιγμών στον προϋπολογισμό, καθώς έχουμε ξεπεράσει κατά πολύ τους στόχους που έχουν τεθεί από το Πρόγραμμα τα τελευταία δύο χρόνια, γεγονός που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και στην πρόοδο που σημειώθηκε στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής» σημείωσε χαρακτηριστικά.
Ερωτηθείς εάν μπορεί η Ελλάδα να επαναδιαπραγματευτεί το στόχο 3,5% του πρωτογενούς πλεονάσματος ο υπουργός αφού ανέφερε ότι «προς το παρόν, εργαζόμαστε στο πλαίσιο των δημοσιονομικών στόχων που έχουμε διαπραγματευτεί. Είναι δύσκολο, δεν το επιλέξαμε, αλλά πρέπει να το διαχειριστούμε» συμπλήρωσε με έμφαση ότι «αν, στο πλαίσιο μιας μεγάλης αναπτυξιακής πρωτοβουλίας στην Ευρώπη, υπό την ώθηση του Emmanuel Macron, μπορούμε να ελαφρύνουμε αυτούς τους περιορισμούς, τότε γιατί όχι;» Όπως είπε «Υπάρχουν πολλές ιδέες στο τραπέζι υπέρ ενός σταθεροποιητικού προϋπολογισμού που θα δουλεύει είτε μέσω επενδύσεων (όπως συμβαίνει στη Γαλλία), είτε μέσω επιδομάτων ανεργίας (όπως συμβαίνει στην Ιταλία)».