«Πλησιάζουμε στο τέλος του 2017 και – όπως όλα δείχνουν – τα χειρότερα για την ελληνική οικονομία βρίσκονται πλέον πίσω μας. Το ερώτημα, όμως, είναι πότε και αν θα μπορέσουμε να πάμε πραγματικά καλύτερα» τόνισε ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ και της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος, Κωνσταντίνος Μίχαλος μιλώντας στην εκδήλωση με θέμα το ρόλο της Περιφέρειας και των Επιμελητηρίων στην ανάπτυξη των επιχειρήσεων.
Όπως σημείωσε ο κ. Μίχαλος στην εκδήλωση: «Ας μην γελιόμαστε: για μια οικονομία που έχει συρρικνωθεί κατά 25% και πλέον τα τελευταία χρόνια, δεν αρκεί απλώς να βγει από το φάσμα της ύφεσης. Χρειάζεται γρήγορους και ταυτόχρονα διατηρήσιμους ρυθμούς ανάπτυξης. Χρειάζεται να παράγει περισσότερο εθνικό πλούτο. Αρκετό για να μπορέσει η χώρα να εξυπηρετεί το δημόσιο χρέος της. Αρκετό για να μπορέσει να αποκατασταθεί το βιοτικό επίπεδο των πολιτών και να εξαλειφθούν, σταδιακά έστω, οι κοινωνικές συνέπειες της κρίσης.
Αυτού του είδους η ανάπτυξη δεν μπορεί να επιτευχθεί, εάν δεν αλλάξει ριζικά το παραγωγικό μοντέλο της χώρας.
Για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε, χρειάζεται να παράγουμε περισσότερα, ανταγωνιστικότερα, υψηλότερης προστιθέμενης αξίας προϊόντα και υπηρεσίες. Χρειαζόμαστε περισσότερα ιδιωτικά κεφάλαια και σοβαρές επενδύσεις. Επενδύσεις σε φυσικό και ανθρώπινο κεφάλαιο.
Επενδύσεις για να αυξηθεί η καινοτομία, η ποιότητα και η διαφοροποίηση της ελληνικής παραγωγής. Επενδύσεις για να δημιουργηθούν βιώσιμες θέσεις εργασίας, ευκαιρίες και προοπτικές για τους νέους ειδικά ανθρώπους.
Χρειαζόμαστε περισσότερες εξωστρεφείς και ανταγωνιστικές επιχειρήσεις. Είναι προφανές, πιστεύω, το γιατί η προσπάθεια μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας πρέπει να έχει ως επίκεντρο την Περιφέρεια και τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε αυτή.
Ο κ. Μίχαλος επεσήμανε ακόμη ότι: «Πρέπει να σχεδιαστούν πολιτικές για την υποστήριξη της επιχειρηματικής ανάπτυξης και την προσέλκυση επενδύσεων σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Πολιτικές κατάλληλα στοχευμένες και προσαρμοσμένες στα χαρακτηριστικά, στα συγκριτικά πλεονεκτήματα και τις δυνατότητες κάθε περιοχής.
Η Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας είναι μια περιφέρεια με σημαντικές αναπτυξιακές δυνατότητες.
Στη βιομηχανία και στη μεταποίηση, η οποία συνεισφέρει πάνω από το ¼ της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας της Περιφέρειας και πάνω από το 15% της συνολικής αξίας των πωλούμενων βιομηχανικών προϊόντων της χώρας.
Στον πρωτογενή τομέα, που αξιοποιεί το 10% περίπου της συνολικής γεωργικής γης της χώρας και αναπτύσσει σημαντική δραστηριότητα στους κλάδους της κτηνοτροφίας, της αλιείας και των ιχθυοκαλλιεργειών.
Στις υπηρεσίες και ιδιαίτερα στον τουρισμό, όπου η Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας διαθέτει σπουδαίους φυσικούς και πολιτισμικούς πόρους.
Για να αξιοποιηθούν οι δυνατότητες αυτές, χρειάζονται κατάλληλα κίνητρα και πολιτικές, χρειάζονται στοχευμένες δράσεις ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας, αλλά και ένα ευνοϊκό επιχειρηματικό περιβάλλον. Ένα περιβάλλον που θα επιτρέψει στις υφιστάμενες επιχειρήσεις να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητα και την εξωστρέφειά τους. Ένα περιβάλλον που θα ενθαρρύνει την προσέλκυση επενδύσεων και την εισροή νέων κεφαλαίων στην Περιφέρεια.
Ο ρόλος των Επιμελητηρίων στην προσπάθεια αυτή είναι καίριος και ουσιαστικός.
Είναι γνωστό ότι τα Επιμελητήρια, όλα αυτά τα δύσκολα χρόνια της κρίσης, αποτελούν τον καθημερινό, αξιόπιστο σύμμαχο της επιχείρησης.
Εκσυγχρονίζοντας, εμπλουτίζοντας και αναβαθμίζοντας ποιοτικά τις υπηρεσίες τους.
Αξιοποιώντας σύγχρονα εργαλεία, που μειώνουν τη γραφειοκρατία και εξοικονομούν χρόνο και κόστος για τις επιχειρήσεις.
Αναπτύσσοντας διασυνοριακές και διαπεριφερειακές συνεργασίες.
Δράσεις εξωστρέφειας και δικτύωσης των επιχειρήσεων.
Δράσεις επιμόρφωσης επιχειρηματιών και στελεχών.
Αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες για την προβολή των τοπικών προϊόντων και του τουρισμού.
Υλοποιώντας εθνικά και κοινοτικά προγράμματα στήριξης και ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας.
Και βέβαια σημαντικές δράσεις προκύπτουν μέσα από τη συνεργασία των Επιμελητηρίων με την Αυτοδιοίκηση πρώτου και δευτέρου βαθμού.
Θεωρούμε ότι η συνένωση δυνάμεων μεταξύ της Αυτοδιοίκησης και της Επιμελητηριακής Κοινότητας είναι κρίσιμης σημασίας στην προσπάθεια για τόνωση της ανάπτυξης σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο.
Οι Δήμοι, οι Περιφέρειες, τα Επιμελητήρια είναι φορείς που έχουν άμεση γνώση των προβλημάτων, των αναγκών και των δυνατοτήτων κάθε περιοχής. Μπορούν λοιπόν δρώντας από κοινού και συμπληρωματικά, να σχεδιάσουν καλύτερα στοχευμένες και αποτελεσματικές ενέργειες.
Μπορούν να διαμορφώσουν προτάσεις και διεκδικήσεις.
Μπορούν – κι αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό κατά τη γνώμη μου – να συμβάλουν στην καλλιέργεια μιας σύγχρονης, θετικής επιχειρηματικής κουλτούρας σε τοπικό και ευρύτερο επίπεδο.
Πέρα από την ανάπτυξη υπηρεσιών και δράσεων για τη στήριξη της επιχειρηματικότητας, τα Επιμελητήρια επιτελούν και έναν εξίσου σημαντικό ρόλο. Αυτόν της εκπροσώπησης της επιχειρηματικής κοινότητας. Έχουν την ευθύνη να συμμετέχουν ενεργά στο δημόσιο διάλογο, μιλώντας με τη φωνή της αγοράς. Μεταφέροντας τα αιτήματα, τους προβληματισμούς και τις θέσεις των επιχειρήσεων, κάθε μεγέθους και κάθε κλάδου.
Και αυτό το καθήκον υπηρετούμε με συνέπεια, υπευθυνότητα και επιμονή όλα τα αυτά τα χρόνια. Από την αρχή της κρίσης, η Επιμελητηριακή Κοινότητα επισημαίνει προβλήματα, διατυπώνει προτάσεις, διεκδικεί. Τόσο η Κεντρική Ένωση όσο και τα κατά τόπους Επιμελητήρια έχουν καταθέσει ως τώρα δεκάδες υπομνήματα, μελέτες και τεκμηριωμένες προτάσεις, με σκοπό την ταχύτερη και οριστική έξοδο από την κρίση.
Ζητούμε επίμονα την προώθηση και την ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται για την αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης της ελληνικής οικονομίας. Για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, για την προσέλκυση επενδύσεων, για τη δημιουργία περισσότερων, βιώσιμων θέσεων εργασίας.
Οι προτεραιότητες είναι ξεκάθαρες:
– Βελτίωση του φορολογικού περιβάλλοντος: με δραστική απλοποίηση της φορολογικής νομοθεσίας, με καθιέρωση flat tax για τις επιχειρήσεις στο 15%, με θέσπιση ενιαίας φορολογικής κλίμακας. Με μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, από το 20% στο 10%.
– Ολοκλήρωση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων: με επιτάχυνση των αποκρατικοποιήσεων, προσαρμογή της εργατικής νομοθεσίας στα ευρωπαϊκά δεδομένα, επιτάχυνση της διαδικασίας απονομής της δικαιοσύνης, αναμόρφωση του Πτωχευτικού Κώδικα, ολοκλήρωση του εθνικού και χωροταξικού σχεδιασμού και κωδικοποίηση των χρήσεων γης.
– Αξιοποίηση των ΣΔΙΤ για την ταχεία υλοποίηση μεγάλων επενδύσεων σε τομείς – κλειδί για την ανάπτυξη, όπως οι μεταφορές και το διαμετακομιστικό εμπόριο, η ενέργεια, ο τουρισμός κ.α.
– Ριζική αναμόρφωση της Δημόσιας Διοίκησης: με εισαγωγή συστήματος αξιολόγησης παντού, με θέσπιση ποιοτικών και ποσοτικών στόχων, με ενίσχυση των μέσων ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, με αξιοποίηση θεσμών όπως η αυτοπληροφόρηση του Δημοσίου κ.ά.
– Αντιμετώπιση της πολυνομίας και της κακονομίας: με ουσιαστικό νομοθετικό προγραμματισμό, με ανώτατα ετήσια όρια παραγωγής νομοθεσίας ανά Υπουργείο, με σαφή κωδικοποίηση, με εξορθολογισμό και έλεγχο των υπουργικών και βουλευτικών προσθηκών και τροπολογιών.
– Ενίσχυση της Μικρομεσαίας Επιχειρηματικότητας: με κίνητρα και ευέλικτα χρηματοδοτικά εργαλεία, για να επενδύσει στην καινοτομία και στην εξωστρέφεια. Με ειδικά προγράμματα για τις νεοφυείς επιχειρήσεις.
– Νέα εθνική πολιτική για τη μεταποίηση: με ανάδειξη και ενίσχυση δυναμικών κλάδων, με πολιτικές για τη μείωση του ενεργειακού κόστους, με νέα στρατηγική για τη χρηματοδότηση επενδύσεων.
– Αναμόρφωση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Σύνδεση των Πανεπιστημίων με τον κόσμο της παραγωγής. Συνεργασίες με τον ιδιωτικό τομέα για τη χρηματοδότηση της έρευνας και την αξιοποίηση της γνώσης για την ανάπτυξη της καινοτομίας.
Για όλα αυτά που πρέπει να γίνουν, η Επιμελητηριακή Κοινότητα έχει διατυπώσει όχι μόνο αιτήματα, αλλά και συγκεκριμένες και τεκμηριωμένες προτάσεις. Τις οποίες υποστηρίζει με θάρρος και επιμονή εδώ και χρόνια.
Τώρα πρέπει να κάνουμε τη φωνή μας πιο δυνατή. Κι αυτό θα γίνει με τη μαζική συμμετοχή των επιχειρήσεων στις επιμελητηριακές εκλογές του Δεκεμβρίου.
Οι εκλογές αυτές, πέραν της ανάδειξης νέων διοικήσεων, πρέπει να αποτελέσουν ένα ισχυρό μήνυμα των επιχειρήσεων προς την Πολιτεία. Το μήνυμα ότι είμαστε ακόμα εδώ και αγωνιζόμαστε. Το μήνυμα ότι απαιτούμε, επιτέλους, ένα βιώσιμο περιβάλλον για να συνεχίσουμε να υπάρχουμε. Ένα περιβάλλον με λιγότερους φόρους και εισφορές, περισσότερα κίνητρα και ευκαιρίες για επενδύσεις και ανάπτυξη. Απαιτούμε ένα περιβάλλον το οποίο θα μας επιτρέψει να μπούμε μπροστά και να οδηγήσουμε την πορεία αναγέννησης της ελληνικής οικονομίας.
Καλώ λοιπόν όλες τις επιχειρήσεις να ενισχύσουν αυτό το μήνυμα, με τη συμμετοχή τους. Δώστε στα Επιμελητήρια τη δύναμη να διεκδικήσουν περισσότερα, να πετύχουν περισσότερα. Για την ανάπτυξη, για την αγορά, για κάθε ελληνική επιχείρηση και τους εργαζομένους της».