Η ΕΚΤ, που ευθύς εξαρχής εμφανιζόταν να είναι αντίθετη στην αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους με τη συμμετοχή ιδιωτών, μοιάζει να αδιαφορεί για τις εκκλήσεις να δεχθεί να υποστεί απώλειες στο δικό της μερίδιο σε ελληνικά ομόλογα.
Η ΕΚΤ διακρατεί 45 δισ. ευρώ από το ελληνικό χρέος, σε τίτλους που απέκτησε στη δευτερογενή αγορά, εκτιμά κεντρικός τραπεζίτης της ευρωζώνης. Αποδεχόμενη, φερ’ ειπείν, ένα «κούρεμα» 50% κατά το παράδειγμα των ιδιωτών θα έχανε, ή μάλλον το Ευρωσύστημα (ΕΚΤ και οι 17 Κεντρικές Τράπεζες της ευρωζώνης) θα έχανε περίπου 20 δισ. ευρώ.
Μολαταύτα, ο φόβος της ΕΚΤ δεν πηγάζει τόσο από αυτήν την προοπτική, όσο περισσότερο από το ενδεχόμενο μίας κρίσης εμπιστοσύνης από πλευράς επενδυτών προς την ευρωζώνη συνολικά, όπως συντονισμένα συμφωνούν οι απόψεις οικονομολόγων και κεντρικών τραπεζιτών.
Απώλειες τέτοιου ύψους στην ουσία θα μπορούσαν να είναι διαχειρίσιμες, υποστηρίζει η Μαρί Ντιρόν του συμβουλευτικού οίκου Ernst& Young. Η ΕΚΤ κατέχει το μονοπώλιο του να τυπώνει χρήμα και ως εκ τούτου δεν διατρέχει κίνδυνο να πτωχεύσει. Απεναντίας, θα βρισκόταν σε ανάγκη να προβεί σε μία ανακεφαλαιοποίηση, δηλ. στην έσχατη των περιπτώσεων θα κατέφευγε στους ίδιους τους ευρωπαίους φορολογουμένους.
Για τον πρώην επικεφαλής της ΕΚΤ, τον Γάλλο Ζαν-Κλοντ Τρισέ, το να κληθούν οι ιδιώτες να αποποιηθούν ένα τμήμα από τα χρήματά τους, ισοδυναμεί με το να τεθεί σε κίνηση ενός «δυσοίωνος» μηχανισμός.
Τη θέση τούτη συμμερίζεται και ο διάδοχός του στην ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, ο οποίος μέμφεται τη σχετική απόφαση που έλαβαν τον Ιούλιο οι ευρωπαίοι ηγέτες, επιρρίπτοντάς της την ευθύνη για την κρίση στους προϋπολογισμούς που ξέσπασε το φθινόπωρο.
Κατά τον αναλυτή της τράπεζας Berenberg Κρίστιαν Σουλτς, «αυτό δημιούργησε ένα επικίνδυνο προηγούμενο. Αυτό ξεκίνησε μία μαζική μόλυνση από τον Ιούλιο», με την Ιταλία και την Ισπανία να απαξιώνονται σταδιακά από τις αγορές και την Αυστρία και τη Γαλλία να εξαναγκάζονται να πληρώσουν υψηλότερα επιτόκια για τον δανεισμό τους.
Η ΕΚΤ ανησυχεί μήπως αποδεχόμενη την κίνηση αυτή για την Ελλάδα θα κληθεί να πράξει το ίδιο για άλλες χώρες, καθώς κατέχει 219 δισ. ευρώ από τα χρέη της Ελλάδας, της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας, της Ιταλίας, της Ισπανίας, ένεκα του προγράμματός της για την εξαγορά κρατικών ομολογιών, που εγκαινίασε τον Μάιο του 2010 κατά την έναρξη του «ελληνικού ψυχοδράματος» και το οποίο δέχεται σφοδρή κριτική εκ των ένδον, ειδικά από την Bundesbank.
«Η ΕΚΤ δεν πρόκειται να συμμετάσχει εθελοντικά στη συμμετοχή των ιδιωτών (PSI). Αυτό θα ισοδυναμούσε με χρηματοδότηση των κρατών, πράγμα απαγορευμένο από το παρόν καθεστώς της. Αλλά εάν αυτό καταστεί υποχρεωτικό, θα σημαίνει πως το πρόγραμμα (αναγκαστικής εξαγοράς) είναι αντιπαραγωγικό», τονίζει κεντρικός τραπεζίτης της ευρωζώνης, αφήνοντας να εννοηθεί πως η ΕΚΤ θα έδειχνε ακόμη μεγαλύτερη διστακτικότητα να αποκτήσει τίτλους κρατών που αντιμετωπίζουν δυσκολίες.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, ο Σουλτς πιθανολογεί πως η ΕΚΤ θα συνεχίσει να αρνείται τη συμμετοχή στο PSI.
Μολαταύτα, εάν η Ελλάδα εφαρμόσει τη ρήτρα συλλογικής δράσης (CAC), όπως απειλεί πως θα πράξει για να πείσει τους ιδιώτες να συμμετάσχουν στο ‘κούρεμα’, θα είναι δύσκολο και η ΕΚΤ να εμμείνει στην άρνησή της, τονίζει ο Στεφάν Ντεό, οικονομολόγος της UBS. Εάν η ΕΚΤ δεν υπακούσει στη ρήτρα, οι ιδιώτες θα αισθανθούν μειονεκτικά και το ίδρυμα θα βρεθεί αντιμέτωπο με ζητήματα νομιμότητας, μία «κατάσταση ελάχιστα ευχάριστη», υποστηρίζει ο Ντεό.
Όπως και να εξελιχθούν τα πράγματα, εάν η ΕΚΤ «συμμετάσχει θα είναι μία κακή απόφαση. Εάν δεν συμμετάσχει τότε αυτή θα είναι μία κακή απόφαση», συνοψίζει το δίλημμα ο ίδιος.