Σε συνέντευξή του στην κυριακάτικη έκδοση της εφημερίδας «Der Tagesspiegel», ο κ. Σόιμπλε επανέρχεται στο θέμα των ελληνικών εκλογών με νέα αναφορά στο ιταλικό παράδειγμα και στην ανάγκη παροχής εγγυήσεων από τις πολιτικές δυνάμεις, εμφανίζεται αισιόδοξος για την έκβαση του αυριανού Eurogroup, το οποίο θα αποφασίσει «για συνολικό πρόγραμμα που θα εφαρμοστεί βήμα βήμα», αλλά και για «ειδικό λογαριασμό χρέους», ενώ θεωρεί βέβαιη την έγκριση του πακέτου από το γερμανικό Κοινοβούλιο στις 27 Φεβρουαρίου.
Σε ό,τι αφορά Στο ενδεχόμενο ενός Σχεδίου Μάρσαλ για την Ελλάδα, εκτιμά ότι οι συνθήκες είναι πλέον διαφορετικές και αναφέρεται ενδεικτικά στην χωρίς αποτέλεσμα προσπάθεια της χώρας του να βοηθήσει την Ελλάδα στο θέμα των φορολογικών μηχανισμών. Εκφράζει πάντως τη συμπαράστασή του προς τους έλληνες πολίτες που πλήττονται από τα μέτρα λιτότητας, ενώ καταλογίζει ευθύνες στην ελίτ της χώρας.
Ο κ. Σόιμπλε δηλώνει μεν ότι δεν έχει χάσει την εμπιστοσύνη του στους έλληνες πολιτικούς, αλλά, επισημαίνει ότι «πρέπει να εργαστούμε στο θέμα της αξιοπιστίας, της εμπιστοσύνης και της εγκυρότητας» και αναφέρεται στο πρώτο πρόγραμμα βοήθειας προς την Ελλάδα ύψους πάνω από 100 δισ. ευρώ, «με ξεκάθαρες συμφωνίες», βάσει του οποίου τα χρήματα δίδονται σε δόσεις και σύμφωνα με τις εκθέσεις της τρόικας, της ΕΕ, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ.
«Δεν χρειάζεται να σας υπενθυμίσω τις εν μέρει μακροχρόνιες διορθωτικές απαιτήσεις και την ανάγκη διορθώσεων σ’ αυτό το πλαίσιο», τονίζει και σε ερώτηση εάν αυτές οι εμπειρίες δικαιολογούν την ανάμιξη σε ό,τι αφορά την ημερομηνία διεξαγωγής των εκλογών, ο γερμανός υπουργός διερωτάται: «Είναι ασέβεια όταν αναφέρεις ότι η Ιταλία στο δρόμο της αυτή τη στιγμή προχωράει πάρα πολύ καλά;» και σε ερώτηση αν αναφέρεται στον δρόμο μιας κυβέρνησης τεχνοκρατών, σημειώνει: «Οπωσδήποτε στον δρόμο μιας κυβέρνησης η οποία στηρίζεται ευρέως από όλες τις υπεύθυνες δυνάμεις στη χώρα και απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της Ευρώπης. Αυτό κάνει δυνατές τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις οι οποίες μειώνουν το ιταλικό χρέος, αλλά κάνουν, πάνω από όλα, τη χώρα πιο ανταγωνιστική. Αυτό δημιουργεί εμπιστοσύνη στις αγορές, η οποία μεταφράζεται από τον Ιανουάριο σε πτώση των σπρεντς και σε επιτυχείς δημοπρασίες ομολόγων».
Ο γερμανός υπουργός Οικονομικών απορρίπτει την υπόθεση ότι η Γερμανία προσπαθεί να επιβληθεί στην Ελλάδα και χρησιμοποιεί, όπως λέει, μια φράση του πρώην πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου: «η Ελλάδα έχει μια σειρά από προβλήματα που συσσωρεύτηκαν εν μέρει για μεγάλο χρονικό διάστημα. Προκειμένου να αντιμετωπιστούν και να αντιμετωπιστούν γρήγορα, απαιτούνται επώδυνες διαδικασίες», ενώ προσθέτει: «γι΄ αυτό και οι αλλαγές δεν είναι εύκολο να εφαρμοστούν και είναι και ένας από τους λόγους γιατί κατά την εφαρμογή των συμφωνηθέντων προγραμμάτων και στόχων δεν πετυχαίνουν όλα τόσο γρήγορα και συνολικά όσο θα το επιθυμούσαμε- και όπως θα έπρεπε να γίνεται προς το συμφέρον της χώρας. Κι έπειτα, κάτι τέτοιο βλάπτει και την αξιοπιστία. Η αξιοπιστία όμως είναι και το σημαντικότερο- όχι μόνο σε σχέση με τους Ευρωπαίους εταίρους, αλλά και έναντι των αγορών, των δυνητικών επενδυτών, ακόμη και απέναντι στον ίδιο το λαό. Γι’ αυτό και όλοι οι Ευρωπαίοι, μεταξύ αυτών και η ελληνική κυβέρνηση, συμφώνησαν τον Οκτώβριο, ότι χρειαζόμαστε περισσότερη συνδρομή, περισσότερους ελέγχους κατά την εφαρμογή των προγραμμάτων. Αυτό είναι το θέμα, τίποτε λιγότερο, τίποτε περισσότερο».
Επανερχόμενος στο θέμα των εγγυήσεων για την εφαρμογή των μέτρων, ο κ. Σόιμπλε τονίζει ότι η ευρωζώνη δεν περιμένει «τίποτε καινούργιο, τίποτε άγνωστο, τίποτε επιπλέον, αλλά μόνο να εφαρμοστούν αυτά που οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων, μεταξύ αυτών και ο έλληνας πρωθυπουργός, συμφώνησαν ομόφωνα» και συνεχίζει: «Όλοι μαζί χρειαζόμαστε μία επαρκή εγγύηση ότι τα συμφωνηθέντα θα τηρηθούν ανεξάρτητα από την έκβαση των εκλογών. Αυτό ίσχυε για την Πορτογαλία, ίσχυε για την Ιρλανδία και ισχύει ακριβώς το ίδιο και για την Ελλάδα. Στη διασφάλιση αυτή θα συμβάλουν η εφαρμογή των βημάτων που εκκρεμούν μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου και η βελτιωμένη συνδρομή στην εφαρμογή.
Τώρα, σε ό,τι αφορά την αντιπολίτευση: ο κ. Σαμαράς, ο μέχρι πρότινος αρχηγός της αντιπολίτευσης, έχει υπογράψει μία επιστολή, με την οποία δεσμεύεται στο πρόγραμμα». Ο κ. Σοιμπλε προσθέτει πάντως ότι «βρισκόμαστε σε έναν καλό δρόμο, καθώς η κυβέρνηση της Αθήνας διαβίβασε επιτέλους λίγο πριν την τηλεδιάσκεψη της προηγούμενης Τετάρτης έναν κατάλογο όλων των μέτρων με ακριβή χρονοδιαγράμματα» και εκφράζει την πεποίθηση ότι «εάν η Ελλάδα θέσει σε ισχύ έως το τέλος Φεβρουαρίου όλες τις αναγκαίες δεσμεύσεις και μεταρρυθμίσεις και διασαφηνιστούν όλα τα υπόλοιπα ανοιχτά ερωτήματα, τότε μπορεί να διατεθεί το δεύτερο πακέτο βοήθειας».
Εμφανίζεται μάλιστα να απορρίπτει το ενδεχόμενο σταδιακής διαβεβαίωσης ή δέσμευσης βήμα- βήμα, διότι, κάτι τέτοιο, όπως λέει, δεν θα αποτελούσε έναν αποτελεσματικό δρόμο. «Τη Δευτέρα θα αποφασίσουμε για ένα συνολικό πρόγραμμα, το οποίο έπειτα θα εφαρμοστεί βήμα- βήμα», επισημαίνει και, αναφερόμενος στον ειδικό λογαριασμό, κάνει λόγο για συμφωνία στο πλαίσιο του Eurogroup να υπάρξει λογαριασμός για την εκταμίευση του δεύτερου πακέτου βοήθειας, ο οποίος θα διασφαλίζει την προτεραιότητα στη μείωση του χρέους.
Ο κ. Σόιμπλε επαναλαμβάνει στην ίδια συνέντευξη ότι συμπονά τους Έλληνες. Εκφράζει μάλιστα τη μεγάλη εκτίμηση που τρέφει για τους πολίτες που πλήττονται από τα μέτρα λιτότητας και, οι οποίοι, όπως εξηγεί, δεν μπορούν να κάνουν κάτι για τη βραδύτητα των μεταρρυθμίσεων, την απώλεια της ανταγωνιστικότητας ή την αντιπαραγωγική χρήση των χρημάτων κατά το παρελθόν.
«Εάν κανείς αντιληφθεί ότι ένα σημαντικό τμήμα της ελίτ, ακόμη και σ’ αυτήν τη δύσκολη κατάσταση, καυχιέται στα ΜΜΕ ότι δεν πληρώνει τους φόρους του ή ότι δίνει στους άλλους να καταλάβουν ότι λίγο το ενδιαφέρει το καλό της χώρας και των συμπολιτών του, τότε μπορεί κανείς να εξηγήσει γιατί πολλοί αισθάνονται ότι διαπράττεται αδικία», επισημαίνει χαρακτηριστικά και αναφέρεται σε πλούσιους Έλληνες που έχουν μεταφέρει την περιουσία τους στο εξωτερικό.
«Δεν είναι λίγοι στην Ελλάδα οι πλούσιοι πολίτες, που έχουν μεταφέρει την περιουσία τους στο εξωτερικό. Κι αυτοί καταβάλλουν σαφώς λιγότερη προσπάθεια απ’ ότι οι υπουργοί Οικονομικών στο να βοηθήσουν την πατρίδα τους να σταθεί στα πόδια της. Οι πολίτες στην Ελλάδα δεν πρέπει να κάνουν οικονομία για την Ευρώπη. Πρέπει να κάνουν οικονομία και να συμβάλουν στο να πραγματοποιηθούν μεγάλες μεταρρυθμίσεις. Επειδή η ελίτ έφερε τη χώρα τους σ’ αυτή την κατάσταση. Μόνο έτσι θα μπορέσει η χώρα να σταθεί και πάλι στα πόδια της. Όμως αυτή είναι μία πολύ, πολύ σκληρή διαδικασία», δηλώνει και εκφράζει την κατανόησή του για τον θυμό και την οργή των ανθρώπων στην Ελλάδα.
«Μπορώ να αντιληφθώ ότι υπάρχει θυμός και οργή στην Αθήνα γιατί πρέπει να μειωθούν οι κατώτατοι μισθοί. Απ’ την άλλη όμως, πρέπει να τεθεί κι άλλη μια παράμετρος: ο ελληνικός κατώτατος μισθός θα μειωθεί περίπου στο επίπεδο της Ισπανίας. Εκτός αυτού: τι να πουν οι πολίτες των χωρών της ανατολικής Ευρώπης και των χωρών της Βαλτικής, των οποίων οι κατώτατοι μισθοί είναι σαφώς ακόμη χαμηλότεροι και οι οποίοι καλούνται να συμβάλουν στη βοήθεια προς την Ελλάδα; Κι αυτό δεν είναι κάτι εύκολο για τους πολιτικούς των χωρών αυτών να το εξηγήσουν στους πολίτες τους».
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το εάν θα μπορούσε και στην περίπτωση της Ελλάδας να εφαρμοστεί ένα είδος Σχεδίου Μάρσαλ, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας εκτιμά ότι αυτό αναφερόταν σε μια διαφορετική εποχή, κατά την οποία η Ευρώπη ήταν διαλυμένη.
Συμφωνεί πάντως ότι πρέπει να στηριχτεί η Ελλάδα. «Υποδεικνύω εδώ και καιρό στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τρόπους προκειμένου η βοήθειά της να καταστεί περισσότερο αποτελεσματική, ούτως ώστε να φέρει ταχύτερα αποτελέσματα στην Ελλάδα.
Η συνδρομή για βοήθεια δεν έλειψε ποτέ, ούτε κι από τη Γερμανία», επισημαίνει, αλλά σημειώνει: «Βοηθάται εκείνος που θέλει να βοηθηθεί. Εδώ και πολύ καιρό είμαστε διατεθειμένοι να βοηθήσουμε με οικονομικούς δημοσίους υπαλλήλους τους Έλληνες να οικοδομήσουν μία αποτελεσματική φορολογική διοίκηση. Την προσφορά μας μέχρι σήμερα δεν την έχουν εκμεταλλευτεί».
Ο κ. Σόιμπλε εμφανίζεται πάντως πεπεισμένος ότι το πρόγραμμα στήριξης θα εγκριθεί από το γερμανικό Κοινοβούλιο στις 27 Φεβρουαρίου, τουλάχιστον από την κυβερνητική πλειοψηφία, καθώς, όπως λέει, ο ίδιος και η καγκελάριος έχουν εξετάσει όλες τις παραμέτρους και ζυγίσει όλες τις πιθανότητες προκειμένου να λάβουν αποφάσεις που να ανταποκρίνονται στην ευθύνη τους.
Τέλος, απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με την πρόσφατη αναφορά τού Κάρολου Παπούλια («Ποιος είναι αυτός ο κ. Σόιμπλε που λοιδορεί την πατρίδα μου;»), ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας απάντησε: «Δεν γνωρίζω κανέναν κ. Σόιμπλε στον οποίο να ανταποκρίνεται η περιγραφή. Ίσως στον Έλληνα Πρόεδρο να έφθασε κάτι με λάθος τρόπο».