Όχι στα ευρωομόλογα. Όχι στη μαζική αγορά δημοσίου χρέους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Όχι στην ένωση των δυνάμεων των ευρωπαϊκών ταμείων διάσωσης ώστε να δημιουργηθεί ένα πραγματικό αποτρεπτικό όπλο που θα φοβίσει τις αγορές. Η Γερμανία κατέστησε σαφές αυτή την εβδομάδα ότι όλα τα βήματα που έχει κάνει μέχρι τώρα η Ευρωπαϊκή Ένωση (μέτρα λιτότητας, περισσότερη δημοσιονομική ένωση, συνταγματικά όρια για το έλλειμμα) δεν είναι αρκετά για να πείσουν την Άγγελα Μέρκελ να βάλει το χέρι στην τσέπη.
Είτε για εσωτερικούς εκλογικούς λόγους είτε για διαπραγματευτικούς λόγους που έχουν να κάνουν με τους ευρωπαίους εταίρους της, η Γερμανία επανέλαβε τις αρνήσεις της και οδήγησε σε ματαίωση τη σύνοδο της ευρωζώνης που θα προσπαθούσε να περιορίσει τη μετάδοση της ατελείωτης κρίσης του χρέους. Και σαν να μην έφταναν αυτά, η Ιρλανδία ανακοίνωσε ότι θα υποβάλει σε δημοψήφισμα τη συμφωνία για τη δημοσιονομική ένωση, κάτι που δημιουργεί αβεβαιότητα.
Το Βερολίνο είναι βέβαια το επίκεντρο όλων των προσπαθειών για την εξεύρεση μιας λύσης. Και το Βερολίνο αποφάσισε να μην υποχωρήσει στις πιέσεις του G20, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, του αμερικανού προέδρου Μπαράκ Ομπάμα ή του βρετανού πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον. Για άλλη μια φορά, ο μισός πλανήτης συμφωνεί ότι η Γερμανία πρέπει να κάνει πίσω και να δημιουργήσει ένα ισχυρό τείχος προστασίας ώστε να αποτραπεί η μετάδοση της ευρωπαϊκής κρίσης σε χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία.
Η πρόταση των Βρυξελλών ήταν να διοχετευτούν περισσότερα χρήματα στα ταμεία διάσωσης και να ενωθούν οι δύο μηχανισμοί βοήθειας: το προσωρινό ταμείο διάσωσης (EFSF) και το μόνιμο (ESM). Και αυτό να γίνει άμεσα: η ΕΕ υποστηρίζει ότι αυτό το αποτρεπτικό όπλο μπορεί να δημιουργηθεί μέχρι τα μέσα του χρόνου και γι’ αυτό ήθελε να διεξαχθεί αυτή την Παρασκευή η σύνοδος της ευρωζώνης. Αλλά η γερμανική κυβέρνηση αρνήθηκε.
Τα πράγματα για τη Μέρκελ δεν είναι εύκολα, σημειώνει ο ανταποκριτής της Ελ Παΐς στις Βρυξέλλες. Πρέπει να ασκεί μια ηγεσία στην Ευρώπη για την οποία δεν είναι συνηθισμένη, σε μια στιγμή μάλιστα που ο Νικολά Σαρκοζί είναι εγκλωβισμένος σε μια προεκλογική διαδικασία με αβέβαιη έκβαση. Επιπλέον, η γερμανίδα καγκελάριος έχει να αντιμετωπίσει διάφορα εσωτερικά μέτωπα. Οι εταίροι της στην κυβέρνηση (οι Φιλελεύθεροι και το Χριστιανοκοινωνικό Κόμμα της Βαυαρίας) είναι αντίθετοι στην ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Και η αντιπολίτευση την κατηγορεί για τα επανειλημμένα της λάθη στη διαχείριση της κρίσης. Σ’ αυτά προστίθεται η διεθνής πίεση: ο G20 προειδοποίησε την περασμένη εβδομάδα τη Γερμανία ότι οι αναδυόμενες οικονομίες – με επικεφαλής την Κίνα – θα επενδύσουν τη διάσωση της Ευρώπης μόνο αν η Ευρώπη συνδυάσει το προσωρινό ταμείο στήριξης με το μόνιμο.
Ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο αναγνώρισε την περασμένη Δευτέρα ότι είναι πολύ δύσκολο να πειστεί η Γερμανία να δεχθεί την ενίσχυση των ταμείων σωτηρίας. Ανάλογη εκτίμηση διατύπωσε και ο επίτροπος Όλι Ρεν. Το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο αποφάσισε επίσης ότι το κοινοβούλιο πρέπει να παίξει μεγαλύτερο ρόλο στον έλεγχο του ευρωπαϊκού ταμείου σταθερότητας, και ιδιαίτερα στην αγορά ομολόγων στη δευτερογενή αγορά.